Σε ένα μήνα, αρχίζουν οι Πανελλήνιες. Στις 9 Μαϊου, επιστρέφουν οι μαθητές από τις διακοπές του Πάσχα, κάνουν τις βόλτες τους στο προαύλιο… και στις 11 τα σχολεία κλείνουν. Στις 16, αρχίζουν οι εξετάσεις για την εισαγωγή σε ΑΕΙ και ΤΕΙ και στη συνέχεια ακολουθούν οι ενδοσχολικές. Συμπέρασμα; Σε 10 μέρες περίπου από σήμερα τελειώνει η κανονική σχολική χρονιά! Εν τω μεταξύ, αν αθροίσεις τα διαστήματα, από αρχές Οκτωβρίου που αρχίζουν τα μαθήματα (μέχρι να φτιάξουν πρόγραμμα, να έρθουν όλοι οι καθηγητές κτλ) βγάζεις δε βγάζεις πέντε μήνες σχολείου το χρόνο!
Οπως και να ΄χει, η Ελλάδα είναι μια χώρα διακοπών και φιλοσοφικών αναζητήσεων, ένα χωνευτήρι ακαθόριστων τάσεων και διαθέσεων. Κάνει και ζέστη, οπότε δεν υπάρχει και διάθεση για παραπάνω μάθημα από το κανονικό (το πεντάμηνο εννοώ…).
Πάντοτε, όμως, η επίσημη αυλαία πέφτει με τις Πανελλήνιες. Αυτή τη χρονιά, τα μαθήματα θα είναι τέσσερα και όχι έξι που ήταν πέρυσι – ελάχιστοι απόφοιτοι θα δώσουν με το παλιό σύστημα. Πέρασαν 16 χρόνια από τις περίεργες εμπνεύσεις του Αρσένη του 2000, για να γυρίσουμε πάλι στις δέσμες. Να αποδείξουμε, δηλαδή, ότι φέρνουμε βόλτες και στο τέλος, πάλι στα ίδια γυρνάμε. Πέρα από αυτό, όμως, η κατάσταση είναι περίπου παρόμοια με πέρυσι: αγωνία για μαθητές και μαμάδες, προβληματισμός για τα θέματα στα φροντιστήρια (στα σχολεία είναι πιο cool…) και πυρετώδεις προετοιμασίες στο υπουργείο να λειτουργήσει το σύστημα με επάρκεια.
Εχει, όμως, νόημα να επιμένουμε ακόμα στις Πανελλήνιες; Εχει κάποια σημασία για το εκπαιδευτικό μας σύστημα να διατηρούμε έναν αναχρονιστικό θεσμό που φανερώνει την αδυναμία μας να λύσουμε τα προβλήματα της κοινωνίας μας; Απλώς διατηρούμε ένα ξεπερασμένο πλαίσιο λειτουργίας, ενώ οι πολιτισμικές εξελίξεις και η αγορά μας έχουν, ήδη, ξεπεράσει. Κι όταν λέω αγορά, δεν εννοώ μόνο την οικονομία και την ανεργία των νέων αλλά και τις συνθήκες ανάπτυξης της κοινωνίας, μέσα από αξίες, ήθη, κανόνες και αρχές.
Μόνο ένα 15% των νέων προτίθεται να ενσωματωθεί σε κάποια ειδικότητα μέσω των ΕΠΑΛ. Οι υπόλοιποι σπεύδουν να διεκδικήσουν μια θέση σε ανώτερο ή ανώτατο ίδρυμα
Προσέξτε την κατανομή των μαθητών που θα συμμετάσχουν στις φετινές εξετάσεις, με το νέο σύστημα: 79.923 μαθητές από Γενικά Ημερήσια Λύκεια, 1.004 από Εσπερινά και από ΕΠΑΛ 15.354. Ποιο είναι το πρόβλημα; Οτι σε μία χώρα που ο παραγωγικά ενεργός πληθυσμός δεν ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια, σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την ανεργία και την απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας, ολόκληρο το σύστημα συνεχίζει να ζει στην δεκαετία του ΄80. Τότε που η λαγνεία της αστικοποίησης και η κοινωνική καταξίωση, μέσω των σπουδών ήταν στόχος ζωής και όνειρο επιβράβευσης.
Προκύπτει, λοιπόν, ότι μόνο ένα 15% των νέων προτίθεται να ενσωματωθεί σε κάποια ειδικότητα μέσω των ΕΠΑΛ. Οι υπόλοιποι (79.923 και άλλοι του παλιού συστήματος) σπεύδουν να διεκδικήσουν μια θέση σε ανώτερο ή ανώτατο ίδρυμα. Λες και η αγορά των 10 εκατ. Ελλήνων θα αυγατίσει για να δεχτεί κι άλλες ορδές απαξιωμένων ανέργων. Λες και τα κρατικά ταμεία πρόνοιας έχουν κι άλλες δυνατότητες να συντηρούν παραπλανημένους «μορφωμένους» νέους- είναι γνωστό άλλωστε ότι από τους συμμαθητές τους των ΕΠΑΛ είναι πιο καλλιεργημένοι!.
Ενα ίδιο και απαράλλαχτο σκηνικό: κόποι, τεράστια κεφάλαια, αγωνίες, νευρώσεις και ένα σωρό άλλες εντάσεις για μία διαδικασία που μεταφέρει από γενιά σε γενιά, την καθυστέρηση και των συντηρητισμό. Τη δειλία μάλλον και τις αγκυλώσεις μιας κοινωνίας που δεν θέλει να δει πέρα από τους μύθους της. Που δεν θέλει να απαλλαγεί από τον πρωτογονισμό και τον επαρχιωτισμό της.
Οι Πανελλήνιες δεν είναι τίποτε άλλο από ένα παιχνίδι εντυπώσεων για μικρούς και μεγάλους. Εκτός από τους άριστους που έτσι κι αλλιώς θα ενταχθούν με αξιώσεις στο σύστημα -άσχετο αν μετά θα αποδράσουν…- οι υπόλοιποι βασανίζονται χωρίς λόγο και αιτία. Μόνο ο λαϊκισμός θα θριαμβεύσει και πάλι, ανοίγοντας κι άλλες τρύπες, στην οικονομία και στην πολιτισμική παραγωγικότητα. Κυρίως όμως, στις συνειδήσεις μίας ακόμα χαμένης γενιάς ανυποψίαστων και γελασμένων Ελλήνων.