Η ερώτηση είναι απλή: τη στιγμή που το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας παραδέχεται ότι δεν διαθέτει τη νηφαλιότητα να αποφασίσει χωρίς να επηρεάζεται από το «κλίμα που επιχειρείται να διαμορφωθεί», μια αναβολή υπάρχει περίπτωση να βοηθήσει το κλίμα ή θα το δυναμιτίσει ακόμα περισσότερο;
Διότι το να παραδέχεται επισήμως ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι το σώμα δεν διαθέτει την απαραίτητη νηφαλιότητα λόγω εξωτερικών (;) παραγόντων, προκειμένου να αποφασίσει πάνω σε κάτι τόσο σημαντικό, είναι μεν πρωτοφανές και ανησυχητικό. Αλλά το κυριότερο, δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση ότι σε λίγο καιρό, όταν συνεδριάσει ξανά η Ολομέλεια, η κατάσταση θα έχει αλλάξει. Μάλλον το αντίθετο.
Δηλαδή, όλοι αυτοί που «τοποθετούνται δημόσια και εκδηλώνονται» όπως λέει ο ίδιος ο Νικόλαος Σακελλαρίου στην ανακοίνωση που εξέδωσε το μεσημέρι της Παρασκευής, υπάρχει περίπτωση να αποθαρρυνθούν; Ειδικά τώρα που διαπιστώνουν ότι η ένταση φέρνει απτά αποτελέσματα και ασκεί όντως πίεση;
Είναι σα να λέμε ότι το δικαστήριο που δικάζει τη Χρυσή Αυγή θα έπρεπε να αναβάλει τις συνεδριάσεις του μέχρι να σταματήσουν οι χρυσαυγίτες να συγκεντρώνονται και να φωνάζουν απέξω γιατί «δημιουργούν κλίμα».
Οπότε, κατά μια έννοια οι σημερινές εξελίξεις αποτελούν έμμεση ομολογία ήττας. Και μάλιστα όταν στις 4 Ιουλίου 2016, κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας για τις αιτήσεις ακυρώσεως των μεγάλων τηλεοπτικών καναλιών κατά της απόφασης για τις τέσσερις τηλεοπτικές άδειες, ο ίδιος ο κ. Σακελλαρίου είχε φροντίσει να στείλει σαφές μήνυμα δηλώνοντας: «H Δικαιοσύνη απαντά στις ακρότητες μόνο δια των αποφάσεών της. Οι δικαστές δεν καθοδηγούνται, δεν επηρεάζονται και δεν υποκύπτουν». Ε, τρεις μήνες μετά φαίνεται ότι τελικά επηρεάζονται.
Εξάλλου, μεσολάβησε και η «προφητεία» του Αλέξη Τσίπρα από το μικρόφωνο της ΔΕΘ. Οταν στις 11 Σεπτεμβρίου είχε εκφράσει ξεκάθαρα τη βεβαιότητα ότι «δεν δίνει ούτε μια πιθανότητα το ΣτΕ να ακυρώσει το νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες». Δεν είναι και λίγο. Τουλάχιστον ως «δημόσια τοποθέτηση και εκδήλωση» Πρωθυπουργού (σαν αυτές που καταδικάζει στην ανακοίνωσή του ο πρόεδρος του ΣτΕ) έχει κάποια βαρύτητα. Και μπορεί να μην ήταν αυτή που έδωσε το «εναρκτήριο λάκτισμα» για την κλιμάκωση της έντασης. Αλλά διαμόρφωσε ένα κλίμα «ή ταν ή επί τας». Δείχνοντας πόσο στενά συνδέεται το μέλλον της κυβέρνησης με το μέλλον του νόμου Παππά.
Μάλιστα σα να το είχε δει να έρχεται, το ΣτΕ είχε και τότε σπεύσει να απαντήσει ευθέως στα πρωθυπουργικά προγνωστικά: «Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει μια δικαστική απόφαση και τα δημόσια πρόσωπα οφείλουν να είναι πιο επιφυλακτικά στη διατύπωση των προσωπικών τους εκτιμήσεων» έγραφε σε μια προσπάθεια να προλάβει τις εξελίξεις πριν από 19 μέρες ακριβώς.
Το σε ποιόν απευθύνεται πάντως μετά τη ματαίωση της κρίσιμης συνεδρίασης ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, μένει να φανεί. Ισως να πρόκειται και για ένα μήνυμα προς το ίδιο το σώμα των Συμβούλων, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες κάτω από τη φαινομενική ηρεμία τις τελευταίες ημέρες ήταν σαφής η ένταση και η πόλωση ανάμεσά τους.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι για πρώτη φορά φαίνεται τόσο ξεκάθαρα ότι ένα από τα ανώτατα θεσμικά όργανα της χώρας ομολογεί αδυναμία. Και πετάει την μπάλα στην κερκίδα. Και, το χειρότερο, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν η αδυναμία αυτή οφείλεται σε έναν εσωτερικό διχασμό του σώματος. Γιατί αν οι κόντρες που βλέπουμε καθημερινά στα social media και στη Βουλή έχουν περάσει και εντός του ΣτΕ, τότε μάλλον είναι σα να παίζουμε ματς χωρίς διαιτητή. Ή μάλλον με διαιτητή που επηρεάζεται από την έξαλλη κερκίδα. Και αυτό σπανίως βγάζει δίκαιο αποτέλεσμα.