Καραμανλής, Αλογοσκούφης, Παυλόπουλος την εποχή που «προετοίμαζαν» την κρίση | ΑΠΕ
Απόψεις

Οι ευθύνες πριν και κατά την κρίση…

Μια, έστω καθυστερημένη, παραδοχή από τον Αλογοσκούφη συμπληρώνει το κάδρο των ευθυνών για την οικονομική κρίση από το 2004 μέχρι και σήμερα. Οι προσεχείς εκλογές θα κρίνουν τη διαχείριση του «μετά»
Γιώργος Καρελιάς

Το 2018 είναι το ένατο έτος της συνεχιζόμενης κρίσης. Αυτή είναι η τυπική ανάγνωση της πραγματικότητας: η κρίση άρχισε το 2010 με την είσοδο στο πρώτο Μνημόνιο και θα κλείσει, εξίσου τυπικά, το 2018, σε δυόμισι μήνες , με την έξοδο από το τρίτο Μνημόνιο.

Για τα γεγονότα κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν γραφτεί και ειπωθεί σχεδόν τα πάντα. Για τα μετά την κρίση πολύ λιγότερα, άλλωστε ακόμα βρισκόμαστε στα προεόρτια της εξόδου. Για τα πριν από την κρίση, πριν από την τυπική έναρξή της, η πολιτική αντιδικία υπήρξε σφοδρή. Η κρίση έσκασε στα χέρια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (Γιώργου Παπανδρέου) το 2009. Όμως, ουσιαστικά την είχαν «προετοιμάσει» οι κυβερνήσεις της ΝΔ (Κώστα Καραμανλή) μετά το 2004.

Τα στελέχη της εκείνης της περιόδου το αποκρούουν, ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός δεν μιλάει. Όμως, μια σημερινή παραδοχή του βασικού υπουργού Οικονομικών(2004-2008) θέτει σε άλλη βάση τη συζήτηση. Ο Γιώργος Αλογοσκούφης αρθρογραφώντας (εδώ) λέει επί λέξει: «Η σταθεροποιητική προσπάθεια μετά τους Ολυμπιακούς του 2004 υπήρξε και αυτή ανεπαρκής και βραχύβια, με αποτέλεσμα το 2010, μετά τη μεγαλύτερη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, η Ελλάδα να υπάρξει το πρώτο θύμα μια κλασικής κρίσης εμπιστοσύνης και εξωτερικού δανεισμού στην ευρωζώνη».

Ετσι, παρά τη λυσσώδη προσπάθεια των πρωταγωνιστών της περιόδου 2004-2009 να μείνει έξω από το κάδρο των ευθυνών (την προσπάθεια συνέδραμε, ως μη ώφελε, σε κάθε ευκαιρία η σημερινή κυβέρνηση λόγω στενών σχέσεων και χρησιμοποίησης σε υψηλές θέσεις στελεχών εκείνης της περιόδου), η πραγματικότητα δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι ευθύνες για την κρίση είναι διαχρονικές και διακομματικές. Ξεκινούν οπωσδήποτε τη διετία 2008-2009, όταν «ξέφυγε» (και απεκρύβη) το έλλειμμα του Προϋπολογισμού. Και όταν αποκαλύφθηκε στο δυσθεώρητο ύψος του 15%, οι διεθνείς αγορές έκλεισαν για τη Ελλάδα. Και μετά ήρθαν τα Μνημόνια και το ΔΝΤ και όλα όσα ζήσαμε και ακόμα ζούμε επί εννέα συναπτά έτη.

Οι διαπιστώσεις αυτές δεν έχουν μόνον ιστορική αξία. Εχουν και πολιτική. Διότι ο καταλογισμός των ευθυνών από το εκλογικό σώμα έγινε με βασικό κριτήριο ποιος μας έβαλε στα Μνημόνια (το 2010), εξ ου και εκλογική συντριβή του ΠΑΣΟΚ σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις. Σε αντίθεση με την ΝΔ, η οποία υπέστη μεν εκλογική καθίζηση, αλλά συγκράτησε και ικανό ποσοστό στη θέση της αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα να διεκδικεί εκ νέου την εξουσία. Το ισοζύγιο, λοιπόν, κερδών και ζημιών μεταξύ των δύο πάλαι ποτέ κομμάτων του δικομματισμού αποβαίνει σαφώς υπέρ της ΝΔ, μολονότι οι δικές της κυβερνήσεις «προετοίμασαν» την κρίση και ουσιαστικά έριξαν πάνω στην κυβέρνηση Παπανδρέου το 2009 το βουνό της χρεοκοπίας.

Από το 2015 την κρίση διαχειρίζεται ο τρίτος πόλος του ελληνικού πολιτικού συστήματος, ένα κόμμα της παραδοσιακής Αριστεράς. Ηδη ο ΣΥΡΙΖΑ διανύει το τέταρτο έτος και η διαχείριση της κρίσης, στις βασικές της παραμέτρους, δεν διαφέρει από τη διαχείριση των προηγούμενων: Μνημόνια, περικοπές εισοδημάτων, φόροι, ανεργία, αποδιάρθρωση της εργασίας, μετανάστευση.

Ολο το πολιτικό σύστημα, από δεξιό έως το αριστερό άκρο, διαχειρίστηκε την κρίση και μάλιστα με συνεργασίες. Την περίοδο 2012-2014 οι άλλοτε βασικοί πολιτικοί αντίπαλοι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και από το 2015 έως και σήμερα αυτό το, τουλάχιστον ασύμβατο, αριστεροδεξιό μείγμα ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.

Ετσι, στις προσεχείς εκλογές –είτε στο τέλος του 2018 είτε τον Μάιο του 2019– το εκλογικό σώμα θα έχει τη δυνατότητα να αποδώσει συνολικά ευθύνες. Βεβαίως, στις εκλογές συνήθως κρίνεται η θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης. Ετσι έγινε και στην περίοδο της κρίσης. Το 2012 τιμωρήθηκε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που έφερε το πρώτο Μημόνιο. Το 2015 τιμωρήθηκε η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ που διαχειρίστηκε το δεύτερο Μνημόνιο. Και τώρα θα κριθεί η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου που διαχειρίστηκε το τρίτο.

Ασφαλώς, η κρίση δεν τελειώνει για την Ελλάδα με την (τυπική) έξοδο από τα Μνημόνια στις 20 Αυγούστου. Ωστόσο θα κριθεί ποιος ή ποιοι θα διαχειριστούν την πρώτη φάση της μεταμνημονιακής περιόδου. Και το ερώτημα που απομένει να απαντηθεί είναι αν η χώρα θα καταφέρει, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, να βγει από τα Μνημόνια κατά το επιτυχημένο παράδειγμα χωρών όπως η Πορτογαλία και η Κύπρος ή αν την περιμένει στη συνέχεια κάποια εξέλιξη σαν αυτή που βλέπουμε τώρα στην Ιταλία.

Λόγω και του ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος, κάθε πρόβλεψη είναι άκρως παρακινδυνευμένη. Πάντως, μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη η ρήση του Τσόρτσιλ: «Οσο πιο πολύ πάμε πίσω στο παρελθόν, τόσο πιο μακριά στο μέλλον μπορούμε να δούμε».