Από αριστερά, ο Σον Κόνερι στην ταινία «Χρυσοδάκτυλος», ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι στην τελευταία σκηνή της θρυλικής ταινίας «La Dolce Vita» του Φρεντερίκο Φελίνι και ο Πίτερ Ο’Τουλ | Photo by Columbia Pictures/Sunset Boulevard/Corbis via Getty Images - imdb
Απόψεις

Λευκό κοστούμι, αυτό το τέρας!

Το λευκό κοστούμι, αν είχε φωνή, θα σε παρακαλούσε ευγενικά να επιλέγεις τις συνθήκες που θα το φορέσεις. Η ευτέλεια, όχι ως προς την τιμή αλλά στο υλικό, μπορεί να προκαλέσει το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Λίγο συνθετικό παραπάνω, και το αποτέλεσμα θα θυμίζει Τζoν Τραβόλτα από το «Πυρετός το Σαββατόβραδο»
Αθηναΐς Νέγκα

Καταμεσής του θέρους το να πετάξεις τα σκούρα είναι λύτρωση, αρκεί να ξέρεις να το κάνεις σωστά. Το θάρρος με το οποίο τολμά κανείς να φορέσει ένα λευκό κοστούμι μπορεί να αποβεί καταστροφικό ή, αντιθέτως, να καταστήσει όποιον κατόρθωσε να το φορέσει με επιτυχία, πρωταγωνιστή. Είναι απρόσιτη η τελειότητά του. Το να φοράς λευκά, είναι στάτους που δεν μπορεί να κατέχει οποιοσδήποτε.

Ο θρυλικά κομψός Πίτερ Ο’Τουλ είχε δηλώσει κάποτε: «Κατάλαβα πως θα ήμουν πλέον επιτυχημένος όταν αγόρασα μια λευκή Rolls-Royce και την οδήγησα στη Λεωφόρο Σάνσετ, φορώντας λευκό κοστούμι και χαιρετώντας σαν να ήμουν η βασιλομήτωρ!»

Ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ δημιούργησε τον υπέροχο Γκάτσμπι του, ντυμένο στα λευκά με «ασημένιο πουκάμισο και χρυσή γραβάτα». Εξω από τις σελίδες ενός λογοτεχνικού αριστουργήματος βέβαια τέτοιοι συνδυασμοί είναι αδύνατοι. Η αναδρομική μνήμη του λευκού ανδρικού αρχετυπικού κοστουμιού ενυπάρχει στον καθένα, ανεξαρτήτως προσωπικών αναφορών, βγαλμένη ίσως από το La Dolce Vita του Φρεντερίκο Φελίνι. Εκεί ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι αντιστρέφει την εμφάνισή του από τις προηγούμενες σκηνές όπου το κοστούμι είναι πάντα μαύρο και το πουκάμισο λευκό, για την τελευταία σεκάνς.

Πολύ μελετημένα, όπως ο ίδιος μετέπειτα αποκάλυψε, εμφανίζεται με λευκό κοστούμι και μαύρη μπλούζα πόλο με ένα μαύρο μαντίλι στο λαιμό, υποστηρίζοντας το Οσκαρ για καλύτερη ενδυματολογία του 1962 που η ταινία κέρδισε. Το λευκό απαιτεί σκηνοθεσία, στυλ, φωτισμό και στην κανονική ζωή ώστε να αποδώσει και να δείχνει ανεπιτήδευτο, χωρίς να γίνει πρόχειρο. Δεν συγχωρούνται οι προχειρότητες και η ατημελησία όταν θέλεις να φοράς κάτι που θα σε κάνει να ξεχωρίζεις.

O Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως Γκάτσμπι στην ταινία «Ο Υπέροχος Γκάτσμπι», το 2013 (Warner Bros.)

Ακόμη και ο Τζέιμς Μποντ φοβάται τα ολόλευκα. Ο Σον Κόνερι εμφανίστηκε για πρώτη φορά με το ιβουάρ βραδινό σακάκι του στην ταινία Χρυσοδάκτυλος. Για την απόχρωση ευθυνόταν η περιεκτικότητα του υφάσματος σε μαλλί. Το λευκό σακάκι έγινε σήμα κατατεθέν του ήρωα, που δεν αποχωρίζεται το μαύρο παντελόνι. Ο Ντάνιελ Κρεγκ φόρεσε την εκδοχή του ίδιου συνδυασμού από τον Tom Ford στο Spectre. Το μαύρο παντελόνι σμόκιν στη δική του περίπτωση κράτησε την απαιτούμενη απόσταση για να είναι δυνατή η δράση που θα ήταν ασυγχώρητη με ολόλευκο κοστούμι.

