Το τέλος της Μεταπολίτευσης

Ένα «ΟΧΙ», έστω και αν οι κυβερνώντες δεν έχουν την ανδρεία να το ξεστομίσουν καθαρά, σημαίνει επιστροφή σε ένα βαριά υποτιμημένο νόμισμα. Σημαίνει αποκόλληση από την Ευρώπη.  

protagon.import

Ο κύκλος της Μεταπολίτευσης τελειώνει εδώ. Τελειώνει όπως άρχισε, με ένα δημοψήφισμα. Την 5η Ιουλίου 2015 ο λαός θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του και θα προδιαγράψει την πορεία του επόμενου πολιτικού κύκλου που αρχίζει. Και αν το πρώτο δημοψήφισμα διεξήχθη μέσα σε συνθήκες ευφορίας και σχετικής ομοψυχίας σηματοδοτώντας τη μετάβαση στη δημοκρατική ομαλότητα, το τωρινό θα λάβει χώρα μέσα ένα υπέρμετρα πολωμένο και διχαστικό κλίμα, σε περιβάλλον ασφυξίας και απόλυτης κατάρρευσης της χώρας.

Το 1974, είχε συσσωρευθεί ένα τεράστιο αγωνιστικό, ιδεολογικό και αξιακό κεφάλαιο, αποτέλεσμα των αγώνων πολλών δεκαετιών για ανεξαρτησία, αξιοπρέπεια και δικαίωμα σε ένα καλύτερο και δημοκρατικό αύριο. Το κεφάλαιο αυτό έχει προ καιρού αναλωθεί και οι καρποί που απέδωσε ελάχιστοι. Οι ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων, βαρύτατες. Κατασπατάληση των ευρωπαϊκών πόρων, διαφθορά, παντελής απουσία μεταρρυθμίσεων, διορισμοί ημετέρων και δημιουργία ενός κράτους δυνάστη. Το ίδιο ισχύει και για τη μέχρι πρότινος αντιπολίτευση που έκανε σημαία της κάθε συντεχνιακό αίτημα. Οι λιγοστές άξιες προσωπικότητες του πολιτικού στίβου (Μπένος, Πεπονής, Γιαννίτσης, Μάνος κ.ά) εξοστρακίστηκαν συστηματικά από ένα σύστημα που δεν ανεχόταν υγιείς δυνάμεις αλλαγής στο εσωτερικό του.

Η ευθύνη ανήκει όμως και στον λαό που ψήφιζε όλα αυτά τα χρόνια υποκύπτοντας στους δημαγωγούς και στις άδειες υποσχέσεις, που πούλησε την ψήφο του για να εξυπηρετήσει το ατομικό αντί για το συλλογικό συμφέρον. Σε έναν λαό που αποχαυνώθηκε, αλλοτριώθηκε και εξαρτήθηκε από μία επίπλαστη ευμάρεια με ημερομηνία λήξης. Και που συνέχισε να ζητάει τη δόση του, αποσκελετωμένος πια, οδεύοντας προς σίγουρο θάνατο. Αρνούμενος να κοιτάξει στον καθρέφτη. Ψηφίζοντας εν γνώσει του αυτούς που του έταζαν ουτοπίες, ανάγοντας σε αποδιοπομπαίους τράγους λέξεις και πρόσωπα, αποδίδοντας τα δεινά του σε φαντασιακές συνωμοσίες και σκοτεινές εξωτερικές δυνάμεις.

Μόνο εμείς οι ίδιοι ευθυνόμαστε όμως για τη μετατροπή των ευρωπαϊκών κοινοτικών πακέτων σε προσωπικές περιουσίες αντί για υποδομές και πραγματικές αναπτυξιακές δράσεις. Για τους χιλιάδες διορισμούς των παιδιών της εκάστοτε κυβέρνησης και τον υπερτροφικό κρατισμό που δημιουργήσαμε αντί για την προώθηση της αξιοκρατίας και της επιχειρηματικότητας. Για τη μετατροπή των πανεπιστημίων μας σε θερμοκοιτίδες κομματικών κλώνων που ανατροφοδοτούσαν το σύστημα αντί για τη διαφύλαξη του ακαδημαϊκού τους χαρακτήρα και την προώθηση της γνώσης, της έρευνας, της αριστείας. Για το χωροταξικό και πολεοδομικό χάος που κατασκευάσαμε, υποβαθμίζοντας το περιβάλλον, το τοπίο και την αισθητική της Ελλάδας. Για τη βαριά γραφειοκρατία και τις παθογένειες της δημόσιας διοίκησης που κρατάνε δέσμιους πολίτες και επιχειρήσεις. Για την πολυνομία. Για τα σκάνδαλα. Για τη διαπλοκή. Για την αιμορραγία που στέλνει τα παιδιά μας να αναζητήσουν το μέλλον τους στο εξωτερικό. Όλα αυτά είναι αποκλειστικά δικά μας έργα.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Με το μεταπολιτευτικό μόρφωμα να πνέει τα λοίσθια, πασχίζοντας με μανία να μην εκπνεύσει τον επιθανάτιο ρόγχο του, έτοιμο όμως να θυσιάσει ακόμα και την ύστατη ώρα τα πάντα στον βωμό μικροκομματικών επιδιώξεων. Η κυβέρνηση Σαμαρά σκέφτηκε την πολιτική της επιβίωση, όταν μετά τις ευρωεκλογές εγκατέλειψε την όποια προσπάθεια και επιδόθηκε σε ανούσιους προεκλογικούς τακτικισμούς. Η κυβέρνηση Τσίπρα, αφού υφάρπαξε τη ψήφο των πολιτών με ανεδαφικές υποσχέσεις, βρέθηκε αντιμέτωπη με την ένδειά της και αιχμάλωτη στις παλινωδίες της. Μία κυβέρνηση που καπηλεύθηκε την οργή και τον πόνο των ανθρώπων πουλώντας τους ελπίδα. Που έδωσε σαφή δείγματα γραφής για το πώς εννοεί «την Ελλάδα που προχωράει» όταν άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της στη χειρότερη έκφραση του παλαιοκομματικού κατεστημένου και στις συντεχνίες, όταν επέλεξε για συγκυβερνήτη έναν επικίνδυνο ακροδεξιό αλλά και όταν προβλημάτισε με την επιλογή της για το ανώτατο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Μία κυβέρνηση που με περισσό θράσος επιχειρεί να μεταθέσει τις ευθύνες της στους πολίτες. Με ένα εκβιαστικό ερώτημα. Προσπαθώντας να εκμαιεύσει το αποτέλεσμα που επιθυμεί με επίκληση στο θυμικό, με ευφημισμούς, με παραπλανητικές λαϊκίστικες και εθνικόφρονες κορώνες, που αποσκοπούν στην έγερση του πατριωτικού συναισθήματος των Ελλήνων. Μία κυβέρνηση που φωνασκεί για Δημοκρατία και αξιοπρέπεια αλλά μυρίζει φασισμό και επιφέρει ταπείνωση. Και το κυριότερο, μία κυβέρνηση που για να διασφαλίσει την κομματική της συνοχή κινδυνεύει να σύρει τη χώρα σε έναν βαθύ εθνικό διχασμό.

