Καταναλώνουμε ειδήσεις για το Αφγανιστάν με την ίδια εμμονή που βλέπαμε τις πρώτες σεζόν του Homeland ή το Argo του Μπεν Αφλεκ. Καθόμαστε στον καναπέ, με έναν κουβά ποπ-κορν ή ένα ποτήρι στο χέρι και σκρολάρουμε αδηφάγα στις ειδήσεις που αφορούν την επικράτηση των Ταλιμπάν. Τι σημαίνει Σαρία για τις γυναίκες; Κλικ. Πόσοι έπεσαν από τις ρόδες του αεροπλάνου που απογειωνόταν; Κλικ. Τι θα απογίνει στο βρέφος που παραδόθηκε στους αμερικανούς στρατιώτες; Κλικ. Στην Δύση, αυτό είμαστε εκπαιδευμένοι να κάνουμε.
Οι αναλύσεις του τι πήγε λάθος στο Αφγανιστάν έχουν ήδη αρχίσει: «η δημοκρατία δεν εξάγεται», λένε πολλοί, φιλελεύθεροι αλλά και αριστεροί, που με έναν ανορθόδοξο τρόπο σε αυτό το ζήτημα ταυτίζονται. Βρίσκουν πάτημα στον Τζο Μπάιντεν, τον πολιτικό που εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ με σύνθημα την ενσυναίσθηση και το εξήγησε πιο κυνικά από όλους: «Δεν θα πολεμήσουμε σε έναν πόλεμο που δεν πολεμούν οι Αφγανοί». Τι έκανε όμως το ΝΑΤΟ 20 χρόνια στο Αφγανιστάν; «Η αποστολή μας δεν ήταν ποτέ το nation-building», εμείς τους τρομοκράτες θέλαμε να σταματήσουμε. Ο ίδιος, άλλωστε, τα έλεγε από τότε που βρισκόταν στο Κογκρέσο –και τα έλεγε σίγουρα ως αντιπρόεδρος του Ομπάμα. Οι εκπαιδευμένοι στην εξωτερική πολιτική δείχνουν τις περιπτώσεις της Λιβύης και του Ιράκ. Αλλοι, για να εξηγήσουν τι θέλουν να πουν, θυμούνται συμβολικά το Βιετνάμ, όταν οι Αμερικάνοι πρόσφεραν στους «απαίδευτους» Βιετναμέζους χημικές τουαλέτες ως ύψιστη πράξη «εκπολιτισμού». «Η δημοκρατία δεν εξάγεται». Συμπέρασμα; Αποτύχαμε.
Υπό μια έννοια, δεν έχουν άδικο. Οι ΗΠΑ μπήκαν στο Αφγανιστάν για να εξολοθρεύσουν την Αλ Κάιντα, όχι γιατί είναι ο σωτήρας των απανταχού καταπιεσμένων εθνών. Η Ευρώπη τις ακολούθησε, γιατί φοβήθηκε πως αργά ή γρήγορα ο θυμός θα έφτανε και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η συζήτηση περί μη εξαγώγιμης δημοκρατίας, για τις προϋποθέσεις μιας στρατιωτικής επέμβασης και για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση έχει απασχολήσει γενιές ερευνητών και διανοούμενων, αποτελεί ξεχωριστή σειρά μαθημάτων στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, με παραδείγματα, επιχειρήματα υπέρ και κατά, και δεκάδες ακόμη αναπάντητα ερωτήματα για την επόμενη μέρα μιας αποτυχημένης επιχείρησης.
Είμαστε όμως εδώ, είμαστε στο τώρα: το Αφγανιστάν βρίσκεται από το 2001 σε ημι-κανονικό καθεστώς, με μια εγγυήτρια χώρα που, για τους δικούς της λόγους, όχι μόνο εγκαταστάθηκε στην περιοχή, αλλά στρογγυλοκάθισε 10 χρόνια ακόμα, κι ας σκότωσε τον Οσάμα Μπιν Λάντεν. Τα κορίτσια που σήμερα είναι είκοσι χρονών δεν έχουν ζήσει τίποτα άλλο. Και ειδικά αν έμεναν στην Καμπούλ των 4,5 εκατομμυρίων κατοίκων, μεγαλώνοντας έμαθαν να πηγαίνουν σχολείο χωρίς φόβο, ήξεραν πως μπορούσαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε ένα πανεπιστήμιο, πως μπορούσαν να γίνουν δικαστίνες ή δημοσιογράφοι ή ακόμα και δήμαρχοι. Δεν ζούσαν σε παράδεισο, αυτό είναι το μόνο βέβαιο –είχαν όμως επιλογές.
Γι’ αυτά τα κορίτσια, που σήμερα τρέχουν να αγοράσουν μπούρκες σε διάφορα χρώματα και ακούν τις αφηγήσεις του τι συνέβαινε πριν γεννηθούν, γνωρίζοντας πως αυτό είναι πλέον το μέλλον τους, δεν έχει σημασία αν οι ΗΠΑ ήρθαν στο Αφγανιστάν για τον Οσάμα ή έμειναν για το όπιο, τα ορυκτά ή τα συμβόλαια με τις βιομηχανίες όπλων. Οι εργάτες των ευρωπαϊκών εργοστασίων, που σήμερα δείχνουν τα πιστοποιητικά εργασίας τους παρακαλώντας για μια θέση στα αεροπλάνα εκκένωσης, δεν νοιάζονται για τους λόγους που το ΝΑΤΟ τους εγκαταλείπει, αλλά τρέμουν στην ιδέα πως σε λίγες ημέρες μπορεί να βρεθούν κρεμασμένοι στην πλατεία ως «προδότες».
Η δημοκρατία μπορεί να μην εξάγεται ηθελημένα, αλλά εξάγεται αναπόφευκτα. Γι΄ αυτό, η υποχρέωσή μας απέναντι στους πρόσφυγες που θα ζητούν άσυλο σε λίγο καιρό είναι διπλή. Και ήδη φαίνεται πως κανείς δεν είναι αρκετά τολμηρός για να την αναλάβει.