Επρεπε να έρθει η Κυριακή για να καταλάβουν (το ελπίζω, δηλαδή) και οι τελευταίοι δύσπιστοι και αναβλητικοί ότι η δημιουργία ενός νέου και μεγάλου κόμματος στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας και της Kεντροαριστεράς είναι όρος για την επιβίωση του χώρου και την έξοδο της χώρας από την κρίση. Την Κυριακή στην Ισπανία στις εθνικές εκλογές και στην Ελλάδα στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ επιβεβαιώθηκε ότι τα μεγάλα κόμματα κατά κανόνα δεν αυτοκτονούν. Ακόμα και στις δυσκολότερες φάσεις, επάνω στην κρίση τους, έχουν αντανακλαστικά και ισχυρούς δεσμούς μέσα στην κοινωνία επειδή έχουν ρίζες σε μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες.
Σε συνδυασμό με τις εκλογές και τις εξελίξεις σε Γαλλία και Πορτογαλία διαψεύστηκαν οι φόβοι ή και οι ελπίδες κάποιων για εξαέρωση ή περιθωριοποίηση των σοσιαλιστικών κομμάτων τα οποία απέδειξαν ανθεκτικότητα και επιβεβαίωσαν τον κεντρικό και αναντικατάστατο ρόλο τους σαν δημοκρατική, εθνική και ταυτοχρόνως ευρωπαϊκή δύναμη ευθύνης. Η πολιτική λιτότητας που αναγκαστικά εφάρμοσαν, τα έπληξε αλλά άντεξαν. Αντιθέτως τα κεντρώα, φιλελεύθερα, πράσινα και παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα ή διαδραματίζουν συμπληρωματικό ρόλο ή απομονωμένα περιθωριοποιούνται.
Στην χώρα μας, το μικρό Γαλατικό χωριό της ΕΕ, έχουμε βέβαια τις ιδιαιτερότητές μας και όπως καλά ξέρουμε οι ιδιαιτερότητες σπάνια έχουν θετικό πρόσημο, συνήθως επιβεβαιώνουν υστερήσεις και στρεβλώσεις. Η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται στην μαζική μετανάστευση του κύριου όγκου ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και στον λαϊκισμό που κυριάρχησε μετά το 2004 την κρίσιμη πενταετία της ΝΔ, όπου η χώρα έμεινε ανοχύρωτη μπροστά στην επερχόμενη κρίση.
Αν δεν υπάρξει μια νέα μεγάλη μεταρρυθμιστική Κεντροαριστερά τότε ο κίνδυνος εδραίωσης ενός δικομματισμού ανάμεσα σε μια σχετικά ανανεωμένη αλλά ακόμα ανίσχυρη ΝΔ και ένα φθίνοντα αλλά ακόμα ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ είναι υπαρκτός
Η σημερινή κυβέρνηση αποτελεί ευρωπαϊκή μοναδικότητα. Συγκροτείται σε εθνικολαϊκιστική προγραμματική βάση από ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ με την αισχυντηλή αλλά συνεχή στήριξη του Καραμανλή. Κατά τούτο οι διαδικασίες στην ΝΔ, αν μάλιστα ολοκληρωθούν με την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτελούν θετικό βήμα απογαλακτισμού από μια υπερεκτιμημένη στο εσωτερικό της ΝΔ προσωπικότητα και μια πολιτική που ουσιαστικά χρεωκόπησε την χώρα την περίοδο 2004 2009. Μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει θετικό βήμα και για την Κεντροδεξιά και για την χώρα. Η χώρα χρειάζεται μια σύγχρονη Κεντροδεξιά. Πιστεύω όμως ότι ακόμα περισσότερο χρειάζεται μια ισχυρή Κεντροαριστερά και αυτήν δεν μπορεί να την εκφράσει ο ΣΥΡΙΖΑ παρά τις αναγκαστικές προσαρμογές του, απλούστατα γιατί δεν τις πιστεύει.
