«Πού πας μαντάμ μ΄αυτή την καούκα;».
«Δεν με νοιάζει ποια είναι και τι κάνει, απ’ το μαλλί και μόνο καταλαβαίνω πως μας κυβερνούν ψυχασθενείς».
Είναι δύο απ’ τις δεκάδες λεζάντες που είδα να συνοδεύουν, τις τελευταίες ώρες, τη φωτογραφία της νέας αναπληρώτριας υπουργού των Εξωτερικών, Σίας Αναγνωστοπούλου.
Μπαίνω, λοιπόν, στο (σταθερά πολύ χρήσιμο) vouliwatch.gr και διαβάζω στο βιογραφικό της σημείωμα πως είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής, με μεταπτυχιακό και διδακτορικό από τη Σορβόννη. Καταλαβαίνω πως είναι μια γυναίκα που έχει κοπιάσει κι έχει δουλέψει στη ζωή της. Μία πολιτικός που δεν έχτισε καριέρα από τα έδρανα της βουλής και που τοποθετείται, τέλος πάντων, σε ένα χαρτοφυλάκιο όχι άσχετο με το αντικείμενό της.
Την κυρία Αναγνωστοπούλου δεν τη γνωρίζω προσωπικά. Δεν έχει τύχει να τη δω, ούτε εκείνη ούτε το φουντωτό της μαλλί, ποτέ από κοντά. Από τα λίγα που έχω διαβάσει να έχει πει και να έχει γράψει, με άλλα συμφωνώ κι άλλα με βρίσκουν αντίθετη. Μου προκαλεί όμως φοβερή εντύπωση η ευκολία με την οποία σπεύδουν ορισμένοι να την κρεμάσουν στα μανταλάκια του διαδικτυακού περιπτέρου όχι γι’ αυτά που έχει κατά καιρούς δηλώσει, όχι για ό,τι έχει γράψει ή πρεσβεύει, αλλά γιατί -από κάποια γονιδιακή επιταγή φαντάζομαι- το τριχωτό της κεφαλής της αρνείται να υπακούσει στις προσταγές του κοινοβουλευτικού στιλ, με τα κρεπαρισμένα ατσαλάκωτα καρέ και τις γαμήλιες μπούκλες.
Σε τι άραγε διαφέρει αυτού του τύπου η στάση από εκείνη των ψηφοφόρων που εμφανίζονται σε κάθε εκλογές πρόθυμοι να χαρίσουν τον πολύτιμο σταυρό τους στον πιο φασαριόζο των τηλεπαραθύρων, στην καταφανώς αστοιχείωτη κυρία με τα αρχαιοπρεπή τατουάζ ή στο γραφικότερο τέκνο της περιφέρειάς τους; Κι οι δύο ομάδες επιμένουν, νομίζω, να αγνοούν πεισματικά την ουσία, χαρίζοντάς μας άπειρες στιγμές γέλιου (κεκαλυμμένης απόγνωσης στην πραγματικότητα), από τη σύνθεση του Κοινοβουλίου.
Δεν ξέρω αν η κ. Αναγνωστοπούλου θα είναι μια καλή υπουργός. Εδώ θα είμαστε για να το δούμε. Αυτό που ξέρω όμως, είναι πως αν δεν τα πάει καλά, το τελευταίο πράγμα που θα φταίει είναι η κατσαρή της κόμη.
Προφανώς ο καθένας μας είναι ελεύθερος να κρίνει και να διαπιστώνει, να εκτιμά και να συμπεραίνει με όποια κριτήρια επιλέγει να υιοθετεί. Να συμφωνήσουμε όμως, για να μην απορούμε μετά, πως εδώ η χώρα χάνεται κι εμείς συστηματικά ασχολούμαστε με τρίχες.