Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ακούει τον Μάικ Πομπέο κατά την υποδοχή του τελευταίου στο Μέγαρο Μαξίμου. Αυτό που μας ζητούν οι ΗΠΑ δεν είναι ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα | Menelaos Myrillas / SOOC
Απόψεις

Είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε έναν νέο ρόλο στην περιοχή;

Οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν έτοιμες εναλλακτικές, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις τους με την Τουρκία. Η συζήτηση που άνοιξε για τη στρατηγική σχέση Αθήνας - Ουάσινγκτον μετά και την επίσκεψη Πομπέο ανέδειξε την ανάγκη για ρεαλισμό, επίγνωση των πραγματικών δυνατοτήτων μας και του τι μας περιμένει
Παναγιώτης Κακολύρης

Η επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικλ Πομπέο ήταν γεμάτη περιεχόμενο και συμβολισμούς. Η υπογραφή της Διμερούς Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement), οι πολλαπλές συναντήσεις με την ελληνική ηγεσία, (Πρωθυπουργό και υπουργούς), οι συζητήσεις για την ενέργεια, τις επενδύσεις και τη στρατιωτική συνεργασία, η μεγάλη –για τα δεδομένα– διάρκεια της παραμονής του και τα μηνύματα που εκπέμφθηκαν προς την Αγκυρα για την Κυπριακή ΑΟΖ δημιούργησαν έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό. Εναν συνδυασμό που οδηγεί στη θετική αποτίμηση της επίσκεψης, η οποία φαίνεται ότι μπορεί να σηματοδοτήσει αμοιβαία επωφελείς εξελίξεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν, μεταξύ άλλων, να έχουν έτοιμες γεωστρατηγικές εναλλακτικές, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις με την Τουρκία το επόμενο διάστημα. Πρόκειται για σχέσεις που εμφανίζουν εικόνα διαρκούς εναλλαγής στην ατμόσφαιρά τους (όχι απαραίτητα στον πυρήνα του περιεχομένου τους). Εικόνα η οποία ταιριάζει απόλυτα με τις ψυχοπολιτικές ιδιαιτερότητες των δύο ηγεσιών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστική η έμπρακτη κατανόηση που επέδειξε, μόλις πριν λίγες ώρες, ο πρόεδρος Τραμπ στα σχέδια εισβολής Ερντογάν στη βόρεια Συρία και τη διαμόρφωση της «ασφαλούς ζώνης». Ενα γεγονός που αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει μια προβλέψιμη γραμμικότητα πάνω στην οποία θα μπορούσαν να στηριχθούν μονοδιάστατες παραδοχές μιας ελληνικής στρατηγικής.

Από την άλλη, η Ελλάδα, καθώς εξέρχεται από την περίοδο της εσωστρεφούς κρίσης αναζητεί νέους ρόλους και επιδιώκει να αντλήσει οξυγόνο για την ανάπτυξή της από κάθε πηγή και κατεύθυνση (επενδύσεις, ενέργεια κλπ), καθώς και να καλύψει τα εξοπλιστικά κενά που δημιουργήθηκαν το προηγούμενο διάστημα, χωρίς όμως ακόμα να είναι σε θέση να πληρώσει το τίμημα σε χρήμα, αλλά «εις είδος».

Πρέπει πάντως να γίνει κατανοητό ότι η αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων έχει μια αναμφίβολα θετική διάσταση, αλλά δεν θα λειτουργήσει ως οικονομική, διπλωματική ή στρατιωτική πανάκεια.

Τα όσα είπε, με χειρουργική ακρίβεια λόγου, ο κ. Πομπέο κατά την παρουσία του στην Αθήνα ανέδειξαν στους προσεκτικούς παρατηρητές το λελογισμένο των προσδοκιών που πρέπει να υπάρχουν, πέραν του γενικότερου θετικού κλίματος.

Η συζήτηση που άνοιξε για τη στρατηγική σχέση Ελλάδας – ΗΠΑ ανέδειξε την ανάγκη για ρεαλισμό και επίγνωση των πραγματικών δυνατοτήτων της χώρας μας. Για παράδειγμα, κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να αντικαταστήσει την Τουρκία στη γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής, ή μόνον να επιδιώξει έναν ενισχυμένο ρόλο, έχοντας αντίστοιχα κερδίσει επαρκή στήριξη ή διασφαλίσεις.

Ομως ακόμα και ο νέος αυτός, αναβαθμισμένος ρόλος στο δυτικό σύστημα ασφάλειας δεν δημιουργεί μόνον σημαντική προστιθέμενη αξία για τη χώρα μας, αλλά την φέρνει αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις. Η ανάληψη αυτού του ρόλου δεν συνεπάγεται έναν δρόμο στρωμένο με ροδοπέταλα. Το να βρίσκεσαι μεταξύ σφύρας και άκμονος δεν είναι μια βολική θέση. Σε εκθέτει σε νέες πιέσεις, αν όχι κινδύνους. Γι αυτό και είναι σημαντικό αυτές οι διαστάσεις να εντοπισθούν εγκαίρως και να αξιολογηθούν. Όχι φυσικά για να επιχειρηθεί μια αλλαγή στη στρατηγική κατεύθυνση, αλλά για να υπάρξει και να εφαρμοσθεί ένα σχέδιο αποτελεσματικής προετοιμασίας της χώρας ως προς τη νέα θέση στην οποία ενδέχεται να κατευθυνθεί.


* Ο Παναγιώτης Κακολύρης είναι κύριος ερευνητής στο ΚΕΔΕΠΟΔ του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου – Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων