Λέω να ξεπεράσουμε το μικρό σοκ από την υπουργοποίηση του Φώτη Κουβέλη και μάλιστα σε θέση δίπλα στον σύντροφο Πάνο Καμμένο. Αλλωστε, δεν μένουν και πολλά να πεις για μια τέτοια επιλογή. Ελπίζουμε μόνο να μην τους δούμε μαζί με καμία στολή παραλλαγής. Δεν θα το αντέξουμε κι αυτό.
Ας το αφήσουμε. Να μην αφήσουμε, όμως, το θέμα που αποτέλεσε την αφορμή για τον μίνι-ανασχηματισμό. Δεν πρέπει να ξεχαστεί έτσι εύκολα. Διότι αποτελεί καίριο ζήτημα για τη λειτουργία του κοινοβουλευτικού συστήματος και των προσώπων που εκλέγονται για να το υπηρετούν. Ας προσπαθήσουμε να το εξηγήσουμε.
Η ελληνική κοινωνία είναι μια συντεχνιακή κοινωνία (κορπορατίστικη, για να το πούμε… επιστημονικά!). Πλήθη ομάδων, κυρίως επαγγελματικών, αλλά και άλλων επιζητούσαν και εξασφάλιζαν προνόμια παντός είδους: οι εφοπλιστές, οι βιομήχανοι, οι δικηγόροι, οι γιατροί, οι μηχανικοί, οι δικαστές, οι καθηγητές πανεπιστημίου, οι ΔΕΗτζήδες, οι ΟΤΕτζήδες, οι εφοριακοί, οι δημοσιογράφοι, οι Μητροπολίτες και πάει λέγοντας. Εννοείται ότι όσο πιο μεγάλη ισχύ ή επιρροή είχαν, τόσο μεγαλύτερα ήταν και τα προνόμια.
Οι πολιτικοί είναι μια τέτοια κατηγορία από μόνοι τους. Για έναν απλό λόγο. Διότι είναι η μοναδική κατηγορία (μαζί με τους δικαστές, σε ορισμένα) που αποφασίζουν για τους εαυτούς τους. Αυτοί σχεδιάζουν ένα επίδομα, αυτοί το ψηφίζουν, αυτοί το καρπώνονται.
Στα τελευταία χρόνια της κρίσης όλες οι άλλες συντεχνιακές ομάδες έχασαν τα περισσότερα ή και όλα τα προνόμια που είχαν. Ορισμένες δε υπέστησαν και επαγγελματική πανωλεθρία. Ολες πλην των πολιτικών. Σ’ αυτούς έγιναν μεν ορισμένες «προσαρμογές (αλλιώς το λένε «εξορθολογισμό»), αλλά μέχρι εκεί. Εχασαν ελάχιστα σε σύγκριση με όλους τους άλλους. Και, κυρίως, δεν έχασαν το κυριαρχικό δικαίωμα να ψηφίζουν στα μουλωχτά τροπολογίες σαν κι αυτή που μας απασχολεί τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή το επίδομα στέγης των εξωκοινοβουλευτικών υπουργών. Το οποίο ενεπνεύσθη μια σηπία ονόματι Μάρδας και την πλήρωσε το εξ Αμερικής ζεύγος, το οποίο δεν έχει σχέση με την ελληνική πραγματικότητα κι έτσι την πάτησε.
Ας ξεφύγουμε από το συγκεκριμένο και ας αποπειραθούμε να δούμε αν υπάρχει κάποια λύση, ώστε να εκλείψουν τέτοια φαινόμενα και να σταματήσει η απαξίωση της πολιτικής-ένα κλισέ που επαναλαμβάνεται και είναι άνευ νοήματος. Και δεν θα σταματήσει ούτε με λαϊκισμούς του τύπου «όλοι ίδιοι είναι» ούτε με αερολογίες σαν την προχτεσινή του Τσίπρα «κάποιοι παραιτούνται για 23.000 ευρώ και κάποιοι κάνουν τον Κινέζο για 23 δισεκατομμύρια».
