Ο Λεχ Βαλέσα μιλώντας την Κυριακή σε διαδήλωση στον Γκντανσκ κατά της απόφασης της κυβέρνησης της Πολωνίας να θέσει το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας υπό τον έλεγχό της | Agencja Gazeta/Jan Rusek via REUTERS
Απόψεις

Επέτειος με σήμα κινδύνου: Από την Πολωνία με φόβο

Ενώ γιορτάζουμε την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας, το ανώτατο όργανο των δικαστικών λειτουργών μάς προειδοποιεί για τον κίνδυνο στον οποίο βρίσκεται το πολίτευμα από τις αυταρχικές διαθέσεις των σημερινών κυβερνώντων. Οι αγωνίες του Λεχ Βαλέσα για την Πολωνία ακούγονται ως εδώ
Απόστολος Δοξιάδης

Χθες το απόγευμα, ο εβδομηντατριάχρονος Λεχ Βαλέσα εμφανίστηκε σε μια μεγάλη συγκέντρωση στην πόλη του, το Γκντανσκ. Απευθυνόμενος στο κυρίως νεανικό κοινό, που τον αποθέωνε, είπε: «Μην αφήσετε να σας πάρουν αυτό που κερδίσαμε για λογαριασμό σας». Μάλλον από κάποιας λογής σεμνότητα, ξέχασε να συμπληρώσει: «…αυτό που κερδίσαμε για λογαριασμό σας με αίμα, πόνο και θυσίες».

Δεν ξέρω πόσο αναγνωρίσιμο είναι το όνομα του Βαλέσα σε κάποιους νεότερους –σε όσους δεν είναι, πάντως, καλό είναι να μάθουν περισσότερα για αυτόν. Ο Βαλέσα είναι ίσως ο κατ᾽ εξοχήν μισητός άνθρωπος στη σύγχρονη κομμουνιστογενή αριστερά. Γιος θύματος των Ναζί, ηλεκτροτεχνίτης στο επάγγελμα, κατάφερε ως εργάτης στα τότε ονομαζόμενα «Ναυπηγεία Λένιν», στο Γκντανσκ, να δημιουργήσει ένα ανεξάρτητο εργατικό συνδικάτο. Αυτό ήταν η βάση της «Αλληλεγγύης», του πρώτου μεγάλου μαζικού κινήματος σε χώρα της Ανατολικής Ευρώπης, που σε διάστημα μιας δεκαετίας, μέσα από αγώνες και διωγμούς, οδήγησε στην πτώση της δικτατορίας του στρατηγού Γιαρουζέλσκι. Η Πολωνία έδειξε τον δρόμο και σε άλλες χώρες, και έφερε τη μεγάλη αλλαγή: στο βαθμό που η Ιστορία γράφεται από μεγάλες προσωπικότητες, η πτώση του κομμουνισμού στην Ευρώπη έχει πάνω-πάνω το όνομα «Λεχ Βαλέσα».

Ενώ διωκόταν από από το καθεστώς Γιαρουζέλσκι, το 1983, απονεμήθηκε στον Βαλέσα το Νομπέλ Ειρήνης. Αρνήθηκε να πάει στη Στοκχόλμη να το παραλάβει, από φόβο μήπως δεν τον αφήσουν να ξαναγυρίσει στην Πολωνία, όπου δρούσε πια παράνομα, και συνέχισε να δρα, ως την πτώση του κομμουνισμού, στα τέλη του 1989. Ως πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας, από το 1990 ως το 1995, ο Βαλέσα υπήρξε ο αρχιτέκτονας της εγκαθίδρυσης της δημοκρατίας στην Πολωνία και της ένταξης της στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που έγινε στη διάρκεια της θητείας του. Ομως, κυρίως λόγω του απότομου χαρακτήρα του, και των άξεστων τρόπων του, δεν τα πήγε ποτέ καλά με τη δημοσιότητα. Στις επόμενες εκλογές έχασε την προεδρία, και στη συνέχεια της πολιτικής του καριέρας συνετρίβη εκλογικά από την άνοδο ενός κόμματος με αρκετούς δεσμούς με το παλιό κομμουνιστικό καθεστώς. Τότε εγκατέλειψε εντελώς την πολιτική, ενώ το 2006 αποχώρησε και από μέλος της «Αλληλεγγύης», που είχε παραμείνει ενεργή και επί δημοκρατίας, λόγω της υποστήριξής της στο εθνικιστικό ακροδεξιό κόμμα του «Νόμου και Δικαιοσύνης», του Γιάροσλαβ Καζίνσκι, σημερινού πρωθυπουργού της Πολωνίας. Ο εργάτης που κατάφερε να ρίξει τον κομμουνισμό, εναντιώθηκε με την ίδια καθαρότητα, ως απλός πολίτης, στην εθνικιστική, ακροδεξιά στροφή της χώρας του. Ο Βαλέσα, με άλλα λόγια, δεν είναι εχθρός του κομμουνισμού: είναι εχθρός της απολυταρχίας και του αυταρχισμού.

Χθες, στο Γκντανσκ, μιλώντας στους νέους της Πολωνίας, ο Βαλέσα τους προειδοποίησε για τον τεράστιο κίνδυνο που βρίσκεται προ των πυλών: τη μετάπτωση της χώρας του, από τη δημοκρατία στον αυταρχισμό. Η επανεμφάνισή του οφείλεται στο πιο ισχυρό και ανησυχητικό δείγμα των διαθέσεων της κυβέρνησης Καζίνσκι: την υπαγωγή με νόμο, προ ημερών, του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας στην κυβέρνηση. «Ο διαχωρισμός των τριών εξουσιών, της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής ήταν το πιο μεγάλο βήμα μας προς τη Δημοκρατία», είπε χθες ο Βαλέσα στους νέους της Πολωνίας. Με τον νέο του νόμο, το ακροδεξιό καθεστώς του Καζίνσκι έδωσε καίριο πλήγμα σε αυτή την κατάκτηση.

Οι διεθνείς προειδοποιήσεις κατά της εκτροπής, ανάμεσά τους του Ντόναλντ Τουσκ, προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και τέως πρωθυπουργού της Πολωνίας, πολλών σημαντικών ευρωπαίων ηγετών, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ενωσης Δικαστών, επισημαίνουν τον κίνδυνο, όχι μόνο για την Πολωνία, αλλά και για τη δημοκρατία στην Ευρώπη. Μετά την υπερίσχυση του Βικτόρ Ορμπάν, του αντιευρωπαϊστή, λαϊκιστή, ξενοφοβικού, και με αυταρχικές ορέξεις πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, του οποίου το καθεστώς επιπλέον κατηγορείται για εκτεταμένη διαφθορά, τώρα ένα δεύτερο αγκάθι εμφανίζεται στην καρδιά της δημοκρατικής Ευρώπης. Σε έναν διαγωνισμό, του ποιος από τους δύο είναι πιο μεγάλη απειλή για τη δημοκρατία στη χώρα του μελλοντικά, ο Ορμπάν ή ο Καζίνσκι, χωράνε στοιχήματα. Ομως με την την τελευταία του κίνηση, ο Καζίνσκι πάει ένα βήμα παραπέρα από τον Ορμπάν: την απειλή τη μετατρέπει σε θεσμό. Ο νόμος που περιστέλλει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης στην Πολωνία δεν είναι ένα απλό σήμα κινδύνου. Είναι ο ίδιος ο κίνδυνος, που έχει γίνει πράξη. Δεν είναι ένα βήμα προς τον αυταρχισμό. Είναι ο αυταρχισμός.

Παρακολουθώ από καιρό, με βαριά διάθεση, τις εξελίξεις στις δυο χώρες, και με μεγάλη ανησυχία τη θεσμική εκτροπή στην Πολωνία. Αλλά γράφω για αυτές ειδικά σήμερα, επέτειο της Αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, με αφορμή τη χθεσινή ανακοίνωση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Το ανώτατο όργανο των δικαστικών λειτουργών της χώρας μάς προειδοποιεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο για τον κίνδυνο στον οποίο βρίσκεται η δημοκρατία από τις αυταρχικές διαθέσεις των κυβερνώντων, που εκδηλώνονται με ολοένα και με μεγαλύτερη συχνότητα με δημόσιες επιθέσεις κατά της Ελληνικής Δικαιοσύνης και των λειτουργών της. Και, πολύ καίρια, αναφέρει την Τουρκία και την Πολωνία ως παραδείγματα, όπου η συνθλιβή της δημοκρατίας έχει ως πρώτο της βήμα την κατάργηση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.

Η Ελλάδα απέχει βέβαια πολύ από την Τουρκία του Ερντογάν, και δεν είναι στα χάλια της Πολωνίας του Καζίνσκι: οι αντιθεσμικές, και προσβλητικές για τη Δημοκρατία ενέργειες του έλληνα Πρωθυπουργού και αρκετών υπουργών του, συμπεριλαμβανομένου και του αρμόδιου για την προάσπιση της Δικαιοσύνης, παραμένουν κυρίως στο επίπεδο του λόγου, των δηλώσεων και των απειλών. Δεν έχουν γίνει νόμος και φυσικά ελπίζω να μη γίνουν ποτέ. Αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε στις ελπίδες. Ο αριστερο-ακροδεξιός συνασπισμός που μας κυβερνά -δηλαδή ένας συνασπισμός που έχει στην ιδεολογική καταγωγή του και τις δυο μορφές αυταρχισμού- έχει δείξει από την αρχή την αντιπάθειά του στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, όπως άλλωστε και στις ανεξάρτητες αρχές. Οι εκδηλώσεις αυτής της αντιπάθειας, από στόματα κυβερνώντων, είναι ύβρεις κατά της Δημοκρατίας. Οι κλιμακούμενες επιθέσεις, οι αμφισβητήσεις δικαστικών αποφάσεων, και οι ευθείες λεκτικές επιθέσεις στη Δικαιοσύνη, δείχνουν ότι κάτι βαθιά σάπιο υπάρχει στη δημοκρατία μας.

Η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, με την ανακοίνωσή της, χτυπάει το σήμα κινδύνου σε όλους μας. Από την υποταγή της Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση, στην Πολωνία, στην Ελλάδα μας χωρίζουν κάποια βήματα. Το αν αυτά τα βήματα αυτά είναι μικρά ή τεράστια, και κυρίως το αν θα τολμήσει ποτέ να τα κάνει μια ελληνική, δημοκρατικά εκλεγμένη, κυβέρνηση, δεν εξαρτάται όμως μόνο από τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης. Εξαρτάται κυρίως από εμάς, τους πολίτες.

Το έχω γράψει και το ξαναγράφω με τα λόγια του Ηράκλειτου: πρέπει να αμυνθούμε όλοι υπέρ του νόμου όπως η πόλη αμύνεται υπέρ των τειχών της. Και νόμος χωρίς ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν υπάρχει.

Χρόνια πολλά στη Δημοκρατία μας. Αλλά οι ευχές δεν αρκούν για την προάσπισή της.