Αυτή δεν είναι μόνο η ευρωπαϊκή εμπειρία είναι και ελληνική όπως αποδείχθηκε την καλή για τον τόπο οκταετία 1996 2004. Αν δεν υπάρξει μια νέα μεγάλη μεταρρυθμιστική Κεντροαριστερά τότε ο κίνδυνος εδραίωσης ενός δικομματισμού ανάμεσα σε μια σχετικά ανανεωμένη αλλά ακόμα ανίσχυρη ΝΔ και ένα φθίνοντα αλλά ακόμα ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ είναι υπαρκτός. Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι σε βάθος χρόνου η λύση για την χώρα θα προκύψει από μια ανανεωμένη ΝΔ. Και προφανώς είμαι πεισμένος ότι δεν υπάρχει μέλλον με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η διπλή παραδοχή θα θέσει τον κόσμο της Κεντροαριστεράς και του μεταρρυθμιστικού κέντρου μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις και διλήμματα.
Με δεδομένη την επιτακτική ανάγκη για απαλλαγή αφενός από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ και πολιτική σταθερότητα αφετέρου, η καθαρή λύση της ενίσχυσης του ΠΑΣΟΚ- Δημοκρατική Συμπαράταξη και της επιβίωσης του Ποταμιού, θα έχει περιορισμένη απήχηση. Μη έχοντας μετρήσιμη εναλλακτική λύση στον σοσιαλδημοκρατικό – μεταρρυθμιστικό χώρο, είναι εξαιρετικά πιθανό μετριοπαθείς κεντροαριστεροί και κεντρώοι να στραφούν προς μια ανανεωμένη ΝΔ ενώ οι πιο ριζοσπάστες και αντιδεξιοί να παραμένουν εγκλωβισμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συγκρότηση, λοιπόν, ενός νέου και μεγάλου σχηματισμού στον κεντροαριστερό-μεταρρυθμιστικό χώρο είναι το σημείο συνάντησης δυνάμεων που είναι κομματικά άστεγες και δυνάμεων που στεγάζονται σήμερα στο ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.
Υπαρξιακό πρόβλημα
Οι εξελίξεις στην ΝΔ θέτουν εκ των πραγμάτων υπαρξιακό πρόβλημα στο Ποτάμι. Οι όποιες ελπίδες για επαναπατρισμό φιλελεύθερων ψηφοφόρων εξαφανίστηκαν. Η θεοποίηση του νέου και η συλλήβδην καταδίκη του παλιού, η πολιτική «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε να μας ενισχύσετε αμφίπλευρα» απέτυχε. Ο μετεωρισμός ανάμεσα σε πολιτικές ταυτότητες που ακυρώνει τελικά την όποια πολιτική ταυτότητα συνεχίστηκε μέχρι την τελευταία στιγμή. Το Ποτάμι που στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμμετέχει στην ομάδα των σοσιαλιστών και δημοκρατών στην Ισπανία υποστήριξε τους φιλελεύθερους (;) Ciudadanos. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι από τον περίγυρο του Ποταμιού εκπορεύονται απόψεις είτε για ισχυρή στήριξη του Κυριάκου Μητσοτάκη είτε για «ρεαλιστική» στήριξη του Τσίπρα. Ενίοτε από τους ίδιους ανθρώπους. Η σύγχυση είναι απόλυτη. Παρά ταύτα στο Ποτάμι υπάρχει πολύτιμη πρώτη ύλη για το νέο και μεγάλο κόμμα. Και αν ο Σταύρος Θεοδωράκης και η ηγετική ομάδα του Ποταμιού βρούνε την δύναμη να ενσωματώσουν το Ποτάμι στην νέα προσπάθεια θα δικαιώσουν από άλλο δρόμο όσους με ειλικρινή διάθεση αναζήτησης του νέου στρατεύτηκαν δίπλα τους. Δεν έχω μεγάλες ελπίδες αλλά πάλι ποτέ δεν ξέρεις. Σε κάθε περίπτωση όσοι συνειδητοποιούν ότι το εγχείρημα εξάντλησε την δυναμική του πρέπει επιτέλους να μιλήσουν.
Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι σε βάθος χρόνου η λύση για την χώρα θα προκύψει από μια ανανεωμένη ΝΔ. Και προφανώς είμαι πεισμένος ότι δεν υπάρχει μέλλον με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η διπλή παραδοχή θα θέσει τον κόσμο της Κεντροαριστεράς και του μεταρρυθμιστικού κέντρου μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις και διλήμματα.
Στο ΠΑΣΟΚ τα πράγματα είναι διαφορετικά, το διά ταύτα όμως ίδιο. Το ΠΑΣΟΚ δεν αντιμετωπίζει κίνδυνο εξαφάνισης όπως το Ποτάμι αλλά στασιμότητας σε μια μικρομεσαία δύναμη. Αυτό είχε γίνει αντιληπτό στο τελευταίο του συνέδριο, γι’ αυτό και η απόφαση για ιδρυτικό συνέδριο. Η απόφαση τέθηκε στο αρχείο και θεωρήθηκε επαρκής νεωτερισμός η μεταμφίεση του ΠΑΣΟΚ σε Δημοκρατική Συμπαράταξη, με την ελπίδα ότι το σχήμα αυτό θα ανακάμψει και θα επωφεληθεί από τις αστοχίες του ΣΥΡΙΖΑ. Ελλείψει άλλου σχήματος ψήφισα – όπως και πολλοί άλλοι- Δημοκρατική Συμπαράταξη αλλά δεν μπορώ να πω ότι έχει δυναμική το εγχείρημα. Πιστεύω ότι σε επαφή με την πραγματικότητα είναι η διαπίστωση του Κώστα Σημίτη, ότι το ΠΑΣΟΚ «έκλεισε τον κύκλο του και θα πρέπει να αναγεννηθεί, πρωτοστατώντας σε ένα ευρύτερο κίνημα της Κεντροαριστεράς, με επεξεργασμένο προγραμματικό λόγο και σαφές στίγμα».
Και ενώ όλα παραπέμπουν στην αναγκαιότητα διεργασιών ιδρυτικού χαρακτήρα, ενώ αυτή είναι η απαίτηση χιλιάδων ανθρώπων και συμπυκνώνεται στην προστακτική «κάντε κάτι» τίποτε δεν γίνεται. Ατολμία, εγωισμοί, μικροκομματικές σκοπιμότητες επιτρέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ και από την Κυριακή και στην ΝΔ να έχουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Άλλοι περιμένουν τον ένα, ο ένας περιμένει τους άλλους να του τα προσφέρουν όλα στο πιάτο… η κλεψύδρα αδειάζει και κινδυνεύουμε (άλλη μια ελληνική ιδιαιτερότητα) να είμαστε η μοναδική χώρα του Νότου της ΕΕ χωρίς ισχυρό σοσιαλιστικό-κεντροαριστερό κόμμα.
Η λύση είναι απλή και χιλιοειπωμένη. Μια ομάδα από ό,τι καλύτερο διαθέτει ο χώρος αναλαμβάνει την ευθύνη της πορείας προς το ιδρυτικό συνέδριο. Εκεί αποφασίζεται το προγραμματικό πλαίσιο και δεσμεύονται οι πάντες να το υπηρετήσουν και να συμπορευτούν. Αμέσως μετά -και αφού απεδείχθη ότι δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσουν όλοι στον ένα- ο λαός της Κεντροαριστεράς καλείται να εκλέξει τον/την πρόεδρο της παράταξης και υποψήφιο/α Πρωθυπουργό. Την επομένη ο ισχυρός πόλος της Κεντροαριστεράς είναι ήδη γεγονός.