Οι γερμανικές εκλογές της Κυριακής 24 Σεπτεμβρίου είναι ίσως οι κρισιμότερες των τελευταίων δεκαετιών. Όχι επειδή είναι αμφίρροπες, όσο επειδή ο κυβερνητικός συνασπισμός που θα προκύψει στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης θα κληθεί να διαχειριστεί και το μέλλον της για τις επόμενα χρόνια.
Υπό αυτήν την έννοια οι εκλογές της Κυριακής είναι κρίσιμες και για την Ελλάδα.
Ο Αλέξης Τσίπρας με την βιασύνη που τον διακρίνει, είχε χρίσει προκαταβολικά νικητή των εκλογών τον Μάρτιν Σουλτς και τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD από τις αρχές του έτους. Τώρα φαίνεται πως με το ζόρι θα πιάσουν ένα ποσοστό 22-24%.
Ετσι ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα κάνει την ασφαλή επιλογή και εκφράζει την στήριξή του στο Die Linke. Δεν έχει καμία σημασία το γεγονός ότι το αδελφό αριστερό κόμμα δεν είχε ψηφίσει την χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος, η αριστερή αλληλεγγύη είναι πάνω από όλα.
Και πάντως, το ποιον στηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας δεν έχει καμία σημασία – άλλωστε με το ελληνικό ζήτημα δεν ασχολήθηκε κανείς σε αυτήν την προεκλογική περίοδο.
Σημασία έχει ποιος συνασπισμός θα προκύψει και τι αλλαγές μπορεί η σύνθεσή του να επιφέρει στην γερμανική πολιτική και στην στάση του Βερολίνου έναντι της Ευρώπης (και της Ελλάδας).
Σε γενικές γραμμές, το ότι η Ανγκελα Μέρκελ θα συνεχίσει όπως όλα δείχνουν να είναι καγκελάριος είναι μία εγγύηση για την αποφυγή ακροτήτων.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου και τις εκτιμήσεις παρατηρητών, η ίδια θα προτιμούσε την συνέχιση της διακυβέρνησης σε έναν ίδιο συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες. Το θέμα είναι αν το επιθυμούν και οι Σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι εδώ και 12 χρόνια είναι απλώς ένα κυβερνητικός εταίρος της Ανγκελα Μέρκελ και όχι μία κυρίαρχη πολιτική δύναμη. Κατά κάποιους έχει έλθει η ώρα τους να επιστρέψουν στην αντιπολίτευση και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα εκτιμάται ότι από αυτήν την θέση θα στήριζαν πιο εύκολα μία χαλαρότερη αντιμετώπιση της χώρας μας. Θα κυβερνά όμως άλλος…
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τις περισσότερες πιθανότητες για την τρίτη θέση έχουν οι ακροδεξιοί του AfD. Επί της ουσίας αυτοί θέλουν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, την έξοδο της Γερμανίας, την διάλυση του ευρωπαϊκού σύμπαντος. Κυβέρνηση με αυτούς δεν πρόκειται να κάνει η Μέρκελ και αν οι Σοσιαλδημοκράτες πάνε μαζί της, η ακροδεξιά θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Κακό σενάριο.
Πιθανή έκβαση θεωρείται ένας συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι θα είναι εφικτός, καθώς απαιτείται ένα άθροισμα εκλογικών ποσοστών που θα πλησιάζει το 50%, προκειμένου να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί, υπάρχει και το περιβόητο σενάριο του «συνασπισμού Τζαμάικα», τους Χριστιανοδημοκράτες, τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους (από τα χρώματα των τριών κομμάτων: μαύρο, κίτρινο, πράσινο, τα οποία αντιστοιχούν σε εκείνα της σημαίας της Τζαμάικα).
Κατά μία εκδοχή, δεν είναι ό,τι καλύτερο για ξεκίνημα. Και αυτό επειδή οι Φιλελεύθεροι υπό την ηγεσία του Κρίστιαν Λίντνερ έχουν υιοθετήσει εν γένει σκληρή γραμμή, το Grexit γι’ αυτούς δεν είναι ταμπού και πάντως εν όψει τρίτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος δεν αναμένεται να είναι και πολύ χαλαροί…
Όπως και να ‘χει, από την 25η Σεπτεμβρίου και έως ότου σχηματιστεί η νέα γερμανική κυβέρνηση, στο τραπέζι θα υπάρχει μία νέα παράμετρος, η οποία θα επηρεάζει το ελληνικό ζήτημα καθοριστικά.
Ισως αυτή η παράμετρος αποδειχθεί καθοριστική και για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, αν έχουμε ως προϋπόθεση ότι ο κ. Τσίπρας θα υπηρετήσει πιστά το πρόγραμμα έως το τέλος…