Αφρικανοί πρόσφυγες αποβιβάζονται στο ισπανικό λιμάνι του Μοτρίλ | REUTERS/Jon Nazca
Απόψεις

Προσφυγικό – ΕΕ: Είναι εφικτή η απενεργοποίηση της νέας βόμβας;

Η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής έχει μεγάλη σημασία για τις αποφάσεις που θα ληφθούν (αν ληφθούν) και για την Ελλάδα την οποία η γεωγραφία και η δική της πολιτική διαχείριση την έφεραν στο κέντρο και των δύο μεγάλων κρίσεων
Μαρίλη Μέξη

Στην έκτακτη συνεδρίαση 16 χωρών της ΕΕ που έγινε την Κυριακή 24/6 στις Βρυξέλλες δεν κατέστη δυνατή η διαμόρφωση μίας ενιαίας στάσης. Είναι πλέον κατανοητό ότι υπάρχει χάσμα ανάμεσα στα κράτη – μέλη στο πεδίο του Προσφυγικού ενόψει της Συνόδου Κορυφής στις 28 & 29 Ιουνίου 2018.

Το Προσφυγικό έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις και αποτελεί αντικείμενο διεθνών συναντήσεων σε όλα τα σημεία του κόσμου.

Το Δίκτυο συμμετείχε σε δύο συνέδρια που διοργανώθηκαν τον Ιούνιο στο Παρίσι¹ και στην Πράγα².

Η κατάσταση στη Ευρώπη απεικονίζει την επικίνδυνη ανεπάρκεια των υφιστάμενων πολιτικών συνεργασίας και αλληλεγγύης, σε μια εποχή όπου οι συγκρούσεις και οι αναγκαστικοί εκτοπισμοί πληθυσμών σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική πολλαπλασιάζονται.

Παγκοσμίως, ο αριθμός των εκτοπισμένων ξεπερνά τον πληθυσμό της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Ιταλίας (2017 Revision of World Population Prospects) – αγγίζοντας πρωτόγνωρα επίπεδα. Σχεδόν το 90 % (σύμφωνα με 2016 στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) των απελπισμένων προσφύγων και μεταναστών που έχουν εισέλθει στην Ευρώπη έχουν πληρώσει συμμορίες και οργανωμένους διακινητές ανθρώπων.  Ανταποκρινόμενες στις εξελίξεις, 193 χώρες μέλη της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (με τραγική εξαίρεση τις ΗΠΑ του Τραμπ) διαπραγματεύονται στο πλαίσιο του Global Compact for Migration μια συμφωνία που θα δώσει στις χώρες τη δέσμευση να μοιραστούν δίκαια την ευθύνη απέναντι σε ανθρώπους που μεταναστεύουν.

Παράλληλα, στην Ευρώπη η δημόσια συζήτηση επικεντρώνεται στη πρόταση για τη δημιουργία περιφερειακών «πλατφορμών αποβίβασης» (disembarkation platforms) σε χώρες της Βόρειας Αφρικής ή την Αλβανία, στις οποίες η ΕΕ θα παράσχει επιπλέον οικονομική και υλική βοήθεια. Στις εν λόγω πλατφόρμες  θα κρίνονται – υπό την επιτήρηση του ΟΗΕ και του ΔΟΜ – τα αιτήματα ασύλου, πριν δηλαδή οι αιτούντες φτάσουν στην Ευρώπη, και θα γίνεται ο διαχωρισμός ανάμεσα σε όσους μεταναστεύουν μόνο για οικονομικούς λόγους και σε όσους δικαιούνται άσυλο στην Ε.Ε. Η πρόταση αναμένεται να συζητηθεί στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής που έχει προγραμματιστεί για τις 28-29 Ιουνίου, ωστόσο η υλοποίησή της έχει διχάσει την επιστημονική και την πολιτική κοινότητα.

Στους υποστηρικτές της πρότασης συμπεριλαμβάνονται οι «σκληροί» – κυβερνήσεις ευρωσκεπτικιστών και εθνολαϊκιστών σε Αυστρία, Ουγγαρία και Πολωνία, και κόμματα στο εσωτερικό χωρών όπως το φλαμανδικό (ολλανδόφωνο) εθνικιστικό κόμμα (N-VA). Συντάσσονται επίσης χώρες όπως οι: Γερμανία, Δανία, Γαλλία, καθώς και μετριοπαθείς φωνές, οι οποίες τονίζουν ότι οι πλατφόρμες αποβίβασης μπορούν να καταστούν για την ΕΕ ένα αποτελεσματικό εργαλείο διαχείρισης της παράνομης μετανάστευσηw και καταπολέμησης των κυκλωμάτων διακινητών.

