Με την -αναμενόμενη- ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Σταύρου Θεοδωράκη κλείνει, ουσιαστικά, ο κύκλος των υποψηφίων για την αρχηγία του νέου φορέα του Κέντρου (ή της Κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας κτλ).
Λέμε ότι κλείνει ουσιαστικά, διότι οι φημολογούμενες νέες υποψηφιότητες δεν έχουν κάτι ουσιώδες να προσφέρουν. Αλλωστε, αυτό είναι, μέχρι στιγμής, το μόνο αρνητικό στην υπόθεση αυτό: οι πολλές υποψηφιότητες. Ειδικά οι πολλές υποψηφιότητες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Μέχρι στιγμής είναι τρεις: Φώφη Γεννηματά, Γιάννης Ραγκούσης, Γιάννης Μανιάτης. Και προαναγγέλλονται των Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου και Νίκου Ανδρουλάκη. Οι περισσότεροι από αυτούς γνωρίζουν ότι δεν έχουν ελπίδες εκλογής και απλώς υπολογίζουν ότι ο «αρχηγισμός» -έστω για λίγες μέρες- θα τους αποφέρει καλύτερες θέσεις μετά. Ετσι, όμως, ενισχύουν την εικόνα της πασαρέλας, που είναι αρνητική. Δεν ενισχύουν την εικόνα της σοβαρότητας. Γι’ αυτό καλό θα είναι να συγκρατηθούν.
Ανεξάρτητα από αυτήν την πτυχή, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να πάει καλά το εγχείρημα. Και θα πάει πολύ καλύτερα αν η συμμετοχή των πολιτών στην ψηφοφορία είναι μεγάλη. Επομένως, αυτοί θα δείξουν αν θέλουν να πρωταγωνιστήσει στο πολιτικό σύστημα και κάποιο άλλο κόμμα, πλην του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Οι ενδείξεις είναι θετικές.
Αν, τελικά, αυτό επαληθευτεί με τη μεγάλη συμμετοχή -ανάλογη με αυτήν που είχαμε στην εκλογή αρχηγού στη ΝΔ- τότε ο (η) αρχηγός που θα εκλεγεί θα είναι ενισχυμένος και θα αναλάβει να κάνει την άλλη μισή δουλειά. Δηλαδή:
Πρώτον, να διασφαλίσει τη συμπόρευση όλων των συνυποψηφίων του. Ετσι η ενότητα θα είναι διασφαλισμένη.
Δεύτερον, να θέσει το βασικό στόχο του νέου κόμματος, που είναι διττός: να ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και, ταυτόχρονα, να μην πάρει αυτοδυναμία η ΝΔ. Και τα δύο αυτά, άλλωστε, αποτελούν προϋποθέσεις για την εκλογική επιτυχία του νέου κόμματος. Στο χέρι του είναι να πείσει ότι εξυπηρετούν και το στόχο της καλύτερης διακυβέρνησης τη χώρας.
Τρίτον, να καταστήσει σαφείς τις διαφορές που έχει το νέο κόμμα από τους δύο ανταγωνιστές του. Με άλλα λόγια πρέπει να κρατήσει τα καλά -και είναι πολλά- από την πολύχρονη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ταυτόχρονα, για να πετάξει τα αρνητικά, πρέπει να βασιστεί σε ιδέες και προτάσεις των άλλων κομμάτων, δυνάμεων και προσώπων, που συμπράττουν για την επιτυχία της προσπάθειας.
Αν αυτά επιτευχθούν -και είναι ρεαλιστικό- τότε μπορεί οι δημοσκοπήσεις του 2018 να δείξουν άλλους αριθμούς, οι οποίοι θα προϊδεάζουν για εκπλήξεις στην εκλογική καταγραφή των κομμάτων.
Όπως θα παρατήρησε ο αναγνώστης, στα συμπεράσματα προτάξαμε αρκετά «αν». Και ίσως δικαιούται κάποιος να πει ότι «με “αν” δεν γράφεται Ιστορία». Όμως, τα «αν» αυτά είναι σχετικά εύκολα να γίνουν πράξη. Υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις: το κίνητρο, τα μέσα και η ευκαιρία.
Κι επειδή αυτές οι τρεις προϋποθέσεις καταγράφονται στη θεωρία της Εγκληματολογίας για τη διάπραξη ενός εγκλήματος, μπορούμε να πούμε ότι θα ήταν, όντως, «έγκλημα» να χαθεί αυτή η ευκαιρία. Και οι ευθύνες θα έχουν ονοματεπώνυμα.