Ο Aκης Τσοχατζόπουλος ανήκει στην κάστα εκείνων των ανθρώπων που τους μέλλει -καθώς φαίνεται- να τα ζήσουν όλα. Την αποθέωση, την εγκατάλειψη, όλα. Στην κατηγορία εκείνων που επέτρεψαν στον εαυτό τους να βουτήξουν στην τρυφηλότητα του πολυτελούς βίου, εκείνων που άντεξαν να παρακολουθούν την προσωπική τους σωματική και ψυχική φθορά, πίσω από τα κάγκελα ενός κελιού.
Η είδηση ότι η Βίκυ Σταμάτη ζητεί διαζύγιο, θα συρρικνωνόταν στις διαστάσεις που μπορεί να έχει το κοινωνικό κουτσομπολιό και η μεσημεριανή τηλεοπτική ζώνη, αν δεν ερχόταν σε μια συγκυρία κομβική για τον ίδιο. Μόλις μία ημέρα μετά την καταδίκη του από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε κάθειρξη 19 ετών. Ποινή βαριά, χωρίς κανένα ελαφρυντικό, μόλις κατά ένα χρόνο μειωμένη από την πρωτόδικη με την οποία «έφαγε» 20 χρόνια.
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τους λόγους για τους οποίους η κυρία Τσοχατζοπούλου απαρνιέται τώρα το επώνυμο που τόσο πόθησε και μίσησε μαζί, στην κοινή πορεία της με τον Ακη. Μόνο που αυτό το τώρα, όχι μόνο προκαλεί υποψίες και ερωτηματικά, αλλά και κάνει το πρόσωπο του Τσοχατζόπουλου να φαντάζει ακόμη πιο τραγικό.
«Ο άντρας που λάτρεψα και θα λατρεύω, που σεβόμουν και θα σέβομαι, που θαύμαζα και θα θαυμάζω», λέει η ίδια για τον Τσοχατζόπουλο. Και η καρδιά της «σπαράζει», τώρα που ο γάμος της διαλύεται.
Κι όσο στο εδώλιο του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων εκτυλίσσονται σκηνές περιφρόνησης της Σταμάτη στο αλλοτινό «θεό» της, με κείνον να προσπαθεί να της μιλήσει και κείνη να στρέφει αλλού το κεφάλι της, μοιάζει να λειτουργεί ακόμη το καλειδοσκόπιο με τις εικόνες της -δικαστικά επιλήψιμης- ευτυχίας τους. Ο Aκης και η Βίκυ μαγεμένοι καθώς ανεβαίνουν τα σκαλιά του λίαρ τζετ για Σαρδηνία. Καθώς περιδιαβαίνουν τους χιονισμένους δρόμους της Ελβετίας, σε ταξίδι-επίσκεψη σε τραπεζικές θυρίδες. Ενώ απολαμβάνουν χαλαρά σουαρέ ως ερωτευμένοι στο σπίτι της Νεοφύτου Δούκα. Εγγαμοι πια στο νεοκλασικό της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, παρέα με καλεσμένους που βυθίζονται σε καναπέδες με κρόσια (Θεέ μου, πόσο ακριβά κρόσια!), πλάι σε σαντούκ κουρτίνες.
Ο Aκης και η Βίκυ έξω από το «Four Seasons», στην παρισινή εκδοχή της γαμήλιας δεξίωσής τους. Να κατεβαίνουν αψεγάδιαστοι παρά την κάψα του Ιουλίου τα σκαλιά του προεδρικού μεγάρου σε κάποια Γιορτή για την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Σε όλη τη διάρκεια της δίκης, ψιθυριζόταν στους διαδρόμους ότι η κυρία ήταν σκληρή, απαιτητική, σχεδόν τυραννική μαζί του. Οι τηλεοπτικές συνεντεύξεις στα πριβέ του Εφετείου, τα φιλιά στο στόμα, οι φωτογραφίες χέρι-χέρι έξω από το ψυχιατρείο, όπου κρατείτο αργότερα η ίδια, επιχειρούσαν πλήρη διάψευση. Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει πίσω από κλειστές πόρτες.
Το σίγουρο είναι ότι σήμερα ο Aκης είναι 78 ετών, με βεβαρημένη υγεία, και δρόμο ακόμη μέχρι την τυχόν αποφυλάκισή του. Και η Βίκυ 52, με τη μισή ζωή ακόμη μπροστά της, και ελάχιστο χρόνο, ημέρες, ακόμη στη φυλακή. Και θέλει, λένε οικείοι τους, να συνεχίσει μόνη της. Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς χάνει τώρα εκτός από το βασίλειο και τη Σουναμίτιδα του, τη γυναίκα που ο ίδιος επέλεξε να του δίνει ζωή, με τη νεότητα και την ενέργεια της. Ο Ακης δεν χωράει στη βιβλική αφήγηση. Η νεαρή που κοιμόταν με τον βασιλιά Δαυίδ για να του χαρίζει υγεία και χρόνια, δεν συναντά στο τέλος του δρόμου τη δική του Βίκυ. Ετσι του τα ‘φερε η ζωή.