Τσακαλώτος και Τσίπρας σκεπτικοί. Η φωτογραφία είναι από την ψήφιση του 4ου Μνημονίου που τώρα σκέφτονται πώς θα το πάρουν πίσω | Menelaos Myrillas / SOOC
Απόψεις

Θα ξαναπληρώσουμε τον λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ;

Το σενάριο που θέλει το Μαξίμου να φέρνει προς ψήφιση τον Οκτώβριο ακύρωση των μειώσεων των συντάξεων και άλλα «φιλολαϊκά» είναι υπαρκτό και μπορεί να εγκλωβίσει πολιτικά τον Μητσοτάκη. Συνιστά όμως ρήξη με τους Ευρωπαίους και επιστροφή στο 2015. Και όλοι ξέρουμε ποιος θα την πληρώσει...
Αλέκος Παπαναστασίου

Θα πληρώσουμε και δεύτερη φορά το λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ; To ερώτημα επανήλθε στην επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες με αφορμή την προαναγγελία φιλολαϊκών πρωτοβουλιών από την κυβέρνηση το φθινόπωρο, «μόλις βγούμε από το μνημόνιο». Γιατί όμως να ανησυχούμε ότι οι φιλολαϊκές πρωτοβουλίες αντί να μας ανακουφίσουν θα επιφέρουν νέα δεινά;

Ας δούμε την κατάσταση που διαμορφώνεται. Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ίδιο το Μαξίμου, μέσω τρίτων προσώπων που περνούν μηνύματα προς τα έξω, μεταδίδουν το παρακάτω σενάριο: Μόλις ολοκληρωθεί το τρίτο μνημόνιο και αφού περάσει το καλοκαίρι, τον Οκτώβριο θα ξανανοίξει η Βουλή. Η κυβέρνηση θα μπορούσε στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία να κατεβάσει προς ψήφιση ένα νομοσχέδιο με το οποίο θα παίρνει πίσω τις περικοπές των συντάξεων που έχει ήδη ψηφίσει (για να εφαρμοστούν από την αρχή του 2019), να αυξήσει τον κατώτατο μισθό και να προσθέσει μερικές παροχές όπως για παράδειγμα την 13η σύνταξη ή το χάρισμα των δύο τελευταίων δόσεων του ΕΝΦΙΑ.

Οι αναλυτές είναι διχασμένοι. Ορισμένοι απορρίπτουν ακαριαία αυτό το σενάριο και επιμένουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν μονομερείς ενέργειες. Ερμηνεύουν το κλίμα που εκπέμπεται ως μια προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης για εσωτερική κατανάλωση και ενδεχομένως και ως μια απόπειρα να κερδίσει η κυβέρνηση κάτι καλύτερο από τους Ευρωπαίους.

Στην αντίπερα όχθη στέκονται όσοι ανησυχούν γιατί καταγράφουν τις τελευταίες μέρες τη σκλήρυνση της στάσης των Ευρωπαίων, οι οποίοι παρακολουθούν με μεγάλη επιφύλαξη την πλειοδοσία υποσχέσεων στον ελληνικό Τύπο από επίσημες δηλώσεις και ανεπίσημες διαρροές.

Το πρώτο πρόβλημα που εντοπίζουν είναι ότι η παροχολογία δυσκολεύει την επίτευξη του βασικού στόχου της κυβέρνησης που είναι να αποσπάσει μία ωφέλιμη και ανακουφιστική για την οικονομία ελάφρυνση του χρέους.

Δεύτερον, επισημαίνουν ότι τυχόν ενεργοποίηση του σεναρίου των παροχών χωρίς συνεννόηση με τους Θεσμούς και το Eurogroup, ισοδυναμεί με μονομερή ενέργεια έναντι των Ευρωπαίων η οποία θα μπορούσε μεν να εξυπηρετεί τους εκλογικούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης αλλά κρύβει κινδύνους.

Διότι μετά από οκτώ χρόνια συσσωρευμένης εμπειρίας από τα μνημόνια ο ασφαλέστερος και συντομότερος δρόμος για να κοπούν οι συντάξεις δυο και τρεις φορές περισσότερο από όσο έχει ήδη ψηφίσει η κυβέρνηση είναι να πάμε σε ρήξη.

Μετά τη ρήξη οι προοπτικές, η εμπιστοσύνη και η δυναμική της οικονομίας θα έχουν υπονομευτεί. Το είδαμε το καλοκαίρι του 2015 και το πληρώσαμε πανάκριβα με φόρους, ασφυξία και απελπισία για τα μεσαία στρώματα τα οποία επωμίστηκαν την προσπάθεια σταθεροποίησης της χώρας μετά το πείραμα των Βαρουφάκη – Τσίπρα που έσκασε στα μούτρα μας.

