Τις προάλλες βγαίνω από Νέο Φάληρο στη γέφυρα για «Ποτάμι». Δίπλα στο Καραϊσκάκη, στην άνοδο. Αν έχετε υπόψιν το σημείο, είναι εκείνο το φαρδύ κομμάτι με τις τρεις λωρίδες κυκλοφορίας που πάει για Εθνική. Πέραν των αυτοκινήτων που βγαίνουν από την παραλιακή, μπαίνουν στη μεγάλη ευθεία φουριόζικα και εκείνα που έρχονται από Πειραιά. Κοινώς, θέλει καλό συντονισμό, να προσέχεις να μένεις στη λωρίδα σου και να διπλοτσεκάρεις καθρέπτες. Με το που βγαίνω, λοιπόν, ξαφνικά ένας οδηγός δεξιά πέφτει στα φρένα. Κάνει σα να θέλει να αποφύγει κάτι που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν φαινόταν με τίποτα.
Λίγο έλειψε να γίνει το μακελειό. Όταν έφτασα στο ύψος που βρισκόταν, είδα και εγώ τι ήταν αυτό που παρά λίγο να πυροδοτήσει τη σκανδάλη του ατυχήματος. Αυτό που, εύκολα και αβάδιστα, θα μπορούσε να είναι και μοιραίο, δεδομένου του σημείου και του όγκου των οχημάτων – βάλτε μέσα και νταλίκες. Ήταν αυτό που φαντάζεστε αν ξαναδιαβάσετε τον τίτλο του άρθρου.
Όχι ότι ήδη δεν έχουν συμβεί χοντρά περισταστικά. Για παράδειγμα, την άνοιξη μία Αγγλίδα έχασε τη ζωή της στην Κύθνο ενώ αν γκουγκλάρετε θα διαβάσετε για κάποιους που έχουν τραυματιστεί σοβαρά. Στη δε Ιταλία που είναι και επίκαιρη για άλλους λόγους και με δεδομένα του 2020 (που ήταν σαφώς λιγότερα τα ηλεκτρικά πατίνια στους δρόμους) έχει υπολογιστεί πως προκύπτει ένα σοβαρό ατύχημα κάθε τρεις μέρες. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία είναι σοκαριστικά: είχαν συμβεί 125 ατυχήματα με ηλεκτρικά πατίνια, με έναν νεκρό και εξήντα τραυματίες. Οι περισσότεροι από τους τελευταίους με χρόνους αποκατάστασης πέραν των σαράντα ημερών.
Δεν ξέρω αν έχουν γίνει αντίστοιχες καταγραφές για τους ελληνικούς δρόμους. Έστειλα μέιλ στην Τροχαία για το τι ισχύει για το θέμα αλλά απάντηση μέχρι στιγμής δεν πήρα. Όμως και τις προάλλες έβλεπα στην τηλεόραση έναν γονέα ανηλίκου που δέχθηκε κλήση, κάπου στην επαρχία. Ο πατέρας διαμαρτυρόταν για το ύψος του προστίμου. Έλεγε πως ο γιόκας του «έχει οδηγική συνείδηση και θα έπρεπε το πρόστιμο να μην είναι βαρύ», λες και υπάρχει εργαλείο καταγραφής οδηγικής συνείδησης και, αντίστοιχα, αναπροσαρμογής του «τικέτου».
Για την ιστορία, αν το ηλεκτρικό πατίνι κινείται με ταχύτητα άνω των 25 χλμ/ώ, ο οδηγός του τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο €40 για την υπέρβαση και €100 για την κυκλοφορία του. Αν δε πιαστεί να πηγαίνει με περισσότερα από 35χλμ/ώ, τότε γίνεται ακόμα πιο τσουχτερό – €100 και €200, αντίστοιχα. Όλα τα παραπάνω έρχονται να προστεθούν με το απόλυτο όριο βάσει του ισχύοντος νόμου: κανένα ηλεκτρικό πατίνι δεν μπορεί να κινείται σε δρόμους με όριο ταχύτητας πάνω από τα 50 χλμ/ώ. Συγγνώμη, άλλα έχω δει κατ΄επανάληψη, βράδυ, με μειωμένη ορατότητα, ακόμα περισσότερο πιο μειωμένη λόγω των φιμέ κρυστάλλων που έχουν πολλά αυτοκίνητα όπου δεν μπορεί το μάτι σου να σκανάρει τι γίνεται μπροστά από τον μπροστινό σου, ναι, έχω δει πατίνια που πηγαίνουν τέζα. Σαφώς με περισσότερα από 40 και 50 χλμ/ώ. Κοντέρ είχα και έβλεπα. Κάποιες δε φορές χωρίς να φορούν κράνος. Ή με κράνος αλλά με τα καταραμένα ακουστικά στα αφτιά. Ή και με τον χειρότερο συνδυασμό των δύο παραπάνω.
