Ας ελπίσουμε ότι οι γονείς δεν θα συμπεριφέρονται στα παιδιά που βιώνουν το διαζύγιο, σαν να είναι κούκλες. Τουλάχιστον, η απόφαση περί συνεπιμέλειας ανοίγει έναν δρόμο «πολιτισμού» στα ζευγάρια | Shutterstock
Απόψεις

Χωρισμένοι γονείς, ευτυχισμένα παιδιά

Η απόφαση του δικαστή που όρισε συνεπιμέλεια -από κοινού, κι από τους δύο γονείς- κινείται πέρα από στερεότυπα και πολιτισμικές παραδόσεις. Αλλά καμία απόφαση, όσο πρωτοπόρα κι αν είναι, δεν μπορεί να προσφέρει ισορροπία και γαλήνη σε ένα παιδί αν οι γονείς δεν βάλουν τα όπλα στη φαρέτρα
Ελευθερία Κόλλια

Μου έλαχε μια ωραία πρωία, καθώς περίμενα έξω από τη δικαστική αίθουσα τη σειρά που υπεδείκνυε το πινάκιο για την υπόθεση του δικού μου ενδιαφέροντος. Το θέαμα θύμιζε περισσότερο ζωικό βασίλειο παρά ανθρώπινο είδος. Δυο κανονικοί άνθρωποι, που κάποτε κοιμούνταν αγκαλιά, που δάκρυσαν όταν έγιναν γονείς, ήθελαν καταφανώς να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλο με πρωτοφανή βαναυσότητα, χωρίς καν να τους πτοεί το γεγονός ότι αποτελούσαν δημόσιο θέαμα στην Ευελπίδων. Το διακύβευμα ήταν βεβαίως η επιμέλεια «του παιδιού».

Το σκηνικό είναι σύνηθες στα μάτια των δικαστών. Οι αποφάσεις τους -συστηματικά συνεπείς με το νομολογιακό έθιμο και το δόγμα της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας, που τη θέλει να έχει την αποκλειστική επιμέλεια- καταλήγουν σε γνώριμα γύρω μας σκηνικά: μητέρες–ράκη, εξαντλημένες από τη συνεχή προσπάθεια να τραβούν μόνες τους το κάρο, ρημαγμένοι οικονομικά πατέρες, ενίοτε ψυχικά περιθωριοποιημένοι. Η έλλειψη προσωπικής καλλιέργειας, η κούραση της καθημερινής ευθύνης που συνεπάγεται η ύπαρξη ενός παιδιού, η αντιπαλότητα μιας σχέσης που δεν έληξε ομαλά, τους μετατρέπει ενίοτε σε τσακάλια. Πλάι σε αθώα πρόβατα – τα βλαστάρια τους ∙ θέμα χρόνου είναι να τα καταπιούν κι αυτά. Με κατηγόριες για τον άλλον, πλύση εγκεφάλου, συναισθηματικούς εκβιασμούς και χειριστικές συμπεριφορές, ως υπόθεση ρουτίνας.

Η απόφαση του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που όρισε συνεπιμέλεια -από κοινού, κι από τους δύο γονείς- είναι ασφαλώς μια απόφαση ενός ανοιχτού μυαλού. Γιατί το ζήτημα εδώ δεν είναι αν πρόκειται για απόφαση καλή ή κακή, σοφή ή όχι – δεν χωρούν τέτοιοι χαρακτηρισμοί αν δεν ξέρει κανείς τις πτυχές κάθε υπόθεσης.

Το ζήτημα εδώ είναι ότι η συγκεκριμένη απόφαση κινείται πέρα από στερεότυπα και πολιτισμικές παραδόσεις, σε ένα διεθνές μήκος κύματος που δεν συνηθίζεται στην εγχώρια δικαστική πραγματικότητα. Χαράσσει νέα μονοπάτια, ορίζοντας -σε μια υπόθεση ασφαλιστικών μέτρων- ότι προσωρινά και μέχρι την εκδίκαση της κύριας απόφασης, η επιμέλεια των τέκνων θα ασκείται εναλλακτικά, τους ζυγούς μήνες από τον πατέρα και τους μονούς από τη μητέρα, με δικαίωμα επικοινωνίας κατά το διάστημα αυτό του γονέα που δεν έχει την επιμέλεια.