Από την άλλη πλευρά, αν δει κανείς στενά το συμφέρον των σαραντάρηδων που έχουν το πάνω χέρι στην κυβέρνηση μία τέτοια κίνηση τους προσφέρει θεωρητικώς την ευκαιρία να εγκλωβίσουν τον εκλογικό τους αντίπαλο, τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι θα μπορούσαν να τον καλέσουν να ψηφίσει το νομοσχέδιο των παροχών, κι αν δεν το κάνει να τον κατηγορήσουν ότι είναι εχθρός του λαού, των συνταξιούχων και των χαμηλόμισθων του ιδιωτικού τομέα. Και να πάνε σε εκλογές υποσχόμενοι τα πάντα στους πάντες.

Μέσα σε συνθήκες όξυνσης και πόλωσης θα είναι για άλλη μια φορά πολύ δύσκολο να ακουστεί η φωνή της λογικής που θα λέει ότι μια τέτοια πολιτική επιλογή όχι απλά δεν ευνοεί τους χαμηλόμισθους, τους συνταξιούχους και τον λαό αλλά αντίθετα του στέλνει ξανά το λογαριασμό. Τον οποίο θα πρέπει να πληρώσει για δεύτερη φορά για να επιδιορθώσει τη ζημιά από τις πολιτικές επιδιώξεις μιας κλειστής ομάδας.

Με μια ρητορική που θα κατασκευάζει διλήμματα τύπου παλιό-νέο και διεφθαρμένοι εναντίον ηθικού πλεονεκτήματος πολλοί στο ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι θα επιτευχθεί το κλείσιμο της ψαλίδας με τη Νέα Δημοκρατία στις επόμενες εκλογές και ότι η ηγετική ομάδα του Μαξίμου θα διαφυλάξει τον ρόλο βασικού παίκτη για την επόμενη μέρα.

Αν πάμε έτσι σε εκλογές οι Ευρωπαίοι, όπως παγίως κάνουν σε αυτές περιπτώσεις, θα πουν ότι δεν εμπλέκονται στις εθνικές διαδικασίες και θα αφήσουν «ήσυχη» για ένα μήνα τη χώρα να αιωρείται στο κενό. Ο κίνδυνος του Grexit θα επανέλθει και οι όποιες ελπίδες τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια να ψηφίσουν την ελάφρυνση του χρέους θα εξαϋλωθούν —vanish into thin air, που θα έλεγε και ο Ευκλείδης.

Την επόμενη μέρα τα χαμηλά και μεσαία στρώματα θα αναλάβουν να πληρώσου από την αρχή τη ζημιά από τη νέα ζάρια.

Αλλά ακόμη κι αν δεν πάμε σε ρήξη τον διχασμό τον έχουμε στο τσεπάκι. Αυτό θα είναι το σκηνικό των εκλογών. Οπως επισημαίνει έμπειρος πολιτικός αναλυτής, η λογική του διαχωρισμού του σώματος της κοινωνίας είναι εγγενές χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ. «Πας μη ων μεθ’ ημών, καθ’ ημών». Όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας.

Τα σημάδια γύρω μας είναι πολλά και επαναλαμβανόμενα από τις επιλογές του «καινούργιου» που ήρθε να αντικαταστήσει το «παλιό». «Αυτό που συμβαίνει είναι η επιστροφή στη λογική των κοινωνικών φρονημάτων από την ανάποδη» λέει ο ίδιος αναλυτής παρατηρώντας την ποιότητα των προσώπων που διορίζονται σε δημόσια αξιώματα αλλά και αυτούς που αποκλείονται.

Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς στην ΕΡΤ ή σε άλλες ΔΕΚΟ. Ακόμη στον αφρό, στο Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, την ομάδα των «σοφών» του υπουργείου Οικονομικών ο Γιώργος Χουλιαράκης, κατά τα άλλα Ευρωπαίος και νηφάλιος, απέκλεισε σημαντικούς νέους επιστήμονες επειδή δεν ήταν Συριζαίοι.

Μονά – ζυγά λοιπόν η πορεία προς τις εκλογές θα φέρει διχασμό και όξυνση. Αν όμως διανθιστεί και με μια ρήξη με την Εurogroup ο λογαριασμός θα είναι πανάκριβος. Ισως και εξοντωτικός.