Τα εξώφυλλα με τους χρησμούς είναι σαν τα ιντερνετικά memes της εποχής. Ρίχνουν στον έξω κόσμο έναν προβληματισμό σε κοινή θέα. Μια φράση που αιωρείται αυτόνομη. Σε περίπτερα, στο δρόμο, στις στάσεις των λεωφορείων. Σαν μπαλονάκι από κόμικ. Ο κοινωνικός προβληματισμός των νοημόνων παίρνει ένδυμα pop κουλτούρας για να παρέμβει.
Τον Απρίλιο του 1966 σε μια θρησκευόμενη Αμερική που έβλεπε το κίνημα της νεανικής αμφισβήτησης να προελαύνει τσαλαπατώντας τις βασικές της τις αρχές, το περιοδικό ως σφυγμομέτρης ακριβείας έθεσε επί τάπητος το ερώτημα αν έχει πεθάνει ο Θεός. Σαν να έλεγε στην κοινωνία «ας σταματήσουμε να κρυβόμαστε, να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε και ας το συζητήσουμε». Εξάλλου το να αναγνωρίζεις το «πρόβλημα» είναι το σημαντικότερο βήμα για τη λύση του.
Πενηνταένα χρόνια αργότερα είναι προφανές ότι ο «Θεός» έχει αντικατασταθεί από την «Αλήθεια» – μεγάλη πρόοδος αν το σκεφτεί κανείς. Και είναι αυτή που τώρα κινδυνεύει από το κίνημα αμφισβήτησης της εποχής: τον «Τραμπισμό». Οπότε το ίδιο περιοδικό, με τα ίδια αντανακλαστικά επαναφέρει πάλι ως σφυγμομέτρης ακριβείας το ίδιο ακριβώς ερώτημα. Που με την σοκαριστική ευθύτητά του στην ουσία ανακοινώνει το τέλος μιας εποχής. Με άλλα λόγια το Time βγάζει το αγγελτήριο θανάτου της εποχής του ορθολογισμού. Και μας λέει ευθέως «αντιμετωπίστε το».
Αν δούμε όμως την εξέλιξη των ερωτημάτων που τέθηκαν από το Time με διαφορά μισού αιώνα, τα πράγματα δεν μοιάζουν τόσο απαισιόδοξα. Γιατί τα 50 χρόνια σε κλίμακα Ιστορίας δεν είναι παρά μερικά nanosecond. Και μέσα σε αυτά τα nanosecond το εκκρεμές πήγε από την αμφισβήτηση του Θεού στην παγκόσμια θρησκευτική υστερία. Δηλαδή στην εποχή όπου το ορθολογιστικό είσαι ό,τι ξέρεις έχει αντικατασταθεί με το θρησκειολογικό είσαι ό,τι πιστεύεις (σε γεγονότα, Θεό κ.ο.κ).
Υπό αυτό το πρίσμα, όπου τα δύο εξώφυλλα του Time αποτελούν τις δύο άκρες της διαδρομής ενός εκκρεμούς μπορεί κάποιος να ελπίζει ότι το τέλος της εποχής του post truth έχει αρχίσει. Και ότι το εκκρεμές έχει αρχίσει να κινείται προς το σημείο ισορροπίας του. Στο κέντρο.