Oποτε φουντώνει η συζήτηση περί αριστείας, φουντώνει ο θυμός μέσα μου. Oχι για τους άριστους. Οι άριστοι θα τον βρουν το δρόμο τους είτε φροντίσει είτε δεν φροντίσει το κράτος, είτε επιβραβευτούν είτε δεν επιβραβευτούν. Με τους μέτριους, όμως, ποιος θα ασχοληθεί;
Ας πάψουμε να βαυκαλιζόμαστε και να υποκρινόμαστε. Το να επαινούμε την αριστεία και να δηλώνουμε φανατικοί υπέρμαχοι αυτής δε μας καθιστά άριστους. Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, της κάθε κοινωνίας, της κάθε χώρας, απαρτίζεται από μέτριους. Είμαστε μέτριοι, ο κόσμος αποτελείται από μέτριους ανθρώπους κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει, όσο κι αν κάνουμε πως δεν το βλέπουμε.
Εάν δεν παραδεχτούμε ότι είμαστε μέτριοι, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να φτιάξουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα της προκοπής και, φυσικά, θα μείνουμε με κακούς επαγγελματίες, με δυστυχισμένους υπαλλήλους και με επιστήμονες σε υπαρξιακή κρίση. Διότι κανείς δεν μας μαθαίνει πώς να αναγνωρίζουμε από παιδιά την οποιαδήποτε κλίση μας, πώς να εκμεταλλευόμαστε τα ταλέντα μας, να είμαστε δημιουργικοί και πρακτικοί, πώς να γίνουμε -με δυο λόγια- αυτό που θέλουμε, είτε πρόκειται για αστροναύτες είτε πρόκειται για νυχτοφύλακες. Αντιθέτως, μεγαλώνουμε με την προσδοκία των «αρίστων» ή -έστω- των καλύτερων. Και ποιος θεωρείται εκ των αρίστων ή εκ των καλυτέρων; Ο πτυχιούχος και ο trendy. Έτσι, αντί να μας βοηθήσει κάποιος να διαγνώσουμε εάν είμαστε γεννημένοι για βιβλιοθηκονόμοι ή λογιστές, για συνοδοί βουνού ή πυροσβέστες, για υδραυλικοί ή νοσοκόμες, για εργάτες σε βουλκανιζατέρ ή κλειδαράδες, μας βάζει με το ζόρι να γίνουμε άνεργοι πολιτικοί επιστήμονες, αδέκαροι μηχανικοί, γιατροί μετανάστες, χασοδίκες δικηγόροι ή βαριεστημένοι bartenders, κακόκεφες hair therapists και στραβομουτσουνιασμένες hair colorists.
«Μα», θα αντιτείνει κάποιος, «ίσα ίσα που το εκπαιδευτικό σύστημα είναι φτιαγμένο για μέτριους». Με συγχωρείτε, αλλά δεν το τρώω αυτό το παραμύθι. Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι φτιαγμένο για «τόσο – όσο». Για να είναι όλοι ευχαριστημένοι και, ταυτόχρονα, όλοι δυσαρεστημένοι, αλλά κανείς καλά εκπαιδευμένος. Οι μαθητές είναι ευχαριστημένοι επειδή θα βρουν κάπου να περάσουν (εφόσον υπάρχει οικονομική ευχέρεια), οι καθηγητές επειδή δεν δυσαρεστούν και πολύ τους γονείς, οι γονείς επειδή έχουν την ψευδαίσθηση ότι τα παιδιά τους θα σπουδάσουν και θα προκόψουν, οι φροντιστές για ευνόητους λόγους. Από όλο αυτό το στρεβλό σύστημα, ο πιο χαμένος είναι η ελληνική κοινωνία ολόκληρη, που είναι στημένη σε λάθος βάση, με λάθος τρόπο, από ανθρώπους που νιώθουν ότι πήραν τη ζωή τους λάθος. Ολο αυτό μάς κάνει μια χώρα χωρίς την παραμικρή φιλοδοξία. Μια χώρα που σέρνεται, διότι δεν μπορεί να παραδεχτεί τη μετριότητά της.
