Δεν μπορεί να μην το έχει νιώσει κανείς. Έστω και σε ανύποπτο χρόνο. Έστω και στα πιο μικρά και ασήμαντα πράγματα της καθημερινότητας. Οταν ας πούμε τρέχεις αγχωμένος να προλάβεις ένα επαγγελματικό ραντεβού και ψάχνεις απεγνωσμένα παρκάρισμα. Ενώ δίπλα σου χάσκουν μακάρια δεκάδες άδειες κρατημένες θέσεις ενός υπουργείου. Έτσι για να υπάρχουν… Για να μην υπάρχει άγχος για παρκάρισμα από τους εργαζόμενους εκεί.
Ή όταν ακούς την Ολγα Γεροβασίλη πριν από μερικούς μήνες να δηλώνει αυθόρμητα – και με λίγη έπαρση – ότι «κανένας εργαζόμενος δεν έχει χάσει τη δουλειά του». Εννοώντας με την λέξη «εργαζόμενους» τους δημοσίους υπαλλήλους. Και όταν την ρωτούν για αυτούς του ιδιωτικού τομέα, να μπερδεύεται. Να τα μασάει. Γιατί δεν της είχε καν περάσει από το μυαλό ότι υπάρχουν κι αυτοί.
Ή άλλες φορές πάλι, όταν διαβάζεις για αυτή τη νέα πρακτική. Που θέλει το Δημόσιο να απουσιάζει από τις δίκες κατά τις οποίες μετακλητοί ή συμβασιούχοι κερδίζουν το δικαίωμα μονιμοποίησης σε μια θέση που κανονικά θα έπρεπε να έχει καταργηθεί. Και έτσι προστίθεται έμμεσα ένα ακόμα βάρος στην φορολογία σου. Και πρέπει να βρεις και άλλη μια δουλειά ή να τρέξεις περισσότερο. Ε, δεν αρχίζεις να υποψιάζεσαι ότι δεν παίζεις με ίσους όρους;
Κοινώς, αν ανήκεις σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων που κόβουν παραστατικά για τις υπηρεσίες τους (όχι σε αυτούς που μια ζωή φοροδιαφεύγουν, στους άλλους…) θα έπρεπε ήδη να έχεις υποψιαστεί κάποια εχθρότητα εκ μέρους του κράτους. Ότι δεν είσαι – για να το θέσουμε κομψά – το «αγαπημένο παιδί» αυτών που παίρνουν τις αποφάσεις. Ε, μετά την εγκύκλιο για τα «μπλοκάκια» μπορούν πλέον οι υποψίες σου να γίνουν βεβαιότητα.
Από την 29η Δεκεμβρίου που κυκλοφόρησε, δεκάδες άνθρωποι τρέχουν αριστερά και δεξιά σαν ζαλισμένα κοτόπουλα. Ρωτώντας όποιον μπορούν. Για να μάθουν πόσο λιγότερα χρήματα θα παίρνουν. Άνθρωποι που προσπαθούν να προγραμματίσουν τον επόμενο μήνα τους μέσω ενός διαρκούς ράδιο-αρβύλα. Ηττημένοι. Που έχουν στερηθεί το βασικό δικαίωμα να γνωρίζουν τι τους περιμένει. Γιατί η εγκύκλιος είναι ακατανόητη και ελλιπής. Και γιατί είναι ακατανόητη και ελλιπής; Μα γιατί κανείς από αυτούς που την συνέταξαν δεν ενδιαφέρθηκε να την κάνει κατανοητή. Με άλλα λόγια κανείς από αυτούς που την συνέταξαν δεν ενδιαφέρθηκε γι’ αυτούς.
Οταν μια μητέρα βρίσκεται σε μια παιδική χαρά ανάμεσα σε παιδάκια και ξαφνικά ακουστεί ένα «μπαμ» πρώτα το δικό της παιδί θα τρέξει να προστατεύσει. Ε, το ίδιο ακριβώς κάνει και το πολιτικό προσωπικό με τα δικά του παιδιά. Τα φροντίζει με πολύ μεγαλύτερη στοργή από ό,τι τα ξένα. Δηλαδή τα παιδιά του κατώτερου Θεού που ονομάζεται «ιδιωτικός τομέας».
Και εδώ που τα λέμε, είναι απολύτως λογικό. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν είναι φίλοι των πολιτικών. Γιατί όταν το μόνο που ξέρεις να κάνεις είναι να διορίζεις και να παρέχεις «εξυπηρετήσεις» μέσω τροπολογιών είναι φυσικό να αισθάνεσαι ακυρωμένος από κάποιον που δεν σε «χρειάζεται». Και λογικά θα τον αγνοήσεις. Και επίσης την κρίσιμη στιγμή θα τον θυσιάσεις χωρίς δεύτερη σκέψη. Για να σώσεις τα παιδιά σου. Πετώντας στη μούρη των άλλων ένα απροκάλυπτο και κυνικό «ας πρόσεχες».
Το μήνυμα είναι απλό: Και μέρα με τη μέρα γίνεται σαφέστερο από το σύνολο του πολιτικού προσωπικού: «ελεύθερε επαγγελματία, ας είχες έρθει σε εμάς να σε φροντίσουμε. Τώρα είναι πολύ αργά. Δεν φταίμε εμείς που σε αντιμετωπίζουμε σαν περιττό βάρος στον εργασιακό παράδεισο που φτιάξαμε για τους δικούς μας.
Αν είχες ρίξει ελάχιστα τα μούτρα σου και δεχόσουν να καθίσεις για λίγο στην αίθουσα αναμονής ενός πολιτικού γραφείου και να παρακαλέσεις για διορισμό τώρα δεν θα αγωνιούσες. Αν δεν αν δεν ήσουν τόσο ψηλομύτης και μοιραζόσουν με στοιχειώδη ενθουσιασμό τις δηλώσεις των υπουργών και των στελεχών μας στο twitter και στο facebook τώρα θα ήσουν «βασιλιάς». Ή έστω μετακλητός. Δεν θα έτρεμε το φυλλοκάρδι σου κάθε μήνα αν θα έχεις δουλειά και τον επόμενο. Θα ήσουν με τους χαλαρούς (σ.σ.: και όταν λέμε «χαλαρούς» δεν εννοούμε τους χρήσιμους στα νοσοκομεία π.χ. Εκεί υπάρχουν ελλείψεις. Ενώ στις θέσεις που απαιτούν το μίνιμουμ των προσόντων υπάρχει πλεονάζον προσωπικό. Γιατί προφανώς αυτοί έχουν προτεραιότητα).
Γι’ αυτό και δεν πρέπει να μας ξενίζει που η απάντηση σε όλα αυτά είναι «αντί να γκρινιάζετε για τους υψηλούς μισθούς του Δημοσίου διεκδικήστε κι εσείς τους ίδιους μισθούς από τους εργοδότες σας». Ειδικά όταν προέρχονται από ανθρώπους που δεν θα κοιτάξουν με αγωνία το ΑΤΜ για να δουν «αν μπήκαν τα λεφτά». Μπορεί να μην έχουν σχέση με την πραγματικότητα αλλά έτσι έχουν μάθει να κάνουν τα «χαϊδεμένα» παιδιά. Ζητούν απλώς παραπάνω χαρτζιλίκι από τους γονείς τους. Χωρίς να τα ενδιαφέρει πού θα βρεθεί.