Ο Αλέκος Φλαμπουράρης έδωσε, λέει, την ατάκα της ημέρας όταν αποκάλυψε στον ΣΚΑΪ ότι αυτό που τον ρωτάνε οι πολίτες στον δρόμο είναι το «μα ήταν ανάγκη να χάσετε;». Ο Δημήτρης Οικονόμου ακούστηκε να γελάει δυνατά, το hashtag #ηταν_αναγκη_να_χασετε δεν άργησε να δημιουργηθεί στο Twitter, κάποιοι του απάντησαν το απλό «ναι, ήταν μεγάλη ανάγκη». Ομως κατά την άποψή μου, η πιο σημαντική δήλωση του θαλερού μέντορα του Αλέξη Τσίπρα σε αυτήν την συνέντευξη ήταν άλλη. Οτι δεν πρέπει να γίνει συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ για τα αίτια της ήττας.
Κατ’ αρχάς αξίζει κανείς να υποκλιθεί στην ειλικρίνεια του κ. Φλαμπουράρη. Δεν θέλει ο άνθρωπος να συζητήσει την ήττα, δεν θέλει να στεναχωριέται με τέτοια. Είναι κάπως νηπιακή συμπεριφορά βέβαια, όπως τα παιδιά που όταν αποστρέφουν το βλέμμα θεωρούν ότι παύεις να τα μαλώνεις και να τα παρατηρείς, αλλά ας το προσπεράσουμε. Ο 80ετής γκουρού της Αριστεράς δεν θέλει να ανοίξει μια τέτοια κουβέντα, που συνηθίζεται βέβαια στη Δημοκρατία (και στην Αριστερά) αλλά αυτός πολύ απλά δεν θέλει. Δικαίωμά του.
Το ζήτημα είναι το γιατί δεν θέλει να ανοίξει στον ΣΥΡΙΖΑ μια τέτοια συζήτηση για το ποιος φταίει που η Πρώτη Φορά Αριστερά και ο Αλέξης Τσίπρας έχασαν σε τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις με τέτοιες διαφορές από τη «φθαρμένη» ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη που ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ «τον είχε».
«Η συζήτηση για τα αίτια της ήττας δεν έχει ανοίξει στον ΣΥΡΙΖΑ και αν θέλετε τη γνώμη τη δική μου, δεν πρέπει και να ανοίξει. Οταν είσαι τεσσερισήμισι χρόνια στην κυβέρνηση, η αντικειμενικότητα της γνώμης, όταν θέλεις να βγάλεις συμπεράσματα, δεν είναι εύκολη».
Το είπε ο άνθρωπος. Δεν είναι «εύκολο» να βγάλεις αντικειμενικά συμπεράσματα ύστερα από τόσα χρόνια στην κυβέρνηση. Με λίγα λόγια δεν ξέρεις τι σκελετούς θα βρεις στα ντουλάπια της εξουσίας, οπότε καλύτερα να τα κρατήσεις κλειστά. Δεν είναι «εύκολη» μια κατά τα άλλα απαραίτητη για τη λειτουργία της Δημοκρατίας διαδικασία ανάλυσης και πολιτικής ενδοσκόπησης για ένα κόμμα που κομπορρημονεί για τις δημοκρατικές του διαδικασίες· επομένως καλύτερα να την αφήσουμε. Εμείς είμαστε για τα «εύκολα».
Αν δεν ήταν τόσο Αεκτζής, ο κυρ Αλέκος πιθανότατα θα αναγνώριζε στη διαχείριση που κάνουν ο ίδιος και η παρέα του για την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, το αξίωμα του Νίκου Αναστόπουλου: όταν έβλεπε ότι ένα ματς του Ολυμπιακού δεν πήγαινε καλά για την ομάδα και ο αντίπαλος ήταν ακαταμάχητος, ο «μουστάκιας» πρότεινε με κυνισμό «να χάσουμε με 1-0 και μετά να τα ρίξουμε στη διαιτησία».
Αυτό κάνουν και στον ΣΥΡΙΖΑ. Εχασαν με 1-0 και τώρα τα ρίχνουν στη διαιτησία. Τηρουμένων των αναλογιών, η διαφορά του 8,32% από τη ΝΔ και το 31,53% ήταν ανέλπιστα καλά ποσοστά –το παραδέχτηκε και ο κ. Φλαμπουράρης που είπε ότι μόνο αυτός πίστευε ότι θα εκλεγεί βουλευτής από την τέταρτη θέση του Επικρατείας, άρα οι υπόλοιποι στο κόμμα περίμεναν μεγαλύτερη συντριβή, αν όχι κατάρρευση. Επειτα, αυτό το 31,53% τούς δίνει τη δυνατότητα να στρογγυλεύουν προς τα πάνω και να βγαίνουν στα πάνελ να λένε ότι είμαστε το κόμμα του 32%. Και φυσικά να λένε ότι τελικά φταίνε τα εχθρικά ΜΜΕ, τα «καραδεξιά» κανάλια που φώναζε και ο Κώστας Ζουράρις, τα συμφέροντα και πάει λέγοντας. Εμείς δεν φταίμε σε τίποτα, ή αν φταίμε, είναι ότι «δεν προλάβαμε»…
Διότι η αυτοκριτική είναι μια επίσης πολύ δύσκολη διαδικασία, επίπονη. Οχι μόνο απαιτεί γερό στομάχι και την ικανότητα να κοιτάς στον καθρέφτη και να μην αυτοθαυμάζεσαι. Απαιτεί γενναιότητα, διότι δεν ξέρεις τι θα βρεις τελικά αν ψάξεις, ιδίως σε ένα κόμμα που κυβέρνησε τεσσεράμισι χρόνια όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Γκαίτε το έλεγε καλύτερα: «“Γνώθι σαυτόν”; Αν γνώριζα τον εαυτό μου, θα το ‘βαζα στα πόδια».