Γι’ αυτό τον λόγο, άλλωστε, δεν θέλει να βλέπει και τους άριστους να προοδεύουν. Αυτό πολλές φορές είναι για το καλό των αρίστων οι οποίοι βρίσκουν τον δρόμο προς το εξωτερικό μια ώρα αρχύτερα, αλλά κακό για την κοινωνία η οποία φυσικά και χρειάζεται και τους άριστους.
Εκπαιδευτικό σύστημα για μέτριους σημαίνει σύστημα που προετοιμάζει τους μέτριους μαθητές του για να γίνουν απαραίτητοι σε μια κοινωνία η οποία αναγνωρίζει τη χρησιμότητα του οδηγού απορριμματοφόρου, του ταξιτζή, της κομμώτριας, της γυναίκας που φροντίζει ηλικιωμένους, του ανθρώπου που αλλάζει λάστιχο στο αυτοκίνητό μας κι έχει την ευθύνη για την ασφάλειά μας. Σε μια τέτοια κοινωνία, όλοι οι παραπάνω αλλά και όλοι όσοι κάνουν κάποιο «παρακατιανό» και διόλου glamorous επάγγελμα, χαίρουν σεβασμού. Και ναι, προσωπικά γνωρίζω τέτοια κοινωνία: τη γερμανική. Μια κοινωνία που γνωρίζει ότι δεν απαρτίζεται από αρίστους αλλά από μετρίους και γι’ αυτόν τον λόγο φροντίζει ώστε αυτοί να έχουν μια ποιότητα ζωής. Να αμείβονται καλά, να νιώθουν ασφαλείς, να επιμορφώνονται, να συμμετέχουν σε δράσεις, να ωθούνται να παρακολουθούν πολιτιστικές εκδηλώσεις. Γι αυτό τον λόγο, ο οδηγός του λεωφορείου θα χαμογελάσει και θα καλημερίσει τον κάθε επιβάτη. Επειδή εκπαιδεύτηκε για να γίνει οδηγός λεωφορείου, να χαμογελά και να καλημερίζει τον κάθε επιβάτη χωρίς να βλαστημά την ώρα και τη στιγμή που έγινε οδηγός λεωφορείου ενώ οι γονείς του τον προόριζαν για γιατρό και ο ίδιος ήθελε να γίνει αστροφυσικός, αλλά έμεινε στη Β’ Λυκείου από κοπάνες. Κι όλοι όσοι έχουν γνωρίσει τη Γερμανία και τους Γερμανούς, θα επιβεβαιώσουν ότι είναι μια κοινωνία που φροντίζει για την ευημερία των μέτριων και αναγνωρίζει την αξία και τη σημασία τους.
Αντιθέτως, στην Ελλάδα πιστεύουμε ότι είμαστε όλοι προορισμένοι για τα μεγάλα και τα σπουδαία. Αερολογούμε περί αριστείας και ονειρευόμαστε μεγαλεία μέσα σε ένα ουτοπικό πλαίσιο το οποίο μας έχει θαμπώσει με την αοριστία του και μας έχει εγκλωβίσει στο λαμπερό του τίποτα. Ας κατεβούμε για λίγο από το βάθρο μας και να δούμε την πραγματικότητα. Οτι είμαστε μια κοινωνία μετρίων, όπως όλες οι κοινωνίες του κόσμου και πρέπει να εκπαιδευτούμε ώστε να ζήσουμε με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο όφελος για την κοινωνία και για εμάς.
Oσο για τους άριστους, αυτοί θα τον βρουν το δρόμο τους, όσα εμπόδια κι αν τους βάλει κάποιος. Πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο γεννήθηκε η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ στα πλινθόκτιστα του Βύρωνα, και γειτονόπουλό της ήταν ο συνθέτης και μαέστρος Θόδωρος Αντωνίου, από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες διεθνώς της σύγχρονης μουσικής. Και οι δυο βρέθηκαν από τα χώματα στα οποία μεγάλωσαν να διαπρέπουν σε χώρες δύσκολες, όπως η Γαλλία και οι ΗΠΑ, αντιστοίχως. Αλλά ήταν άριστοι.
ΥΓ Δεν μηδενίζω τις προσπάθειες και τα αποτελέσματα πολύ καλών εκπαιδευτικών σε πολύ καλά σχολεία. Μιλώ για το σύστημα γενικώς, το σύστημα αυτό που όλοι κατακρίνουμε αλλά φοβόμαστε να αντικρίσουμε κατάματα.