Ένα «ΟΧΙ», έστω και αν οι κυβερνώντες δεν έχουν την ανδρεία να το ξεστομίσουν καθαρά, σημαίνει επιστροφή σε ένα βαριά υποτιμημένο νόμισμα. Σημαίνει αποκόλληση από τον πολυεπίπεδο προστατευτικό ιστό της Ευρώπης. Σημαίνει εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, πλιάτσικο των ζωτικών πόρων της πατρίδας μας από τους ολιγάρχες της δραχμής και φυγή στο εξωτερικό και του τελευταίου αξιόλογου δυναμικού που απέμεινε. Σημαίνει μία απομονωμένη, εσωστρεφής και ευάλωτη σε εθνικούς κινδύνους χώρα, χωρίς προοπτική επιστροφής στο σύγχρονο κόσμο μέσα στις επόμενες αρκετές δεκαετίες και με την ευθύνη χρεωμένη στο λαό.

Για όλα αυτά στο δημοψήφισμα θα ψηφίσω ΝΑΙ. Και η απάντησή μου δεν θα σημαίνει κατάφαση στο ψευδεπίγραφο δίλημμα στο οποίο ταπεινωτικά με υποβάλλετε. Θα σημαίνει ΝΑΙ στην Ευρωπαϊκή Ένωση που αποτελεί το μεγαλύτερο κεκτημένο της νεότερής μας ιστορίας. ΝΑΙ στη συμμετοχή. ΝΑΙ στη συνέργεια. ΝΑΙ στην προσπάθεια για μια πιο ανθρώπινη Ευρώπη χωρίς εμμονές, αλλά εντός των τειχών, όχι εκτός. Και κυρίως, ΝΑΙ στην ΕΛΛΑΔΑ. Διότι πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι οι ιστορίες των επιτυχημένων εθνών δεν είναι γραμμένες μόνο μέσα από ηρωικές αρνήσεις αλλά και από δημιουργικές συνθέσεις.

Γνωρίζω ωστόσο πολύ καλά ότι η επικράτηση του «ΝΑΙ» δεν προδικάζει απαραίτητα και ένα ευτυχές σενάριο. Είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την πορεία μας σε ένα καλύτερο αύριο. Θα χρειαστεί ακόμη να ανοίξουμε τον δρόμο για την ανάδειξη νέων, υγιών και άφθαρτων πολιτικών δυνάμεων. Να υπερβούμε την πόλωση και το τέλμα ενός εθνικού διχασμού. Να δουλέψουμε σκληρά, και συλλογικά στοχοθετώντας την Ελλάδα που θέλουμε. Να τολμήσουμε τομές και μεταρρυθμίσεις σε όλες τις πτυχές του κράτους. Να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε κουλτούρα, νοοτροπία και συμπεριφορά. Να απομονώσουμε τα χειρότερα κατάλοιπα του μεταπολιτευτικού συρφετού και τις ακραίες λαϊκίστικες φωνές, που θα συστρατευθούν σε μια μειοψηφία η οποία θα καραδοκεί να μας τραβήξει στο παρελθόν, σε κάθε λάθος βήμα.

Ας μην τους κάνουμε τη χάρη. Ας σφραγίσουμε τον παρακμιακό μεταπολιτευτικό κύκλο με ένα ελπιδοφόρο μήνυμα φυγής προς τα εμπρός. Ας αναγεννηθούμε εκ των έσω, χωρίς να υποστούμε μια καταστροφή. Αποβάλλοντας τα μεταοθωμανικά μας σύνδρομα. Αλλάζοντας οι ίδιοι προτού να απαιτούμε να αλλάξουν οι άλλοι. Μετατρέποντας επιτέλους τον μύθο, τις αρνήσεις και τις στείρες ιδεολογίες που μας κατέτρεξαν επί 40 χρόνια, σε λόγο, συνέργειες και ποιότητα ζωής. Γιατί αυτό θα πει υπερηφάνεια, δημοκρατία και αξιοπρέπεια.

*Ο Κωνσταντίνος Νέδας είναι τοπογράφος μηχανικός.