Σε κάθε περίπτωση, είναι μια απόφαση έξυπνη. Που πατά μεν στον ελληνικό αστικό κώδικα του 1983, αλλά διαχειρίζεται με τρόπο πρωτοποριακό την έννοια της γονικής μέριμνας, απαιτώντας εναλλασσόμενη φροντίδα, με εναλλασσόμενη κατοικία. Σπάζει το ταμπού του χρόνου, της αποκλειστικής επιμέλειας, δίνοντας μια ελληνική απάντηση στο κίνημα της εξίσου κοινής επιμέλειας, του shared joint custody, που έχει ευδοκιμήσει –με νομική υπόσταση- στη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Σουηδία, τη Δανία, και θέλει δυο λειτουργικά σπίτια για το παιδί. Και οικογένεια που παραμένει στα μάτια του, με αμφότερους τους βιολογικούς γονείς. Με κοινό, συμφωνημένο πρόγραμμα ανατροφής, εξαρχής, με τη βούλα του δικαστηρίου.

Στους κυνικούς που ρωτούν «ε, και; τα δυο σπίτια μπορούν να λήξουν τον πόλεμο; τον ένα μήνα κάνω ό,τι μου καπνίσει εμένα, τον άλλο ας κάνει ό,τι θέλει «αυτός/«αυτή», η απάντηση των ειδικών είναι ενδιαφέρουσα. Διατείνονται ότι μια απόφαση περί συνεπιμέλειας σε ένα πρώιμο στάδιο, όπως των ασφαλιστικών μέτρων, μπορεί να απορροφήσει σημαντικές εντάσεις, κραδασμούς ιδιαίτερα ισχυρούς, υπαρκτούς όμως, όταν το παιδί ορίζεται να μένει με τον ένα γονιό και βλέπει σποραδικά τον άλλο, κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο και λίγες ώρες μεσοβδόμαδα. Γατί σε αυτό το πρώτο στάδιο συντελείται η αποκοπή του παιδιού από τον «ηττημένο» γονιό, κυρίως τον πατέρα. Εκεί, πάνω στη βράση του θυμού, του μένους για «τη ζωή που μου ‘φαγες» συντελούνται όργια και κακοποιήσεις…

Η απόφαση, που παρεμπιπτόντως είναι η δεύτερη – σταθμός στην Ελλάδα, έχει ολόκληρη κουστωδία πίσω της. Εργαζόμενες – πολυάσχολες (όχι από χόμπι) μαμάδες, μπαμπάδες που επιθυμούν να είναι ουσιαστικά παρόντες, απολαμβάνοντας ενεργά την ανατροφή του παιδιού τους. Νέους κοινωνικούς ρόλους. Και στο φόντο διεθνείς οργανώσεις, μεταξύ άλλων και φεμινιστικές, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με σχετική νομολογία του, αλλά και το Συμβούλιο της Ευρώπης, που δείχνει, με ψήφισμά του, το μονοπάτι της κοινής ανατροφή των παιδιών και της εναλλασσόμενης κατοικίας, ζητώντας από τα κράτη-μέλη να καινοτομήσουν σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας.

Η νομοθέτηση για την εκτεταμένη εφαρμογή της κοινής επιμέλειας και από τους δύο γονείς, σε περίπτωση διαζυγίου είναι βεβαίως θέμα της ελληνικής Πολιτείας. Η ευτυχία ενός παιδιού, όμως, είναι ζήτημα που αφορά αποκλειστικά τους γονείς του. Καμία απόφαση, όσο πρωτοπόρα κι αν είναι, δεν μπορεί από μόνη της να προσφέρει ισορροπία, σταθερότητα, γαλήνη σε ένα παιδί, τεσσάρων, οκτώ ή δώδεκα ετών, αν οι γονείς του δεν βάλουν στη φαρέτρα τα όπλα τους. Έστω, αφού τους αναγκάσει ένας τρίτος. Όπως ο δικαστής που επέλεξε τη σολομώντεια λύση σε ένα πρόβλημα που κανείς, μα κανείς, δεν θα ήθελε μπροστά του.