Ο Τσίπρας συγχέει σκόπιμα την μικροδιαφθορά των επιδομάτων (στην οποία είναι μέσα και οι δικοί του) με την μεγάλη διαφθορά (πχ της φαρμακοβιομηχανίας), στην οποία είναι μόνο οι άλλοι. Δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί («το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς» γαρ, τρομάρα του…) ότι και οι δικοί του, αν κυβερνήσουν (όχι 30 χρόνια αλλά) μια-δυο τετραετίες ακόμα, μπορεί να φτιάξουν μια νέα Novartis.
Λοιπόν, για να μην παίζουν τις κουμπάρες μεταξύ τους, όπως παίζουν με το απαράδεκτο άρθρο 86 του Συντάγματος, που τους παρέχει σκανδαλώδη ασυλία, ας λύσουν μια κι έξω τα οικονομικά τους, με τρόπο διαυγή, ευθύ και τελεσίδικο. Αντί να ανακαλύπτουν ένα επίδομα εδώ, μια ξεχωριστή αμοιβή για συμμετοχή σε επιτροπές εκεί, κάτι έξοδα γραφείου παραπέρα, ας συγκροτήσουν μια επιστημονική επιτροπή, η οποία να αποφανθεί ποιος πρέπει να είναι σήμερα ο βουλευτικός και υπουργικός μισθός. Κι εκεί να συνυπολογιστούν όλα, ώστε να σταματήσουν τα κολπάκια και οι επινοήσεις, που κάνουν κάποιους ρεζίλι κάθε τρεις και λίγο.
Πόσα χρειάζεται σήμερα, στην Ελλάδα της κρίσης, ένας βουλευτής ή (και) υπουργός για να ζει και να δουλεύει αξιοπρεπώς; Εγώ λέω ότι ο σημερινός βουλευτικός μισθός (περίπου 6.000 ευρώ) είναι υπερ-αρκετός: είναι δεκαπλάσιος του βασικού (586 ευρώ). Αλλά μπορεί να χρειάζεται και παραπάνω. Ας το μελετήσουν, ας το συζητήσουν διεξοδικά, ας το θεσμοθετήσουν. Και ας κόψουν όλα τα υπόλοιπα, για να τελειώνουμε και να τελειώνουν και οι ίδιοι με τα κατά καιρούς ρεζιλίκια τους. Στο κάτω κάτω της γραφής το βουλευτιλίκι και το υπουργιλίκι δεν είναι επάγγελμα κι ας το έχουν κάνει τέτοιο. Όποιος δεν βγαίνει με 6.000 ευρώ το μήνα, ας γυρίσει στο επάγγελμά του να βγάζει περισσότερα.
Είναι ευθύνη του Προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση να δώσει μια λύση. Δεν το έκαναν οι προηγούμενοι, ας πάρει αυτός την πρωτοβουλία. Δεν του μένει πολλή θητεία ακόμα, ας το τολμήσει. Για να λύσει ένα καίριο πρόβλημα του πολιτικού συστήματος. Αν φιλοδοξεί να αφήσει κάτι πίσω του.
Δηλαδή, να αφήσει κάτι που θα προστατεύει πρωτίστως την αξιοπρέπεια των ιδίων. Τα υπόλοιπα(ηθικολογίες και πλεονεκτήματα) είναι πομφόλυγες, που συν τω χρόνω οδηγούν στο ισοπεδωτικό «όλοι ίδιοι είναι».
Μόνο έτσι, δηλαδή με μια απλή και καθαρή λύση για τα του οίκου τους, θα αποφύγουν τη διαρκή αμφισβήτηση, που οδηγεί σε ολοκληρωτική απαξίωση. Ο Δημήτριος Καμπούρογλου το είχε πει έτσι εδώ και έναν αιώνα: «Καθαρόν πράγμα δεν είναι ό,τι επλύθη, αλλ’ ό,τι δεν ελερώθη».