Πριν μερικές μέρες διανυκτέρευσα στη Θήβα. Πήγα εκεί μαζί με ένα φίλο μου για να τρέξουμε στον «Ευχίδειο δρόμο», έναν υπερμαραθώνιο 107 χιλιομέτρων προορισμένο κυρίως για «πειραγμένους» τύπους. Τέλος πάντων, άλλη ιστορία αυτή. Oταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο μάς περίμενε στη ρεσεψιόν ο ξενοδόχος, ένας συμπαθητικός κύριος γύρω στα εξήντα, που χαμογελώντας με νόημα είπε: «σας ξέρω», και αμέσως μπήκε στο ψητό «γιατί η στροφή»; «Ποια στροφή;» αντέδρασα υποθέτοντας, πως έπεσα σε ενοχλημένο Κεντροδεξιό.
Η έκπληξη δεν άργησε: «ψήφισα ΣΥΡΙΖΑ αλλά τώρα θέλω να φύγουν, μας εξαπάτησαν, μας είπαν ψέματα», όσο μιλούσε η ένταση της φωνής του ανέβαινε και έκανε με τα χέρια του τη γνωστή κίνηση του μετανιωμένου ψηφοφόρου, του «κοψοχέρη». Ήταν φανερό, ότι δεν ήταν απλώς απογοητευμένος, είχε θυμό μέσα του.
Μας αποκάλυψε πως υποστήριζε το ΠΑΣΟΚ μέχρι το 2009 και μάλιστα οι γνωστοί του τον αποκαλούσαν «πρασινοφρουρό». Ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια. Η επιχειρηματολογία του ήταν απλή: ο Τσίπρας είπε συνειδητά ψέματα στους Ελληνες. Τώρα πρέπει να τον τιμωρήσουν οι ψηφοφόροι, να ψηφίσουν ΝΔ γιατί είναι το πιο ισχυρό αντι-σύριζα κόμμα. Βρίσκει «λίγο» το ΚΙΝΑΛ. Θεωρεί πως με την επιχειρηματολογία μου περί σοσιαλδημοκρατικοποίησης, δίνω χέρι βοηθείας στο ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα ανεπίτρεπτο.
Τα ’χασα! Εντάξει, δέχομαι να μου την «πέφτουν» οι Κεντροδεξιοί ή Κεντροαριστεροί, να λένε οι «μένουμε ευρωπαίοι» πως τους πρόδωσα, αλλά να με κατηγορεί για φιλο-Σύριζα ένας πρώην Συριζαίος αισθάνθηκα κάπως σουρεαλιστικά. «Εσύ θα με στείλεις στον ψυχίατρο» σχολίασα και πρόσθεσα «μήπως όμως είσαι κακομαθημένος»;
Η αλήθεια είναι, πως έβλεπα μπροστά μου το αρχέτυπο του εγωιστή και κακομαθημένου ψηφοφόρου. Τον φαντάζομαι την περίοδο 2010-2015 να φωνάζει ενάντια στα μνημόνια και τους γερμανοτσολιάδες, να τρέχει στις πλατείες των αγανακτισμένων, να πανηγυρίζει ενθουσιασμένος το βράδυ του δημοψηφίσματος. Και τώρα, μετά από τόσα που έπαθε, εμπιστεύεται και πάλι τυφλά και απόλυτα τα κριτήρια του. Δεν δέχεται όχι διαφορετική γνώμη και διαφωνία, αλλά ούτε απόχρωση. Νιώθει διαρκώς θύμα αλλά και ανεύθυνος για τις επιλογές του. Θα έβαζα στοίχημα, πως αύριο θα βρίζει τον Μητσοτάκη με την ίδια ορμή που βρίζει σήμερα τον Τσίπρα. Διαρκώς του φταίνε οι άλλοι.