Σύμφωνα με την άποψη αυτή όλοι όσοι εντοπίζονται να εισέρχονται παράτυπα στην Ευρώπη πρέπει να χάνουν το δικαίωμα να ζητήσουν άσυλο στην ΕΕ και να στέλνονται πίσω κατά τα πρότυπα της αυστηρής (αντι-)μεταναστευτικής πολιτικής των «Κυρίαρχων Συνόρων» της Αυστραλίας. Σύμφωνα με το αυστραλιανό μοντέλο, οι μετανάστες που συλλαμβάνονται εν πλω έχουν την επιλογή είτε να επιστρέψουν στη χώρα προέλευσής τους είτε να μεταφερθούν στα Κέντρα Κράτησης που βρίσκονται εκτός του αυστραλιανού εδάφους.

Στη περίπτωση της Αυστραλίας η πολιτική αυτή που ακολουθήθηκε με συνέπεια και από τους κεντροαριστερούς και από τους κεντροδεξιούς είχε αποτέλεσμα (ο αριθμός των πλοίων που έφτασαν στην χώρα έπεσε δραματικά, από 48 τον Ιούλιο του 2013 σε ένα μόνο το 2014 και κανένα μέσα στα επόμενα δύο χρόνια ). Παράλληλα όμως δημιουργούνται τεράστια ηθικά και νομικά ζητήματα σε μία πολιτική που οδήγησε ταυτόχρονα σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και περιστατικά παραβίασης προσωπικών ελευθεριών στα νησιά όπου διατηρεί κέντρα κράτησης η Αυστραλία όπως τα νησιά Ναουρού και Μάνους της Παπούα – Νέας Γουινέας.

Το διακύβευμα τελικά είναι αμιγώς πολιτικό.  Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ (2017), καμία χώρα της ΕΕ δεν έχει ιδιαίτερα υψηλή πυκνότητα προσφύγων, εν αντιθέσει με τον Λίβανο (14 πρόσφυγες ανά 1.000 κατοίκους), την Ιορδανία (71 πρόσφυγες), και την Τουρκία (43 πρόσφυγες). Η αντίληψη ότι διαφορετικοί κανόνες ισχύουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι τα κράτη της Ε.Ε. μπορούν απλά να επιλέξουν την απομόνωση από την ανάληψη μιας ανάλογης δέσμευσης είναι βαθιά αντιπαραγωγική, αντιπροσωπεύει ένα κλασικό πρόβλημα συλλογικής δράσης, ενώ μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτου τύπου συγκρούσεις .

Κανένα κράτος δεν θα είναι πρόθυμο να επεκτείνει μονομερώς την πρόσβαση στο άσυλο, εάν αυτό συνεπάγεται μη ρεαλιστικές οικονομικές ή πολιτικές προσδοκίες, εάν δεν υπάρχει διεθνής αλληλεγγύη ή εάν άλλα κράτη δεν ακολουθήσουν το ίδιο παράδειγμα. Σίγουρα δεν είναι το μακροπρόθεσμο συμφέρον της Ευρώπης η μη δίκαιη κατανομή των βαρών (fair burden-sharing), ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όχι μόνο οι πρόσφυγες του κόσμου, αλλά και κράτη, θα μπορούσαν να επωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από μια πιο ανοικτή και συντονισμένη απάντηση.

Η οικονομική κρίση αφορούσε τον πυρήνα της λειτουργίας του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής προστασίας και δημιούργησε μείζονα προβλήματα και διασπάσεις στα σοσιαλδημοκρατικά και αριστερά κόμματα.

Το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα, με τις πολύ μεγάλες διαστάσεις που παίρνει σήμερα ακουμπά τον πυρήνα του φόβου για την διατήρηση της εθνικής κουλτούρας και των πολιτισμικών και οικονομικών κανόνων των επιμέρους κοινωνιών , δημιουργεί επομένως προβλήματα εσωτερικών συγκρούσεων και διασπάσεων  στα χριστιανοδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης.

Τα φιλελεύθερα κόμματα αδυνατούν να πείσουν για τους κανόνες λογικής και αλληλεγγύης στις παγκοσμιοποιημένες σημερινές κοινωνίες, ενώ ο αριστερός και δεξιός λαϊκισμός κινείται ανάλογα με την ένταση του προβλήματος πχ. κοινωνικό στην Ελλάδα, προσφυγικό στην Ιταλία και επιτυγχάνει προσωρινές και πύρρειες νίκες.

Η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής έχει μεγάλη σημασία για τις αποφάσεις που θα ληφθούν (αν ληφθούν) και για την Ελλάδα την οποία η γεωγραφία και η δική της πολιτική διαχείριση την έφεραν στο κέντρο και των δύο μεγάλων κρίσεων.

¹Το ένα διοργανώθηκε στο Sciences Po στο Παρίσι στο πλαίσιο του Standing Group on the European Union υπό την αιγίδα του European Consortium for Political Research

²Το άλλο στο Charles University στην Πράγα στο πλαίσιο του Horizon2020 ερευνητικού έργου SIRIUS


* Η Μαρίλη Μέξη είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, διευθύντρια του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη