Το διακύβευμα της συμμετοχής του λεγόμενου «κόμματος Κασιδιάρη» στις επικείμενες εκλογές φέρνει σε έντονη αντιπαράθεση την κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Οk, θα πει κανείς ότι δεν θα περίμενε κάτι καλύτερο από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν υπάρχουν κάποια όρια στην αντιπολίτευση;
Πώς μπορεί η διαχείριση μιας βαθιάς πληγής στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας (από τα εγκλήματα του φασιστικού-ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής και των πρωτοπαλίκαρών του), να μετατρέπεται αβασάνιστα σε μια παραδοσιακή -σχεδόν αταβιστική- προεκλογική σύγκρουση;
Ας τα πάρουμε τη σειρά.
Αφορμή για την πολιτική όξυνση αποτέλεσε η νέα, πρόσθετη, τροπολογία της κυβέρνησης με βάση την οποία, για την ανακήρυξη του σχηματισμού που έχει στα σκαριά ο καταδικασμένος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης χρυσαυγίτης, θα αποφασίσει τελικά εν ολομελεία το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου. Στην υπό ψήφιση τροπολογία αντέδρασε με δημόσια δήλωσή του ο αντιπρόεδρος του ανωτάτου δικαστηρίου Χρήστος Τζανερίκος —επρόκειτο να προεδρεύσει του Α1 Τμήματος— ο οποίος υποστήριξε ότι η συγκεκριμένη διάταξη είναι φωτογραφική και αποτυπώνει δυσπιστία και έλλειψη εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του.
Επί της ουσίας, ο κ. Τζανερίκος εξέφρασε δημόσια τη θέση του για ένα θέμα που —εκ της θέσης του— επρόκειτο να κρίνει δικαστικά. Παράλληλα κατήγγειλε την κυβέρνηση για «ευθεία παρέμβαση στη λειτουργία του δικαστηρίου». Απίστευτα πράγματα…
Αποφεύγοντας την απευθείας αντιπαράθεση με τον κ. Τζανερίκο, ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης δήλωσε την Κυριακή ότι «η κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν αντιπαρατίθεται με αυτήν». Παράλληλα ωστόσο τόνισε πως «σε δημοκρατικά πολιτεύματα η νομοθέτηση ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και όχι στην επιλογή του κάθε δικαστή».
Η παρέμβαση του κ. Τζανερίκου χαρακτηρίστηκε «πρωτοφανής», ως προς τη διατύπωση γνώμης δημοσίως πριν από τη δικαστική του κρίση. Καταγράφηκαν αντιδράσεις από νομικούς και συνταγματολόγους, ενώ σύμφωνα με το δικαστικό ρεπορτάζ έντονες ήταν οι διαφωνίες και εντός των τειχών της Δικαιοσύνης.
Στην υπόθεση παρενέβη την Κυριακή ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και καθηγητής του συνταγματικού δικαίου, Βαγγέλης Βενιζέλος, προτείνοντας να αποφασίσει η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Παράλληλα, προειδοποίησε πώς δεν πρέπει να συνεχιστεί ο διάλογος ανάμεσα στον υπουργό Εσωτερικών και στον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, καλώντας τον τελευταίο να απέχει από οποιαδήποτε διαδικασία. «Θεωρώ αυτονόητο ότι ο κ. Αντιπρόεδρος του ΑΠ θα προβεί σε δήλωση αποχής από οποιαδήποτε σχετική διαδικασία» τόνισε ο κ. Βενιζέλος.
Την Δευτέρα ο κ. Τζανερίκος -ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου που επρόκειτο να προεδρεύσει του Α1 Τμήματος που θα κρίνει τη νομιμότητα της συμμετοχής του κόμματος Κασιδιάρη στις εκλογές- παραιτήθηκε από το δικαστικό σώμα. Τη θέση του κ. Τζανερίκου στην προεδρία του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου έλαβε ως αρχαιότερη η Ευδοξία Κιουπτσίδου η οποία και θα προεδρεύσει της σύνθεσης των δικαστών που θα κρίνουν τη νομιμότητα της συμμετοχής των κομμάτων στις προσεχείς εκλογές
Εν τω μεταξύ, την Δευτέρα ο κ. Βορίδης επανήλθε με δηλώσεις του στο θέμα. Τόνισε ότι «η κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν αντιπαρατίθεται με αυτήν». Πρόσθεσε ότι η τροπολογία της κυβέρνησης ήταν αναγκαία διότι ο Αρειος Πάγος καλείται να αξιολογήσει πρόσθετα στοιχεία. «Είναι πρόσθετο, είναι θετικό να ενισχύσουμε του δικαστές λόγω του βάρους της υπόθεσης», σημείωσε.
Η ασάφεια του ΣΥΡΙΖΑ
Η Κουμουνδούρου, πιστή στο δόγμα «αντιπολίτευση για όλα» έκανε επισήμως λόγο για «παρωδία» και κάλεσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη «να αναλάβει μόνος του την ευθύνη». Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκαθάρισε ότι δεν θα ψηφίσει τη νέα ρύθμιση. Παράλληλα όμως κατήγγειλε τον κ. Μητσοτάκη ότι «με τους τραγικά ερασιτεχνικούς χειρισμούς του μετατρέπεται στον μεγαλύτερο χορηγό της Ακροδεξιάς».
Αυτή ήταν η -έστω και ασαφής- επίσημη θέση. Ωστόσο την Δευτέρα στον φιλικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ Τύπο καταγράφηκαν διαθέσεις πιο επιθετικές. Το «Μπουρλότο» ή κατά μια άλλη πρωτοσέλιδη εκδοχή το «Τσεκούρι Βορίδη στον Αρειο Πάγο», μαζί με αιτιάσεις περί «καθεστωτικών μεθοδεύσεων» και «πραξικοπηματικής παρέμβασης» της κυβέρνησης, αποτέλεσαν εκφάνσεις μιας αντιπολιτευτικής γραμμής με παραδοσιακά χαρακτηριστικά. Και ένα σοβαρό κενό: οι οξύτατες εκφράσεις που βαφτίζουν «πραξικοπηματική» τη νομοθετική ρύθμιση μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, αποτελούν κι ένα έμμεσο (πιθανότατα αθέλητο) δώρο προς τα υπολείμματα του εγκληματικού μορφώματος που παραμένουν επικίνδυνα για τη Δημοκρατία.
Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, παρότι άσκησε κριτική στην κυβέρνηση για «μονομερή και πρόχειρη ρύθμιση» ξεκαθάρισε ότι ως κόμμα του δημοκρατικού τόξου «που σθεναρά και παγίως έχει σταθεί απέναντι στον νεοναζισμό» θα συνεισφέρει στην υπεράσπιση της Δημοκρατίας ώστε να μην βρει χώρο στη Βουλή το νεοναζιστικό μόρφωμα.
Η επιλογή της κυβέρνησης
Ποια είναι η λογική που επικράτησε από πλευράς κυβέρνησης στη ρύθμιση που μεταφέρει την αρμοδιότητα από την 5μελή σύνθεση των δικαστών του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου στην ολομέλεια του ίδιου Τμήματος; Το σκεπτικό ήταν ότι η διεύρυνση ενισχύει τα εχέγγυα ορθής κρίσης καθώς δεν μπορεί ο πρόεδρος του τμήματος να παρέμβει στα εχέγγυα αυτά μέσω της επιλογής των προσώπων.
Η αιτιολόγηση αυτή για τη ρύθμιση που αναμένεται να ψηφιστεί την Τρίτη, συνοδεύεται και από σκεπτικισμό για την πρόταση του κ. Βενιζέλου. Στην κυβέρνηση εκτιμούν πως αν αλλάξει ξανά ο σχηματισμός που προτείνεται στην υπό ψήφιση τροπολογία θα δοθεί η λανθασμένη εντύπωση της απουσίας εμπιστοσύνης προς το αρμόδιο Τμήμα του ανωτάτου δικαστηρίου.
Υπολογίζουν επίσης ότι οι αυστηρές χρονικά προθεσμίες δεν θα μπορούσαν να επιτρέψουν τη διαβούλευση που απαιτεί μια απόφαση από την πολυπρόσωπη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, όπως προτείνει ο κ. Βενιζέλος.
Πρόσφατη ιστορία και επιδιώξεις
Πέρα από τις διαπιστώσεις και τις γνώμες δικαστικών, νομικών και συνταγματολόγων η ένταξη της υπόθεσης Κασιδιάρη από τον ΣΥΡΙΖΑ στον προεκλογικό καβγά, δίνει την ευκαιρία στην κυβέρνηση -κινούμενη κι αυτή πλέον με όρους αντιπαράθεσης- να ανατρέξει στην πρόσφατη ιστορία.
Να θυμίσει δηλαδή —όπως ήδη κάνει— τη συνύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή στις πλατείες των αγανακτισμένων, την κοινή στάση τους για τη (μη) εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το 2014, το φλερτ του ΣΥΡΙΖΑ για να ψηφίσουν οι χρυσαυγίτες την απλή αναλογική —«δεν υπάρχουν καλές και κακές ψήφοι»— αλλά και το γεγονός ότι η οργάνωση συνελήφθη και καταδικάστηκε επί ΝΔ, καθώς επί ΣΥΡΙΖΑ, για έναν περίεργο —ή όχι και τόσο περίεργο τελικά— λόγο κατέστη αδύνατο να βρεθεί η κατάλληλη δικαστική αίθουσα για να προχωρήσει η υπόθεση.
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ δίνει, τέλος, την ευκαιρία στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο ουδεμία σχέση είχε με την Χρυσή Αυγή (ήταν πάντα ξεκάθαρα και γενναία απέναντι), να διαχωρίσει τη θέση του από τη γραμμή και τις όποιες επιδιώξεις της Κουμουνδούρου.