Μετά τις διακοπές

Στον δρόμο, μέσα στο αυτοκίνητο, το ανοιχτό παράθυρο φέρνει μυρωδιές της πόλης κι εσύ σαν ο σκίουρος, ο Σκρατ, στην «Εποχή των Παγετώνων», προσπαθείς να ανακαλύψεις τις ευωδιές μιας άλλης ζήσης, εκείνες των διακοπών σου. Τότε που όλα έχουν λάβει άλλες διαστάσεις κι εσύ δεν είσαι, πια, ένας κοινός θνητός. Βλέπεις, το ελληνικό καλοκαίρι σού ξεπλένει το φθαρτό της ανθρώπινής σου διάστασης, σε γιγαντώνει
Σπύρος Σεραφείμ

Οι διακοπές τελείωσαν, βασικά επειδή -πρωτίστως- τελείωσαν τα λεφτά σου. Και έτσι, γύρισες στην πόλη σου, στο δικό σου κλεινόν άστυ. Να φτιάξω καφέ ή να βάλω ποτό;

Έχεις φάει; Ναι, δεν πεινάς, είσαι ακόμα στις διακοπές, δε γύρισες ποτέ. Το ξέρω. Κάθε χρόνο τα ίδια συμβαίνουν, κάθε τέλος εποχής τα ίδια σου λέω, σαν «Ευαγγέλιο». Ήθελες να γυρίσεις στην Αθήνα πιο νωρίς από άλλες χρονιές, ήθελες να σε βρει ο Δεκαπενταύγουστος εδώ, πίσω στην πόλη, μπας και γίνει κι εκείνο το θαύμα που θα αλλάξει προς το καλύτερο τη ζωή σου – Παναγιά μου, βοήθα μας. Ξέρω πώς νιώθεις, τα λέγαμε και πριν φύγεις.

Πλησιάζει η ημέρα που θα πας στη δουλειά, αν δεν είσαι ήδη, στη γνωστή μάχη με την οθόνη του υπολογιστή: Την κοιτάς και το μυαλό σου χάνεται στο απέραντο γαλάζιο, σα να μην έχεις μπροστά σου νούμερα και γράμματα λέξεων που αφορούν στη δουλειά σου. Σου σκάνε εικόνες, χρώματα, παραστάσεις όπου ήσουν πρωταγωνιστής, τοπία με αλμύρα ή βράχο, καντούνια, σοκάκια, ακτές, προκυμαίες. Η μοναδική περίπτωση να δουλέψεις είναι η λοβοτομή – αν έχεις κάποια άλλη λύση, πρότεινέ τη.

Μπορείς να πεις και πέντε νούμερα μπας και κερδίσεις κάνα τυχερό παιχνίδι, η μοναδική περίπτωση να βρεις λεφτά να πληρώσεις τους λογαριασμούς – οι οποίοι ήρθαν και πάλι, με απόλυτη συνέπεια, μέσα στο γραμματοκιβώτιό σου. Στον δρόμο, μέσα στο αυτοκίνητο, το ανοιχτό παράθυρο φέρνει μυρωδιές της πόλης κι εσύ σαν ο σκίουρος, ο Σκρατ, στην «Εποχή των Παγετώνων», προσπαθείς να ανακαλύψεις τις ευωδιές μιας άλλης ζήσης, εκείνες των διακοπών σου. Τότε που όλα έχουν λάβει άλλες διαστάσεις κι εσύ δεν είσαι, πια, ένας κοινός θνητός. Βλέπεις, το ελληνικό καλοκαίρι, κάθε χρονιά, σου ξεπλένει το φθαρτό της ανθρώπινής σου διάστασης, σε γιγαντώνει. Άμα βουτήξεις τα πόδια στο νερό, άμα κάτσεις κάτω από ίσκιο γεροπλάτανου, μετατρέπεσαι σε κάτι εξώκοσμο – ποιοι λογαριασμοί και ποια έξοδα και ποια δουλειά και ποια ανεργία; Όλα αυτά τα πεζά της επιβίωσής μας εδώ είναι, στην πόλη, όχι στις διακοπές μας. Απλώς, κάποιες φορές, όσο είσαι εκεί, κάνουν και μια λάιτ περατζάδα στο μυαλό σου, κόβουν ένα αλήτικο σουλάτσο για να σου πουν «εδώ είμαι, είμαι ο λογαριασμός της ΔΕΗ, καλά περνάς;». Καλά περνάς, εννοείται, κι εδώ στην πόλη καλά θα περάσεις. Έχεις, βλέπεις, για αντίδοτο όλα όσα έζησες «εκεί», κουβαλάς αυτό το γιατρικό μαζί σου για τώρα, που γύρισες στην πόλη. Αυτές τις στιγμές δεν ανήκεις εδώ, εντός των τειχών, το μυαλό σου είναι στις διακοπές που τελείωσαν, στους καφέδες τους ξένοιαστους που ήπιες κλέβοντας καρέ με χαμόγελα, στα νερά που δρόσισαν την ψυχή σου, στις τροφές που έφαγες και είχαν άλλη γεύση, στις μυρωδιές που έχεις ακόμα στα ρουθούνια σου, κανένα αφρόλουτρο δεν τις παίρνει, ούτε στις φέρνει. Αλλά, διάολε, είσαι στο ασανσέρ, πίσω στην πόλη, γκλιν, 3ος όροφος.

Εντάξει, ξέρω πώς νιώθεις, αλλά μην τρελαίνεσαι. Ξεκινάει μια νέα σεζόν που είναι έτοιμη να τη βουτήξεις και να τη βάλεις κάτω -αλλά δεν το ξέρει ακόμα- είσαι έτοιμος/η να ζήσεις και πάλι δυνατά γιατί αυτό έχεις μέσα σου, θέλεις να αλλάξεις όσα μπορείς – πάμε γι’ άλλα, όπου μας θέλει η τύχη και το πεπρωμένο μας. Το καλό, επίσης, είναι ότι το καλοκαίρι είναι ακόμα εδώ, μπορείς τα Σαββατοκύριακα να κάνεις περιορισμένες εμφανίσεις μαζί του, οπότε μη σκας, welcome back!

Τελικά, να φτιάξω κι άλλο καφέ ή να βάλω δεύτερο ποτό;