O Ρέντσι σε ομιλία του στις 29 Οκτωβρίου στη Ρώμη. Παντού ιταλικά χρώματα, πουθενά η ΕΕ | REUTERS/Remo Casilli
Απόψεις

Γιατί ο Ρέντσι κατέβασε την σημαία της ΕE

Ο Ρέντσι, φύσει και θέσει, αποτελεί τον πιο έγκυρο και δυναμικό εκπρόσωπο του Νότου, στις μελλοντικές «διαπραγματεύσεις» για την σύγκλιση των δύο κόσμων της Ευρώπης. Αν και αυτός χάσει το παιχνίδι, θα χαθούν και οι τελευταίες ελπίδες για συνεννόηση
Ανδρέας Ζαμπούκας

H πολιτική είναι ένας χώρος όπου οι εντυπώσεις παίζουν πάντα το ρόλο τους στην επικοινωνία. Άλλωστε, η ίδια η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και η αμοιβαιότητα- σύμφωνα με άλλους, «πελατειασμός»-των πολιτικών επιβάλλουν μία συνεχή εγρήγορση στην εικόνα και στην εναλλαγή των προθέσεων.

Στην περίπτωση της Ιταλίας, ο Ματέο Ρέντσι καλείται να αντεπεξέλθει σε ένα διαρκές σφυροκόπημα του παραδοσιακού λαϊκισμού – παλαιότερα του Μπερλουσκόνι, τώρα του Γκρίλο- και να ισορροπήσει, μεταξύ εθνικής πολιτικής και ευρωπαϊκής συνεννόησης.

Σε πρόσφατη διαδικτυακή εμφάνισή του, η σημαία της Ευρωπαϊκής Ενωσης απουσίαζε επιδεικτικά από το φόντο του γραφείου του ιταλού πρωθυπουργού. Πρόκειται σίγουρα για μία κορύφωση των τελευταίων αντιδράσεών, εν όψει του δημοψηφίσματος της 4ης Δεκεμβρίου για τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Ουσιαστικά, ζητάει από τους Ιταλούς να υπερψηφίσουν τις κυβερνητικές προτάσεις, προκειμένου να έχει η κυβέρνησή του «δύναμη για να διαπραγματευθεί με την ΕΕ».

Είναι φανερό ότι προσπαθεί να κινηθεί μεταξύ ιταλικού ευρωσκεπτικισμού και ρεαλιστικής συνεννόησης με τους ευρωπαίους εταίρους. Είναι σαφές ότι από τη μία, κάνει τα πάντα για να αποτρέψει την ήττα με μεγάλη διαφορά κι από την άλλη, να μην πέσει θύμα του εθνολαϊκισμού του Μπέπε Γκρίλο. Τι θα συμβεί; Ως συνήθως, σε αυτές τις περιπτώσεις, το πιθανότερο είναι να χάσει τον έλεγχο- όπως συνέβη και στην Ελλάδα- και να γλιστρήσει επικίνδυνα σε έναν κυνήγι μαγισσών, όπου το ζητούμενο θα καταντήσει να είναι αποκλειστικά, η ψήφος του ιταλού ψηφοφόρου.

Η Ευρώπη δοκιμάζεται και η Ιταλία είναι ένα διογκούμενο πρόβλημα που δεν λύνεται με δημοψηφίσματα ούτε και με τα επικοινωνιακά τεχνάσματα έμμισθων συμβούλων του Ρέντσι (Τζιμ Μεσίνα, πρώην οργανωτής της εκστρατείας του Ομπάμα). Η Ιταλία είναι ο μεγάλος ασθενής του Νότου που ο Βορράς προσπαθεί να γιατρέψει με φάρμακα των δικών του «εργαστηρίων». Αναπόφευκτα, λοιπόν, το χάσμα θα μεγαλώνει και η πολιτική που θα ασκείται θα πρέπει πιο πολύ προς την ικανοποίηση της αγανάκτησης και του ανεξέλεγκτου θυμού των Ιταλών.

Μένουν ακόμα 22 μέρες έως ότου η Ευρώπη δεχτεί άλλο ένα πιθανό πλήγμα, με το δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου. Και μέσα στο 2017, ακολουθεί η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία. Άραγε, στα γραφεία των Βρυξελλών και στην Καγκελαρία του Βερολίνου, αντιλαμβάνονται τους κινδύνους σε πρακτικό επίπεδο ή απλώς τους ξορκίζουν για να αισθανθούν καλύτερα με την δεοντολογική τους ηθική;

Πολύ φοβάμαι, ότι θα είναι πολύ αργά για να παρθούν οι μεγάλες αποφάσεις μετά τις γερμανικές εκλογές. Ειδικά, μετά την εκλογή του Τραμπ, όλα κινούνται με πολύ μεγάλη ταχύτητα, για να δώσουν χρόνο στις «τεχνικές ισορροπίες» των πολιτικών και περισσότερο του Σόιμπλε.

Ο Ρέντσι, φύσει και θέσει, αποτελεί τον πιο έγκυρο και δυναμικό εκπρόσωπο του Νότου, στις μελλοντικές «διαπραγματεύσεις» για την σύγκλιση των δύο κόσμων της Ευρώπης. Αν και αυτός χάσει το παιχνίδι και παραδοθεί στον αυτοσκοπό της εξουσίας, θα χαθούν και οι τελευταίες ελπίδες για συνεννόηση. Αν δεν μπορέσει να σταθεί στο ύψος των ευθυνών του και παρασυρθεί από τον ευρωσκεπτικισμό της ιταλικής κοινωνίας, τότε τίποτε δεν μπορεί να μείνει όρθιο στις διεκδικήσεις απέναντι στον γερμανικό «συγκεντρωτισμό».

Η κατάσταση απαιτεί μεγάλους ηγέτες. Και επειδή όλα κρίνονται από το αποτέλεσμα, μέσα στον επόμενο χρόνο, θα αποδειχθεί αν η Ευρώπη τους διαθέτει…