Ας είμαστε ξεκάθαροι με ένα πράγμα. Ο μόνος λόγος για τον οποίο η ΔΕΗ δεν έχει μετεγκαταστήσει μέχρι σήμερα το χωριό των Αναργύρων, με αποτέλεσμα μόνο από θαύμα να μην θρηνούμε εκατοντάδες θύματα μετά την κατάρρευση του ορυχείου στο Αμύνταιο, είναι καθαρά οικονομικός. Και αυτό διότι δεν την υποχρεώνει ο νόμος. Στην Ελλάδα οι νόμοι προστατεύουν τους μεγάλους ρυπαντές εις βάρος των πολιτών.
Η –ας ελπίσουμε ανεξάρτητη– έρευνα θα ρίξει φως στα αίτια της καταστροφής και το μέγεθος της ζημιάς, ώστε να αποδοθούν τυχόν ευθύνες στους υπαίτιους και να μάθει η κοινωνία τι ακριβώς συνέβη. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει όμως να πάρει τώρα ξεκάθαρη θέση: πρέπει η νομοθεσία να υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να αναλαμβάνουν το πλήρες κόστος της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας; Πρέπει η νομοθεσία να υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να προστατεύουν τους πολίτες που απειλούνται από τη δραστηριότητα αυτή; Η παραλίγο τραγωδία στο Αμύνταιο έδειξε ότι σε κάποιες περιπτώσεις, η απάντηση αυτή είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.
Η περίπτωση των Αναργύρων
Οι Ανάργυροι, όπως και η Ακρινή είναι χωριά που αν και βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές (Φλώρινα και Κοζάνη αντίστοιχα) έχουν μία κοινή ‘κατάρα’: δεν διαθέτουν λιγνιτικό κοίτασμα κάτω από το έδαφός τους και άρα βάσει της νομοθεσίας που ίσχυε έως το 2011, η ΔΕΗ δεν υποχρεωνόταν να μετεγκαταστήσει τους οικισμούς αυτούς, πολύ απλά γιατί δεν είχε επιχειρηματικό όφελος. Οι κάτοικοι των χωριών διαμαρτύρονταν εδώ και χρόνια ότι πνίγονται στην τοξική τέφρα και ότι δεν είναι ασφαλή τα σπίτια τους διεκδικώντας τη μετεγκατάστασή τους. Χρειάστηκε να ζήσουν ένα θρίλερ (φανταστείτε να ανοίγει η γη και να καταπίνει τα πάντα 500 μέτρα μακριά από το σπίτι σας) για να δικαιωθούν.
Το 2011, ο νέος νόμος (3937/2011) προέβλεπε ότι τα χωριά αυτά θα έχουν μετεγκατασταθεί έως το 2021, χωρίς όμως μέχρι σήμερα να έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος. Ο νόμος αυτός όμως είχε και μία ιδιαιτερότητα: υποχρέωνε τη ΔΕΗ να πληρώσει μόλις το 50% του κόστους μετεγκατάστασης. Το υπόλοιπο 50% προβλέπεται να καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τους φόρους των πολιτών. Μετά την καταστροφή στο Αμύνταιο μάλιστα ο κ.Σταθάκης, δήλωσε ότι ‘έχουν βρεθεί τα κονδύλια από τον προϋπολογισμό’ για τη μετεγκατάσταση των Αναργύρων. Με την ίδια λογική, το κράτος πρέπει να αναλαμβάνει το 50% του κόστους αντιμετώπισης μίας διαρροής πετρελαίου αντί να το επωμίζεται εξολοκλήρου η πετρελαϊκή εταιρία που έχει αναλάβει την εξόρυξη.
Το κόστος αυτής της μετεγκατάστασης δεν είναι το μόνο που η ΔΕΗ φορτώνει στις πλάτες των πολιτών. Η ΔΕΗ ιστορικά δεν πληρώνει για τις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία από την ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλεί η καύση λιγνίτη. Δεν πληρώνει για τους φυσικούς πόρους που καταναλώνει (νερό και κοίτασμα) ή μάλλον πληρώνει πλέον ένα πενιχρό ποσό (0,002 ευρώ ανά κιλοβατώρα). Πληρώνει μόλις ένα ελάχιστο αντιστάθμισμα ως ανταποδοτικό τέλος προς τις τοπικές κοινωνίες για την επιβάρυνση που υφίστανται (0,4% των εσόδων, όταν ένα αιολικό πάρκο πληρώνει το 3% του τζίρου του) και φυσικά πληρώνει ελάχιστα για τη συμβολή της στην αλλαγή του κλίματος.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, έχει αποτιμήσει αυτό το κρυφό οικονομικό κόστος για την Ελλάδα από την καύση λιγνίτη. Για την περίοδο 2008 – 2012 το ποσό αυτό ανέρχεται από 5,8 έως 19 δις ευρώ. Αν ενσωματωνόταν αυτό το κόστος, τότε η λιγνιτική κιλοβατώρα θα ήταν ακριβότερη κατά 4 – 13 λεπτά του ευρώ. Ποιος αλήθεια θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο λιγνίτης είναι φθηνός;
Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι η ΔΕΗ συμπεριφέρεται σαν ένα κακομαθημένο παιδί που έχει συνηθίσει στον προστατευτισμό του κράτους και δεν έχει μάθει να αναλαμβάνει τις συνέπειες των πράξεών του. Για αυτό άλλωστε ακόμα και σήμερα προσπαθεί να βρει τρόπους για να μην πληρώσει για τη ζημιά που κάνει στο κλίμα ή τη δημόσια υγεία, αντί να προσαρμοστεί στις σύγχρονες προκλήσεις.
Κάποια στιγμή η Πολιτεία πρέπει να επιβάλλει στη ΔΕΗ το αυτονόητο, την ανάληψη του κόστους . Ίσως έτσι μάθει κάποια στιγμή να στέκεται στα δικά της πόδια, αντί στις πλάτες των πολιτών. Ο μύθος του «φθηνού» λιγνίτη, άλλωστε, θάφτηκε οριστικά κάτω από 80 εκατ. κυβικά μέτρα χώμα.
*Ο Δημήτρης Ιμπραήμ είναι υπεύθυνος Εκστρατειών στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace