Απόψεις

O κρατισμός στην Παιδεία

Ενα βιβλίο ακτινογραφεί τις αιτίες αλλά και τις ολέθριες συνέπειες που προκύπτουν από τον διαρκή σφικτό εναγκαλισμό του κράτους στην εκπαίδευση και ιδιαίτερα στην πρώτη και δεύτερη βαθμίδα της
Τάκης Μίχας

Το Νοτιοβαλκανικό μόρφωμα που προέκυψε τον 19ο αιώνα ήταν ένα γεωγραφικό και ιστορικό ατύχημα. Γεωγραφικό ατύχημα διότι τυχαίως οι στόλοι των Μεγάλεων Δυνάμεων βρέθηκαν την δεδομένη στιγμή στα ανοικτά του Ναυαρίνου. Ιστορικό ατύχημα διότι τυχαίως στην Ευρώπη είχε γίνει της μόδας αυτό που ο Cyril Mango oνόμαζε «ρομαντικός φιλελληνισμός» που ξετρελαινόταν με οτιδήποτε αρχαιοελληνικό και έβλεπε στους Ρωμιούς τους ένδοξους «απόγονους του Περικλή».

Από τη στιγμή λοιπόν που προέκυψε το «ατύχημα», οι άρχουσες συμμορίες (προς Θεού μη μιλάμε για «τάξεις») προσπάθησαν με κάθε τρόπο να νομιμοποιήσουν την ύπαρξή του (και την δικιά τους) δημιουργώντας «υπηκόους» που θα αναμασούσαν άκριτα το «εθνικό αφήγημα». Σ’ αυτή την προσπάθεια ο ρόλος της εκπαίδευσης, όπως έχει υπογραμμίσει ο Κ. Τσουκαλάς, υπήρξε καθοριστικός. Γι’ αυτό ο εναγκαλισμός της Παιδείας από το κράτος ήταν και θα παραμείνει ασφυκτικός.

Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ και 33η σε σύνολο 40 χωρών σε ζητήματα εκπαίδευσης, σύμφωνα με έρευνα του Economist για λογαριασμό του εκδοτικού οίκου Pearson

Τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Παιδείας από το κράτος και τις συνέπειές του ακτινογραφεί το πρόσφατα εκδοθέν συναρπαστικό βιβλίο του Τάσου Αβραντίνη «Εκπαίδευση: Ελεύθερη Επιλογή»

Οπως γράφει: «Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, υπό την επίδραση των εξισωτικών αντιλήψεων που ζητούν εκπαιδευτική ομοιομορφία, έχει καταστεί το πλέον άκαμπτο και συγκεντρωτικό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και κατά τέτοιο τρόπο οργανωμένο ώστε να ευνοούνται όχι οι χρήστες των υπηρεσιών, οι μαθητές δηλαδή και οι γονείς, αλλά οι πάροχοι αυτών, το διδακτικό προσωπικό και η εκπαιδευτική γραφειοκρατία. Το κάθε τι στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα καθορίζεται ή απαγορεύεται από το υπουργείο Παιδείας. Το κράτος, λ.χ., με αποκλειστικό κριτήριο τον τόπο διαμονής των γονέων αποφασίζει σε ποιο δημόσιο σχολείο θα φοιτήσει ένα παιδί, αποφασίζει με τα αναλυτικά προγράμματα του υπουργείου Παιδείας τι θα διδαχθούν οι μαθητές -ανεξαρτήτως εάν φοιτούν σε δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο-, αποφασίζει για τα τυπικά προσόντα του διδακτικού προσωπικού, έχει θεσπίσει ένα και μόνο σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια, απαγορεύει τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, την κατ’ οίκον εκπαίδευση κ.ο.κ.»

Οι περιορισμοί που θέτει το κράτος

Και τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά. Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ και 33η σε σύνολο 40 χωρών σε ζητήματα εκπαίδευσης, σύμφωνα με έρευνα του Economist για λογαριασμό του εκδοτικού οίκου Pearson. Επίσης καταλαμβάνει μια από τις τελευταίες θέσεις ανάμεσα στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ αλλά και της ΕΕ στον δείκτη της επιλογής σχολείου (school choice aggregate score), μολονότι στην πράξη υφίσταται έντονος ανταγωνισμός ανάμεσα στα σχολεία για την προσέλκυση μαθητών.