Δεν είμαι αφελής ούτε παριστάνω τον φλεγματικό. Σε καταστάσεις κρίσης σαν της Ελλάδας τα πάντα καταρρέουν. Ενα διαπλεκόμενο πολιτικό-συνδικαλιστικό-επιχειρηματικό σύστημα έριξε χώρα στα βράχια και πολλοί πολίτες είδαν τη ζωή τους να διαλύεται. Η ανεργία στα ύψη, τα ιδιωτικά χρέη ασύλληπτα, μισθοί και εισοδήματα καταβαραθρώθηκαν, κόποι μιας ζωής χάθηκαν. Κι όλα αυτά σε μια στιγμή. Η οργή ξεχείλισε και πήρε ανορθολογικές εκφράσεις. Καμιά κοινωνία όμως δεν θα είχε τη δύναμη να δείξει ψυχραιμία, ούτε θα μπορούσε να πει έτσι απλά: «παιδιά ό,τι φάγαμε, φάγαμε, τώρα ας στρωθούμε στη δουλειά να σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται». Επιπλέον, εμφανίστηκαν εκείνοι που θεώρησαν την κατάσταση πολιτική ευκαιρία, πόνταραν πάνω στο πιο αποδοτικό, τον εθνολαϊκισμό, και κέρδισαν. Ο Σαμαράς αρχικά, ο Τσίπρας και ο Καμμένος στη συνέχεια, δεν ήταν παρά διαφορετικές εκδοχές μιας επιθυμίας του εκλογικού σώματος για αντι-κατεστημένες επιλογές. Ο,τι ζει τώρα η Ιταλία.
Εντάξει όλα αυτά, τα δέχομαι, συμβαίνουν. Κάτω από κάποιες συνθήκες θα τα είχαμε γλιτώσει, αλλά τέλος πάντων, συμβαίνουν. Αυτό που δεν αντέχω είναι τον μονίμως θυμωμένο και με σύνδρομο θυματοποίησης πολίτη. Υπάρχει σε αυτό μια βαθιά ανωριμότητα, μια εφηβεία που δεν λέει να ενηλικιωθεί.
Αν αυτό σε απασχολεί μόνο, ησύχασε, του είπα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ηττηθεί. Θα πάει στην αντιπολίτευση. Εκεί θα ωριμάσει κι άλλο, θα αποκρυσταλλώσει τη νέα του ταυτότητα. Αυτό είναι ένα το κρατούμενο. Το άλλο, όμως είναι πως η ζωή δεν τελειώνει στις εκλογές. Ξεκόλλα! Η χώρα πρέπει να βρει ευρωπαϊκούς βηματισμούς. Το κομματικό σύστημα χρειάζεται τουλάχιστον δύο σοβαρούς συστημικούς ευρωπαϊκούς πόλους, ένα κεντροδεξιό και ένα κεντροαριστερό. Το στοίχημά μας ως ψηφοφόροι είναι να πείσουμε τα κόμματα πως οι εκλογές κερδίζονται με κεντρομόλες στρατηγικές, ούτε με αριστερίστικους πειρασμούς προφανώς, ούτε όμως και με φλερτ με τη βαθιά αντιδραστική και αναχρονιστική Δεξιά. Οχι τώρα που βρίσκει σιγά-σιγά τα λογικά του ο ΣΥΡΙΖΑ να χάσει η αντιπολίτευση τα μυαλά της.
Η χώρα οφείλει να αναζητήσει μια στρατηγική εθνικής ανασυγκρότησης. Πρέπει να ανακαλύψουμε μηχανισμούς συνεννόησης μεταξύ μας, να αναθρέψουμε μια συναινετική κουλτούρα. Η πολωτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ζημιογόνα για τη χώρα αλλά ας μην γελιόμαστε, δεν γέννησε ο ΣΥΡΙΖΑ τη δημαγωγία, την πόλωση, τον λαϊκισμό, τη διαφθορά, τα υπερβολικά ελλείμματα, το δυσβάσταχτο χρέος, τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, στους θεσμούς, στα ΜΜΕ. Δεν γέννησε ο ΣΥΡΙΖΑ το κράτος-τέρας, τη διαπλοκή με αδίστακτα επιχειρηματικά συμφέροντα, με τις κλειστές συντεχνίες. Τα βρήκε!
Ακόμη κι αν είχε εξατμιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αν δεν επαναπροσδιορίσουμε ως κοινωνία τη σχέση μας με τον ορθολογισμό θα κάνουμε τους ίδιους κύκλους. Χρειαζόμαστε συναινετική πολιτική και θεσμούς που να προωθούν κάτι τέτοιο. Οφείλουμε επίσης να αποδραματοποιήσουμε τις εκλογές. Στη χώρα μας αυτές είναι υπερβολικά φορτωμένες με κάθε είδους προσδοκίες.
Η συζήτησή μας ήταν στην πραγματικότητα παράλληλοι μονόλογοι. Είχε τα δικά του ζητήματα να λύσει με το παρελθόν, τα δικά του τραύματα. Δεν μ’ άκουγε, ούτε κι εγώ μπορούσα να τον καταλάβω. Μέχρι προχθές ήμουν για αυτόν ένας γερμανοτσολιάς, τώρα πια ένας Συριζαίος.
* Ο Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας