Η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου βρίσκεται, τηρουμένων των αναλογιών, σε καλύτερη μοίρα από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις. Για τρεις βασικούς λόγους.
Πρώτον, δεν έχει μπροστά της κανένα θεσμικό εμπόδιο, όπως είχε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου (εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας). Ετσι, έχει μεγάλα χρονικά περιθώρια να κυβερνήσει, ίσως και να εξαντλήσει τα συνταγματικά όρια της θητείας της.
Δεύτερον, στηρίζεται σε συμπαγή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Είναι απίθανο να βρεθούν βουλευτές που θα την ρίξουν αυτοκτονώντας πολιτικά και οι ίδιοι.
Τρίτον, στηρίζεται από όλο το φάσμα των εξωτερικών δυνάμεων που επηρεάζουν τις εξελίξεις, Ευρωπαίους και Αμερικανούς.
Τότε γιατί διακατέχεται συνεχώς από το φόβο ότι θα γίνει «παρένθεση»; Γιατί οι υπουργοί της αισθάνονται την ανάγκη να ξορκίζουν αυτόν τον φόβο με αλαζονικές δηλώσεις; Πώς εξηγούνται οι- πρωτοφανείς για εκλεγμένη κυβέρνηση- αλλεργικές και απειλητικές δηλώσεις εναντίον μιας διαδήλωσης πολιτών, η οποία, άλλωστε, δεν αποτελεί κίνδυνο, σύμφωνα με την κυβερνητική προπαγάνδα;
Η εξήγηση είναι απλή και έχει δύο όψεις:
- Η κυβέρνηση έχει ξεμείνει πλέον από «αφήγημα». Δεν ξέρει τι να «πουλήσει». Αντίθετα, σε κάθε βήμα της βρίσκει διαρκώς μπροστά της δύο τέρατα: των ανεκπλήρωτων υποσχέσεων και του ξέφρενου λαϊκισμού. Τσίπρας και Καμμένος τα εξέθρεψαν στην αντιπολίτευση και στην πρώτη περίοδο της κυβερνητικής θητεία τους. Τώρα τούς κυνηγούν διαρκώς.
- Η κυβέρνηση δεν μπορεί να «πουλήσει» έστω το μνημονιακό «αφήγημα». Ότι ολοκλήρωσε την αξιολόγηση, ότι έχει βρει ένα modus vivendi με τους δανειστές, ότι ακολουθεί μια κάποια περίοδος σταθερότητας. Oμως, το «αφήγημα» αυτό μοιάζει πολύ αδύναμο στα μάτια και στα αυτιά της μεγάλης πλειοψηφίας των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι όχι μόνο πρέπει να απολογούνται για τη «μετάλλαξή», του(ς), αλλά αυτή θα επιδεινώσει τη ζωή των περισσότερων απ’ αυτούς. Οι άλλοι, οι «ΜένουμεΕυρωπαίοι», οι οποίοι θεωρητικά θα μπορούσαν να δουν τη «μετάλλαξη» με περισσότερη συμπάθεια, αποτελούν ήδη μεταδοτικό κίνδυνο. Γι’ αυτό και έγινε αμέσως προσπάθεια απαξίωσής τους.
Τι απομένει στη σημερινή κυβέρνηση; Οι συνεχείς απόπειρες δημιουργίας «εχθρών» και η συνακόλουθη προσπάθεια περιχαράκωσης των πιο «ανθεκτικών» (ακόμα) ψηφοφόρων που την έφεραν στην εξουσία. Πρόκειται για απέλπιδα προσπάθεια, που δεν μπορεί να αλλάξει τη φορά των πραγμάτων.
Ο Τσίπρας δεν απειλείται από τις λίγες χιλιάδες που συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα και στο Λευκό Πύργο. Απειλείται, όμως, από την αίσθηση που (και αυτοί) μεταφέρουν στους άλλους: η κυβέρνηση δεν θα πέσει (για τους τρεις λόγους που ήδη αναλύσαμε), αλλά το πολιτικό της απόθεμα φτάνει σιγά-σιγά στο τέλος του. Οσο οι βουλευτές της πλειοψηφίας θα ψηφίζουν τα νομοσχέδια, στους εχθρικούς «ΜενουμεΕυρωπαίους» θα προστίθενται και άλλες(άλλοτε φίλιες) εκλογικές δυνάμεις. Όχι λόγω ιδεολογικοπολιτικής συγγένειας, αλλά ως απογοητευμένοι και πληττόμενοι από μια πολιτική που δεν θα μπορούν να ανεχθούν πια.
Αλλωστε, το κύμα των «Αγανακτισμένων», που έβγαλε τον ΣΥΡΙΖΑ στην ακτή της εξουσίας, δεν ήταν(μόνο) «αριστερό». Ετσι και το υπό διαμόρφωση βουβό κύμα των «νεο-αγανακτισμένων», που θα τον διώξει από τη εξουσία, δεν θα είναι(μόνο) «δεξιό». Γι’ αυτό και η «δυσφήμησή» του- έτσι όπως την επιχείρησε η κυβερνητική προπαγάνδα στην περίπτωση των «Παραιτηθείτε»- σε λίγο δεν θα πιάνει. Είναι θέμα χρόνου.
Η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου μπορεί να παρατείνει τον βίο της περισσότερο από τις προηγούμενες. Αλλά την περιμένει ανάλογο ή και χειρότερο τέλος. Και γι’ αυτό δεν πρέπει να έχει αυταπάτες.