Γράψε από περιέργεια στο google «Οδός Ωνάση» κι αν βρεις έστω και μια σ΄ ολόκληρη την Αττική, να μου τρυπήσεις τη μύτη. Ούτε καν πέριξ του Ωνασείου. Και είναι αδιανόητο. Καθώς, αν μη τι άλλο, η δική μου γενιά γνωρίζει πόσα σπίτια ξεπουλήθηκαν για πάσχοντες από καρδιά, πόσοι οικογενειακοί έρανοι αποφεύχθηκαν άρα και πόσα δράματα βρήκαν διέξοδο με τη δωρεά του Εθνικού μας Ευεργέτη. Κι όμως; Στην τελετή του θεμελίου λίθου από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ως Πρωθυπουργού της Ελλάδας τότε, δεν ακούστηκε στον λόγο του, εκείνης της ημέρας, ούτε μια φορά το όνομα του Ωνάση. Το διανοείστε;
Να σας θυμίσω, τώρα που πήρα φόρα, και μια φράση της Ελίζας Γουλανδρή από πληρωμένη ολοσέλιδη καταχώρηση (από την ίδια βέβαια) στον τύπο. «Φαίνεται οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είναι άξιες ούτε δωρεές να λαμβάνουν». Γιατί αυτό; Γιατί προσπαθούσε κοπιωδώς να τα βγάλει πέρα με τους άρχοντες μας, προκειμένου να δεχτούνε (όπως το ακούτε, το «δεχτούνε») τη δωρεά ενός Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που θα φιλοξενούσε την αμύθητη συλλογή τους και του οποίου την ανέγερση είχε παραδώσει στα χέρια, του τερατωδώς ταλαντούχου αρχιτέκτονα Ι.Μ. Πέι, που ο πρόεδρος Μιτεράν του είχε αναθέσει την περίφημη Πυραμίδα του Λούβρου.
Αλλά «το Μουσείο θα ανήκε στο Ίδρυμα και θα διοικούνταν αποκλειστικά από τον φορέα αυτό, χωρίς καμία συμμετοχή του Δημοσίου». Αυτά ήταν τα «ζόρικα». Και έτσι, όχι μόνο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ αυτό το πολύτιμο Μουσείο, σε οικόπεδο της οδού Ρηγίλλης (που είχε παραχωρήσει κατά κυριότητα στο Ίδρυμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη το 1992 και είχε διαμορφώσει δια νόμου ειδικούς όρους δόμησης έχοντας κατανοήσει τη σπουδαιότητα της δωρεάς εν αντιθέσει με τους επόμενους που την πολέμησαν λυσσαλέα) αλλά κατόρθωσαν να της βγάλουν και την πίστη ανάποδα!
Για την ιστορία να σημειώσουμε, ότι έγιναν μέχρι και διαδηλώσεις των κατοίκων για «την προστασία του περιβάλλοντος» με συμμετέχοντα και τον Νικήτα Κακλαμάνη (επειδή κατοικούσε κοντά και θα είχε κίνηση η περιοχή).
Θες και άλλη ιστορία; Ο καπετάν-Λάτσης το 1980 διέθεσε 250.000.000 εκατομμύρια δραχμές για το δημαρχείο της ιδιαίτερης πατρίδας του. Με την ενδόμυχη επιθυμία να ονομαστεί Λάτσειο. Ωστόσο, δήμαρχος εκλέχτηκε, εκείνος που είχε προεκλογικό σύνθημα «Δεν θα δώσουμε το όνομα του δωσίλογου στο δημαρχείο». Αυτόν ψήφισαν οι πολίτες.
Γιατί τα γράφω σήμερα όλα αυτά; Διάβασα στον Τύπο για μια δωρεά του αλευροβιομήχανου -ο ίδιος συστήνεται ως μυλωνάς- Κώστα Λούλη στην «Κιβωτό του κόσμου». Δώρισε, διαβάζω, το σπίτι του που βρισκόταν στο Δίμηνι του Βόλου, την πιο ακριβή δηλαδή περιοχή με θέα όλη την πόλη, με αγρόκτημα 25 στρεμμάτων που περιλάμβανε ελαιοτριβείο, τυροκομείο, πετρόμυλο, θερμοκήπια οπωρολαχανικών αλλά και χιλιάδες οικόσιτα ζώα. Ένα έργο ζωής που συμπορεύεται πια με το έργο ζωής του πατέρα Αντώνιου (Παπανικολάου) που ξεκίνησε τη δράση του από τον Κολωνό στην Αθήνα. Στο χώρο αυτό φιλοξενούνται πλέον 40 μικρά παιδιά. «Ο αγώνας μας ξεκινάει από τη στιγμή που η Εισαγγελία θα φέρει στην πόρτα μας ένα παιδί που βρίσκεται, σε κίνδυνο και σε ανάγκη, για να προστατευτεί από το οικογενειακό περιβάλλον του. Ένας τιτάνιος αγώνας για να ξανακάνουμε παιδιά τα παιδιά. Στην ουσία ξεκινάμε από το Α, κάνουμε τον σταυρό μας και προχωράμε». Πρέπει να σημειώσουμε ότι η Κιβωτός δεν έχει ποτέ επιχορηγηθεί από το κράτος, ούτε από ξένα ιδρύματα, ούτε από την εκκλησία, ούτε από την ΕΕ. Στηρίζεται μόνο σε εθελοντές.
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν τη σημασία δωρεών όπως αυτή του Κώστα Λούλη. Που σε αποσπάσματα του συγκινητικού του λόγου ανέφερε:
«Από τα παιδικά μου χρόνια συνειδητοποίησα την έννοια της ευεργεσίας βλέποντας με θαυμασμό (σ.σ. στην ιδιαίτερη πατρίδα του τον Βόλο) τα έργα ευεργετών όπως Αχιλλόπουλου, Νανόπουλου, Καρτάλη. Δυστυχώς το όραμά μου για τη δημιουργία ενός ιδρύματος χρονιών παθήσεων στην μνήμη της μητέρας μου, πριν από 17 χρόνια, ενώ κατέβαλα τα χρήματα στην Μητρόπολη Δημητριάδος, δεν πραγματοποιήθηκε για λόγους που δεν γνωρίζω.
»Χρόνια μετά την πικρία μου και την απογοήτευσή μου, για την κονιορτοποίηση εκείνου του οράματος, ο Θεός έφερε στον δρόμο μου έναν νέο σχετικά κληρικό, που μου θύμισε κάποιους μοναχούς. Η ηρεμία του, ο λόγος του, το ήθος του και προπαντός η ανυποκρισία του.
»Στα αγροτεμάχια που αγόρασα το 1979 και το 1986 υπήρχαν μόνο βράχια. Φέραμε (τότε) εκατοντάδες φορτηγά χώμα, κάναμε αναβαθμίδες, κτίσαμε κτίσματα 3.000 τ.μ… Πολλοί αναρωτιόνταν γιατί, αλλά σήμερα παίρνουν μαζί μ΄ εμένα την απάντηση.
»Η αξία τελικά αυτών, είναι η ευλογία που μου έδωσε την έμπνευση και τη δυνατότητα να κάνω κάτι, που είχε όμως τελικά έναν άλλο σκοπό. Τελικά υπήρχε ένας άλλος προορισμός, πέρυσι περάσαμε εδώ οικογενειακώς τα ομορφότερα Χριστούγεννα της ζωής μας μαζί με τα παιδιά της Κιβωτού. Η αγάπη τους και αγκαλιά τους έχουν κυριολεκτικά συμπληρώσει τη ζωή μου με απέραντη ευτυχία.
»Ο πατήρ Αντώνιος όμως πέρα από τους φόρους πρέπει να καλύπτει καθημερινά και τα έξοδα λειτουργίας. Είναι άξιος επαίνου γιατί το έργο του δεν το στηρίζει οικονομικά κανένας φορέας πέραν των εθελοντών. Προσωπικά είμαι ευγνώμων στον Θεό που γνώρισα έναν άξιο και έντιμο, ικανό να διαχειριστεί αυτή τη δωρεά.
»Το έχω βιώσει και θα το επαναλάβω πως η χαρά της προσφοράς είναι πολύ υψηλότερη από αυτή του κέρδους».