Πρέπει να ξέρεις πού, γιατί και πότε, και μόνο τότε το λευκό σού επιτρέπει να γίνεις αντικείμενο συζήτησης και όχι χλεύης. Οι ισορροπίες είναι λεπτές. Το λευκό ξεχωρίζει τόσο, που γίνεται εύκολα εκκωφαντικό. Αν θες να σε προσέξουν και φορέσεις λευκά, ίσως είναι καλύτερα να μη διακρίνονται οι προθέσεις σου, γιατί το αποτέλεσμα θα είναι υπερβολικό. Το κοστούμι που τραβάει το βλέμμα χρειάζεται πάντα μεγαλύτερο σεβασμό. Ο Τζόναθαν Μπέλεϊ, πρωταγωνιστής της σειράς Bridgerton, έμοιαζε να έχει ξεπηδήσει από ταινία του ώριμου βωβού κινηματογράφου όταν στις Χρυσές Σφαίρες το τόλμησε σε μια ιδιαίτερη εκδοχή του Givenchy, με πιέτες στο παντελόνι που απέδιδαν επιτυχημένα κάτι από το παρελθόν.

Ο Τζόναθαν Μπέλεϊ με λευκό κοστούμι στις φετινές Χρυσές Σφαίρες (Amy Sussman/Getty Images)

Εκτός σινεμά, η σκληρή πραγματικότητα υπονομεύει τη χάρη του λευκού, καθώς ακόμη και στις πλέον επίσημες περιστάσεις, ο λεκές παραμονεύει. Κρασί, γρασίδι, λάσπη, δάχτυλα με σοκολάτα, το μέικ-απ της νύφης…

Το λευκό κοστούμι, αν είχε φωνή, θα σε παρακαλούσε ευγενικά να επιλέγεις τις συνθήκες που θα το φορέσεις. Η ευτέλεια, όχι ως προς την τιμή αλλά το υλικό, μπορεί να προκαλέσει το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Λίγο συνθετικό παραπάνω, και το αποτέλεσμα θα θυμίζει Τζoν Τραβόλτα από το «Πυρετός το Σαββατόβραδο». Ποιος ο λόγος για τέτοια συντριβή; Ο Ντάνι, ο ήρωας που ενσάρκωσε ο Τραβόλτα, μπορεί να έβαζε φωτιά στην πίστα της ντίσκο τα βράδια, το πρωί όμως ήταν ένας φτωχοδιάβολος από το Μπρούκλιν που εργαζόταν σε κατάστημα που πουλούσε μπογιές.

O Τζoν Τραβόλτα στα γυρίσματα της ταινίας «Πυρετός το Σαββατόβραδο», το 1977 (Sunset Boulevard/Corbis via Getty Images)

Συμπέρασμα: Αν θέλεις να γίνεις σύμβολο του σεξ με πολυεστέρα, απαιτείται ένα καλό σενάριο και να είσαι εκπληκτικός χορευτής. Φυσικές ίνες όπως το λινό και το βαμβάκι δεν είναι απλώς προτιμότερες αλλά αποτελούν μονόδρομο. Τα λευκά κοστούμια εφευρέθηκαν για τη ζέστη, το μετάξι, αν κυριαρχεί ή και σε οποιαδήποτε πρόσμιξη, κάνει το καθάρισμα θρίλερ και το χειρότερο είναι να λερωθείς πριν από το τέλος της βραδιάς.

Το λευκό έχει αμέτρητες αποχρώσεις και εδώ δεν υπάρχει κανόνας γιατί το γούστο δεν διδάσκεται. Λίγο γκρι αρκεί για να έχουμε το λευκό του πάγου που ταιριάζει στους περισσότερους τόνους δέρματος, πιο κοντά στο ολόλευκο θέλεις βαθύ μαύρισμα, επειδή ο δερματολόγος όμως θα διαφωνήσει, η στροφή προς τα κρεμ είναι πιο φιλική, ανεξαρτήτως ψησίματος στον ήλιο.

Τέλος, το πουκάμισο μπορεί να βοηθήσει αν διαφοροποιηθεί από το λευκό σακάκι και παντελόνι. Η ασφαλέστερη επιλογή είναι τα ουδέτερα, μαύρο και γκρι. Τα παστέλ από το γαλάζιο μέχρι το απαλό ροζ, εξυπηρετούν την ανάγκη χρώματος και μην ακούτε πως πηγαίνουν μόνος στους νεότερους. Το λευκό κοστούμι, αν το πιστέψεις και το φορέσεις με την αυτοπεποίθηση που του αρμόζει, σου επιτρέπει να κάνεις περίπου οτιδήποτε…