Οι περιορισμοί που θέτει το κράτος είναι πολλοί και καταστροφικοί. Ενας πολύ σημαντικός είναι ο γεωγραφικός, σύμφωνα με τον οποίο το παιδί θα πρέπει να φοιτήσει σε σχολείο της περιοχής του. Αυτό φυσικά έχει ως αποτέλεσμα ότι τα παιδιά των χαμηλότερων οικονομικών τάξεων είναι αναγκασμένα να φοιτούν σε σχολεία υποβαθμισμένων περιοχών και να μην μπορούν να φοιτήσουν στα καλύτερα δημόσια σχολεία τα οποία βρίσκονται συνήθως σε εύπορες περιοχές.

Η κατ’ οίκον εκπαίδευση

Μια άλλη απαγόρευση αφορά την «κατ’ οίκον εκπαίδευση» που αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο παγκοσμίως. Σήμερα η κατ’ οίκον εκπαίδευση επιτρέπεται σε 16 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης-αλλά όχι στην Ελλάδα.

Ενα άλλο σημαντικό σημείο αφορά στην μονολιθικότητα της εκπαίδευσης. Είτε λέγεται ιδιωτικό είτε λέγεται δημόσιο το σχολείο πρέπει να ακολουθεί το ασφυκτικό πρόγραμμα του υπουργείου Παιδείας, το οποίο αφήνει ελάχιστα περιθώρια για να «ανθίσουν εκατό χιλιάδες λουλούδια».

Τέλος, ένα άλλο μειονέκτημα του συστήματος που περιορίζει την ελεύθερη επιλογή είναι ότι δεν επιτρέπει στα παιδιά των οικονομικά ασθενέστερων τάξεων να φοιτήσουν σε ιδιωτικά σχολεία -ακόμα και όταν αυτά είναι καλύτερα από τα δημόσια. Διότι απλούστατα δεν τους παρέχει καμία οικονομική βοήθεια, όπως θα γινόταν κάτω από ένα σύστημα «κουπονιών παιδείας»

Ομως το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αποδεικνύει και κάτι άλλο. Οτι στην Ελλάδα τουλάχιστον, η ανταποδοτική βάση του φορολογικού συστήματος είναι μύθος. Με άλλα λόγια στην Ελλάδα οι φόροι δεν είναι μια πληρωμή για ένα κοινωνικό αγαθό αλλά μία τιμωρία που σου επιβάλλει το κράτος για κάποιο αδιευκρίνιστο προπατορικό αμάρτημα.

Αν η φορολογία ήταν ανταποδοτική, τότε τα δίδακτρα που καταβάλλει ο πολίτης στα ιδιωτικά σχολεία θα εξέπιπταν από τους φόρους που πληρώνει

Η περίπτωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το αποδεικνύει απόλυτα. Αν η φορολογία ήταν ανταποδοτική, τότε τα δίδακτρα που καταβάλλει ο πολίτης στα ιδιωτικά σχολεία θα εξέπιπταν από τους φόρους που πληρώνει. Διότι ο πολίτης δεν κάνει χρήση του αγαθού που του προσφέρει το κράτος, όπως ακριβώς συμβαίνει στο 30% των χωρών του ΟΟΣΑ. Ομως στην Ελλάδα ο πολίτης όχι απλώς δεν μπορεί να αφαιρέσει τα δίδακτρα από τους φόρους που πληρώνει αλλά επί πλέον αυτά χρησιμοποιούνται ως τεκμήριο διαβίωσης! Εχουν λοιπόν άδικο να υποστηρίζουν οι πολίτες (μεταξύ των οποίων και ο υπογράφων) ότι στην Ελλάδα η φοροαποφυγή δεν είναι απλώς θεμιτή αλλά και ηθικά επιβεβλημένη;

Ενα άλλος φυσικά ουσιαστικός τομέας που δείχνει τον απόλυτο εναγκαλισμό κράτους και Παιδείας, είναι ο τομέας της Ανώτατης εκπαίδευσης και αφορά την απαγόρευση λειτουργίας οποιουδήποτε εξωκρατικού φορέα.

Θα πρέπει εδώ να αποσαφηνισθεί ένα θέμα. Η απαγόρευση της λειτουργίας μη κρατικών πανεπιστημίων δεν είναι «αριστερή» πολιτική ούτε εκφράζει κατ’ ανάγκη καμιά «αριστερή» φιλοσοφία. Είναι ενδεικτικό ότι η Χούντα ήταν κάθετα εναντίον της ίδρυσης ιδιωτικών ανωτάτων σχολών. Ετσι στην συζήτηση για το Σύνταγμα του 1968 (την οποία παραθέτει ο Τ.Α.) διαβάζουμε:

«Θ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (υπ. Παιδείας): Πρέπει ν ποκλεισθ (η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων). Διότι θ λθουν διται ο ποοι θ δρύσουν ν Πανεπιστήμιον, θ εσπράττουν δίδακτρα κα σονδήποτε κα ἐὰν πόκεινται ες τν λεγχον τς πολιτείας, στάθμη τς κπαιδεύσεως τν ποίαν θ παρέχουν θ εναι πωσδήποτε κατωτέρα.

Γ.ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ (πρόεδρος της κυβερνήσεως) Μήπως ἐὰν νοίξωμεν τος σκος το Αόλου πρς τν διωτικν κπαίδευσιν μ τν φισταμένην ντονον τάσιν λων ν λάβουν να δίπλωμα, θ δημιουργηθ να πολυπληθς πιστημονικν προλεταριτον, πέρμετρος διόγκωσις το ποίου θ χ δυσμενες κοινωνικς πιπτώσεις, συνεπεί τν φισταμένων σήμερον ντικειμενικν δυναμιν πορροφήσεώς των πρς τος αντιστοίχους κλάδους τς παραγωγς κα τς πιστήμης… Νομίζω, τι δν πρέπει ν μιλμεν περ το νοίγματος τς νωτάτης κπαιδεύσεως πρς τος διώτας».

  Ο ρόλος της Παιδείας στην Ελλάδα ήταν ένας και μοναδικός: Να «σφυρηλατήσει» την «εθνική ομοιογένεια» στη βάση της πλατφόρμας του «ελληνοχριστιανισμού»

Από την άλλη πλευρά η ύπαρξη ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι όχι απλώς αποδεκτή αλλά και αντιμετωπίζεται θετικά σε κατ’ εξοχήν σοσιαλιστικά κράτη όπως η Βενεζουέλα ,το Εκουαδόρ και η Βολιβία. Οποτε συζήτησα αυτό το θέμα με τους συντρόφους στην Λατινική Αμερική, η απάντηση τους ήταν η ίδια: «Η ύπαρξη ιδιωτικών πανεπιστημίων μάς επιτρέπει να έχουμε περισσότερους πόρους στη διάθεσή μας για την βελτίωση των δημοσίων πανεπστημίων».

Για να καταλήγω, το βιβλίο του Τάσου Αβραντίνη αποτελεί απαραίτητη ανάγνωση για οποιονδήποτε επιθυμεί να κατανοήσει την λειτουργία του κρατισμού στα σχολεία. Ομως έχω μία βασική αντίρρηση.

Ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της Παιδείας από το κράτος, όπως ανέφερα και στην αρχή του άρθρου, δεν είχε ως στόχο ούτε να παραχθεί καλύτερη εκπαίδευση, ούτε για να υπάρξει μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε για να υπάρξει μεγαλύτερη οικονομική αποτελεσματικότητα. Ο ρόλος της Παιδείας στην Ελλάδα ήταν ένας και μοναδικός: Να «σφυρηλατήσει» την «εθνική ομοιογένεια» στη βάση της πλατφόρμας του «ελληνοχριστιανισμού». Οσα λοιπόν ορθολογικά επιχειρήματα και να προσφέρουν αξιόλογοι φιλελεύθεροι διανοητές όπως ο συγγραφέας του βιβλίου φοβάμαι ότι δυστυχώς χτυπάνε την λάθος πόρτα. Την ελεύθερη επιλογή, την χειραφέτηση της Παιδείας από το κράτος, την «ανάδειξη» 100 χιλιάδων σχολών σκέψης» – όλα αυτά τα εξαιρετικά ιδεώδη δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο ή κυρίως τις συντεχνίες και την «εξισωτική σκέψη» όπως φαίνεται να πιστεύει ο συγγραφέας.

Εχουν να αντιμετωπίσουν, πάνω απ’ όλα, το ιδεολογικό DNA πάνω στο οποίο σφυρηλατείται η σύγχρονη Ελλάδα.

Υποθέτω άλλωστε ότι δεν έχουν διαφύγει της προσοχής του συγγραφέα οι δηλώσεις των ηγετικών στελεχών της ΝΔ κάθε φορά που κάποιο στέλεχος της κυβέρνησης κάνει κάποια «ανορθόδοξη»(αλλά επιστημονικά ορθή) δήλωση για τα περίφημα «εθνικά θέματα»;