Και κάπως έτσι αναγνώστες… Από ένα ιερό «από το πουθενά», όπως ξεπετάμε αφελώς οι άνθρωποι, ενώθηκε ένας αρτοβιομήχανος με έναν κληρικό που προσμετράται στις εξαιρέσεις.
Γνωρίζω τον κ. Λούλη. Ένας επιτυχημένος, τετραπέρατος, υπερ-εργατικός άνθρωπος που μετέδωσε την εργατικότητά του και στα παιδιά του που συνεχίζουν την λαμπρή πορεία της εταιρείας τους.
Καμαρώνοντας, ως έκτη γενιά μυλωνάδων, σε μια χώρα που «οι μεγάλες οικογένειες», ως επί το πλείστον καίγονται, από τη μια γενιά στην άλλη. Και οικογενειακώς προθυμοποιούνται με αυτοματισμό, για να συνεισφέρουν στο κοινωνικό σύνολο όποτε υπάρχει ανάγκη.
Όπως σχετικά πρόσφατα, ο γιος Νίκος Λούλης, ανέλαβε την αναστύλωση της ιστορικής Γέφυρας της Πλάκας στην Άρτα. Παράλληλα, ο Κώστας Λούλης, ως προσωπικότητα, είναι ένας τόσο ιδιαίτερος άνθρωπος που θα μπορούσα να γράψω βιβλίο για να περιγράψω τις αντιφάσεις του. Αλλά δεν έχει νόημα και αξία αυτό που σας λέω. Γιατί; Γιατί αυτή ακριβώς είναι ακόμα μια παθογένειά μας. Η κλειδαρότρυπα. Πιο πολύ μας απασχολεί το κουτσομπολιό πάρα το έργο κάποιου.
Ο Κώστας Λούλης, είναι αυτός που είναι. Πολλές φορές, όποτε έχω την ευκαιρία να συνομιλήσω μαζί του, δεν μπορώ να διαχωρίσω στους λόγους του την αλήθεια από την μη αλήθεια. Δεν έχω γνωρίσει πιο τεχνίτη του «περιπαιχτικού». Επ’ αυτού οφείλω να σας αποκαλύψω, ότι επενέβην «ανέντιμα», ας το πούμε ως παιχνίδι, σε ένα κομμάτι των λόγων του στην αρχή του κειμένου. Ίσως το σημείο αυτό, να τράβηξε και την δική σας προσοχή όσο τη δική μου.
Τα λόγια του με ακρίβεια και χωρίς την επέμβασή μου είναι: «Δυστυχώς το όραμα μου για τη δημιουργία ενός ιδρύματος χρόνιων παθήσεων στην μνήμη της Μητέρας μου, πριν από 17 χρόνια, ενώ κατέβαλα τα χρήματα στην Μητρόπολη Δημητριάδος, ο Κύριος δεν επέτρεψε να πραγματοποιηθεί, για λόγους που αυτός γνωρίζει».
Δεν είναι αναγνώστες μου, συγκλονιστικά σαρκαστικό, δεν είναι ανατριχιαστικά-σιχαμένα αναγνωρίσιμο, αυτό το αριστούργημα περιπαιχτικής υπεκφυγής: «Ο Κύριος δεν επέτρεψε, για λόγους που αυτός γνωρίζει»;
Αν απορείτε, γιατί δεν υπάρχουν στις μέρες μας εθνικοί ευεργέτες… Αν… Το εύκολο κομμάτι είναι να πεις, ότι δεν εκτιμάς την πολιτική ηγεσία του τόπου μας. Το δύσκολο είναι να αρθρώσεις, αυτό που καταχωνιάζεις. Ότι δεν εκτιμάς ένα μεγάλο κομμάτι λαού που τακιμιάζει με την πολιτική ηγεσία, γιατί ταιριάζει η χημεία των μαύρων ζουμιών της ψυχής τους. Τα ζουμιά της αγνωμοσύνης, της ζηλοφθονίας, της μικρότητας, της μιζέριας, της αχαριστίας, της φθήνιας, της κουτοπονηριάς, της ιδιοτέλειας. Και δυστυχώς η μοίρα μας συνδέεται, σε όλους τους τομείς, με έναν «Κύριο», ως γνωστό μας άγνωστο, που δεν επιτρέπει, για λόγους «που αυτός γνωρίζει». Βαρέθηκα!