Η ουσία είναι ότι αυτή η νέα κατηγορία υπό τα αρχικά «ΕΠΗΟ», δηλαδή «Ελαφριά Προσωπικά Ηλεκτρικά Οχήματα», έχει φέρει μία νέα τάξη πραγμάτων στους ελληνικούς δρόμους. Αυτούς που ήδη τελούν υπό ένα συχνό χάος, που είναι τίγκα στις λακούβες και τις εργολαβικές ανωμαλίες αναγκάζοντάς σε να κάνεις περισσότερα σλάλομ και από κατάβαση σε αλπικό σκι και σ΄αυτούς που -και τεχνικά να το δεις- μία τόσο μικρή ρόδα ενός πατινιού δεν μπορεί να τους διαχειριστεί. Η τούμπα είναι piece of cake. Στην καλύτερη το φουλ σλάλομ για να αποφύγεις το φρεάτιο. Μπορεί κάτι τέτοιο να έγινε και στο «Ποτάμι», που λέγαμε στην αρχή.
Ε, λοιπόν, εδώ επανέρχεται το κρίσιμο ερώτημα: πόσο έτοιμη είναι η αντίστοιχη οδηγική παιδεία των κατόχων αυτοκινήτων, πόσο εκπαιδευμένη είναι η αντίληψη, τα ρεφλέξ, η εμπειρία, η απόσπαση προσοχής με κινητά τηλέφωνα, οι υπέργηροι οδηγοί -βάλτε μέσα όσους παράγοντες βρει η φαντασία σας- για ένα νέο καθεστώς σε κακούς δρόμους που ήδη γίνεται πανικός; Εδώ δεν είναι Άμστερνταμ…
Θεωρητικά οι οδηγοί των ηλεκτρικών πατινιών οφείλουν να φορούν πάντα κράνος, ανακλαστικό ρουχισμό το βράδυ, να μην κινούνται – ξαναλέω- σε δρόμους με όριο ταχύτητας πάνω από τα 50 χλμ./ώ, να βγάζουν «φλας» δίνοντας σήμα για αλλαγή κατεύθυνσης με το χέρι, εννοείται να μην κινούνται παράλληλα δύο ή περισσότεροι (κάτι που ήδη παραβιάζεται χοντρά από ποδηλάτες προκαλώντας συμφόρηση της δεξιάς λωρίδας σε μεγάλες λεωφόρους) και, μεταξύ άλλων, όταν δημιουργείται εμπόδιο ή κίνδυνος, να τα μετακινούν βαδίζοντας.
Τι απ΄ όλα αυτά θα δούμε στην πράξη; Το πιθανότερο μόνο φωτεινές εξαιρέσεις. Το αντεπιχείρημα θα μπορούσε να λέει ότι κάτι ανάλογο, συστηματικά χαοτικό και παραβατικό, συμβαίνει ήδη με τους οδηγούς αυτοκινήτων. Σωστό. Μόνο που εδώ, στα αυτοκίνητα, εν μέσω όλης της χλαπαταγής των ελληνικών δρόμων, υπάρχουν ένα κάρο δικλείδες ασφάλειας: ένα σωρό ηλεκτρονικά συστήματα, παθητική προστασία από ένα τόνο λαμαρίνας, ζώνες ασφαλείας, αερόσακοι, ABS, ESP και πολλά ακόμα αρκτικόλεξα.
Για να το κλείνω: η τάξη μεγεθών -ταχύτητας, όγκου, κεκτημένης, ορατότητας- είναι πολύ άνιση μεταξύ αυτοκινήτων και ηλεκτρικών πατινιών. Τόσο άνιση που είναι θέμα χρόνου να γίνουμε Ιταλία. In the meantime, που λένε και στο χωριό μου, χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε το πώς οδηγούμε. Με νηφαλιότητα, αίσθηση επαγρύπνησης, σκανάρισμα επιπέδου μαγνητικής τομογραφίας, και τα δύο χέρια στο τιμόνι και κανένα χέρι στο κινητό. Και ο θεός βοηθός. Για να μη γίνει περισσότερο η ζωή μας πατίνι.