Απόψεις

Η τελευταία ψευδαίσθηση πριν από το αδιέξοδο

Η «ρύθμιση του χρέους» ήταν το τελευταίο αποκούμπι του Τσίπρα. Ηρθε, αλλά αποδεικνύεται σχεδόν μηδενικής αξίας. Αυτό που χρειάζεται η χώρα τα επόμενα χρόνια, για να μη σέρνεται, δυστυχώς φαίνεται ανέφικτο
Γιώργος Καρελιάς

Πρώτα τα «καλά» νέα. Οι περίφημες «ψευδαισθήσεις» του Αλέξη Τσίπρα και των συν αυτώ τελειώνουν, οριστικά και αμετάκλητα. Ετσι κι αλλιώς, οι παλιές έχουν τελειώσει από καιρό, μια απ’ αυτές επανέφερε στη μνήμα ο εκ Κύπρου σύντροφός του (εδώ). Η τελευταία έλαβε τέλος τις προάλλες στις Βρυξέλλες, όταν «ρυθμίστηκε», επιτέλους, το ελληνικό χρέος.

Οι κυβερνητικοί «πανηγυρισμοί»(«σημαντική επιτυχία») ήταν σεμνοί και ταπεινοί. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει; Οταν πριν από λίγα χρόνια ο κ. Τσίπρας χαρακτήριζε το τσισκατάρατο PSI του Βενιζέλου «καταστροφή για τη χώρα», τι να πει για τη δική του «ρύθμιση», που θα αποφέρει ούτε τα μισά σε βάθος 45… ετών; Η αναγωγή της ρύθμισης του χρέους σε μητέρα όλων των μαχών αποδεικνύεται, εκ του αποτελέσματος, διπλό λάθος.

Πρώτον, λάθος ουσίας. Διότι η αξία της ρύθμισης που έγινε είναι πολύ περιορισμένη και δεν θα έχει κανένα απτό όφελος τα επόμενα χρόνια (έως το 2060 ζωή να ‘χουμε!).

Δεύτερον, είναι και πολιτικό λάθος. Διότι το μεγάλο όπλο, που (υποτίθεται ότι) είχε ο κ. Τσίπρας αποδεικνύεται άσφαιρο. Ποιος ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και ο πιο καλόπιστος, θα πειστεί ότι με τη ρύθμιση που έγινε θα δει κάποια άσπρη μέρα, όταν παράλληλα τρέχουν τα ιλιγγιώδη πλεονάσματα του Σόιμπλε και οι απαιτήσεις του ΔΝΤ, που θα σφίξουν κι άλλο, αν εφαρμοστούν, τη θηλιά στο λαιμό μας;

Η διάψευση, λοιπόν, της τελευταίας προσδοκίας του κ. Τσίπρα και των συν αυτώ διαγράφει και τις τελευταίες ελπίδες του για πολιτική ανάκαμψη, είτε άμεση είτε μεσοπρόθεσμη. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι πιθανότατα θα εγκλωβίσει τη χώρα στη σημερινή κατάσταση της στασιμοχρεοκοπίας.

Για να επανέλθει η Ελλάδα στο επίπεδο παραγωγής του 2008 και να αρχίσει να μειώνεται η θηριώδης ανεργία, υπολογίζεται ότι χρειάζονται επενδύσεις 80 έως 100 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2020 (εδώ). Ποιος θα βάλει αυτά τα χρήματα; Ξένοι, φυσικά, αφού εδώ δεν υπάρχουν. Για να το κάνουν, όμως, θα πρέπει να πληρούνται δύο στοιχειώδεις όροι. Πρώτον, να μειωθεί η φορολογία. Πώς θα γίνει αυτό, όταν είναι υπό συζήτηση η επιβολή θηριωδών πλεονασμάτων για τα επόμενα δέκα χρόνια; Δεύτερον, (πρέπει) να δουν οι ξένοι τους έλληνες επενδυτές (αν αυτό δεν είναι ανέκδοτο…) να εμπιστεύονται τη χώρα τους. Αντ’ αυτού, τούς βλέπουν να έχουν τα κέρδη τους έξω, τις ζημιές τους μέσα και να μεταφέρουν τις έδρες των επιχειρήσεών τους έξω.

Η περιγραφή αυτή παραπέμπει στο απόλυτο αδιέξοδο. Το γνωρίζουν όλοι. Και οι σημερινοί κυβερνώντες και οι επίδοξοι διάδοχοί τους. Η χώρα θα σέρνεται, τα επίπεδα της φτώχειας θα μεγαλώνουν, οι νέες γενιές θα χάνονται όσο δεν θα μπορεί αν γίνει αυτό το «κάτι» που θα αρχίσει να αλλάζει την κατάσταση.

Το ευρύτερο περιβάλλον είναι αρνητικό (αβεβαιότητα στην Ευρώπη, προβλήματα με την Τουρκία). Οι πολιτικές προϋποθέσεις δεν υπάρχουν, οι οικονομικές είναι δύσκολο να δημιουργηθούν. Η λύση, έστω κάποια υποψία λύσης, δεν φαίνεται.

Αυτή είναι η ζοφερή πραγματικότητα. Μοναδική παρηγοριά μας θα μπορούσε να είναι αυτό που είχε πει ο Τσόρτσιλ: «Είμαι αισιόδοξος, αφού δεν έχει καμιά χρησιμότητα να είμαι οτιδήποτε άλλο».