Είναι πολλές οι φορές που ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και καθηγητής Νίκος Παρασκευόπουλος έχει αναγκαστεί να υπερασπιστεί τον περιβόητο νόμο του, του 2015, για την αποσυμφόρηση των φυλακών. Σε κάθε αποφυλάκιση που δυστυχεί, αφού ο πρώην κρατούμενος δεν διστάζει να εμπλακεί και πάλι σε παράνομη πράξη, σε κάθε περίπτωση ανθρωποκτονίας, ληστείας, βιασμού με φόντο τον νόμο Παρασκευόπουλου, «χτυπά» και η φιγούρα του πρώην υπουργού· άλλοτε από το βήμα της Βουλής, άλλοτε από τα μικρόφωνα των ΜΜΕ.
Την Πέμπτη ήλθε η σειρά του ραδιοφωνικού σταθμού Focus, στη Θεσσαλονίκη, από τη συχνότητα του οποίου ο κ. Παρασκευόπουλος εμφανίστηκε προκλητικός: «Γιατί θα πρέπει να μετανιώσω για τον συγκεκριμένο νόμο; Επειδή μειώθηκε η εγκληματικότητα, πχ. για τις ανθρωποκτονίες; Από εκεί που ήταν χίλιες, έγιναν πεντακόσιες. Γιατί θα πρέπει να μετανιώσω για τη μείωση της εγκληματικότητας; Ποσοστιαία μειώθηκαν και τα ειδεχθή εγκλήματα. Ο νόμος δεν αφορούσε όλους, ήταν αναλογικός και δεν αφορούσε όλες τις κατηγορίες», είπε μεταξύ άλλων ο πρώην υπουργός.
Τα προβλήματα σε αυτή την τοποθέτηση είναι τρία. Το πρώτο έχει να κάνει με τα ίδια τα στοιχεία για την εγκληματικότητα και τη «μείωσή» της, την οποία δεν χάνει ευκαιρία να επικαλεστεί, για τα δικά του προφανή συμφέροντα, και ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας. Διότι πρόκειται για στοιχεία που έχουν έντονα αμφισβητηθεί, και μάλιστα με ποσοστά και αριθμούς, πρωτίστως από την αντιπολίτευση. Η Νέα Δημοκρατία έχει χαρακτηρίσει ευθέως fake news την εικόνα που δίνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το Κίνημα Αλλαγής έχει κάνει λόγο για απώλεια επαφής με την πραγματικότητα.
Το δεύτερο πρόβλημα στα λεγόμενα Παρασκευόπουλου σχετίζεται με την απόσταση που τα χωρίζει –κι αυτά, όπως και τον ίδιο τον νόμο– από τις σύγχρονες, ευρωπαϊκές, εξελίξεις στον χώρο του σωφρονισμού, στον οποίο παραδόξως ο κ. Παρασκευόπουλος ειδικεύεται.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πέρασε εύκολα σε καταργητικές πολιτικές, όπως αυτή που άνοιξε μαζικά την πόρτα σε εγκλείστους, βαρυποινίτες μεταξύ άλλων, στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (που για κάποιον λόγο θεωρεί ανέκαθεν δική της «εργολαβία»), στο όνομα των καλύτερων συνθηκών στις φυλακές. Διόλου πρωτότυπο. Πάντα η Αριστερά αρεσκόταν να κινείται στον άλλο πόλο του αυταρχικού δεξιού, τιμωρητισμού που ζητούσε περισσότερη φυλακή στο όνομα της ασφάλειας των πολιτών.
Η προσέγγιση αυτή ταιριάζει γάντι στην ακραία αριστερή, ενίοτε και αντεξουσιαστική σκέψη, που θεωρεί ότι ο κρατούμενος δεν χρειάζεται κανένα κελί, αλλά διαφορετική μεταχείριση, εκτός φυλακής. Η καταπίεση που διακατέχει τον έγκλειστο τον φέρνει εξάλλου πολύ κοντά και σε μια εν δυνάμει επαναστατική διαδικασία…
Ο κ. Παρασκευόπουλος δείχνει να αγνοεί τα τεκταινόμενα διεθνώς ως προς τη σωφρονιστική πολιτική. Να μην έχει πάρει είδηση τι λένε διεθνείς οργανισμοί, τι λέει το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο ΟΗΕ, που επιλέγουν να δίνουν ολοένα και περισσότερη έμφαση στην ασφάλεια των πολιτών, όταν ανοίγει η κουβέντα για τις φυλακές.
Η σύγχρονη τάση δείχνει ότι η επικινδυνότητα αναθεωρεί τα όρια των δικαιωμάτων (χωρίς ασφαλώς να δίνει το πράσινο φως για την καταστρατήγησή τους), υπό την πίεση της κοινωνίας για προστασία της από επικίνδυνους εγκληματίες. Το άδικο υποχωρεί πια έναντι της ασφάλειας. Πώς να το κάνουμε, θέλουμε-δεν θέλουμε, η 11η Σεπτεμβρίου άνοιξε καινούργιους δρόμους, διαμόρφωσε νέες αντιλήψεις που επεκτάθηκαν και πέρα από ζητήματα τρομοκρατίας, στον χώρο του κοινού εγκλήματος. Οποιος δεν θέλει να τις δει, καταλήγει να υπερασπίζεται παρωχημένα σχήματα που καμία σχέση δεν έχουν με τις σημερινές ανάγκες, τροφοδοτώντας μάλλον προσωπικές ιδεοληψίες και πολιτικές εμμονές.
Το τρίτο πρόβλημα στην τοποθέτηση του κ. Παρασκευόπουλου είναι η απάθεια που προκύπτει απέναντι σε όλα αυτά τα εξόφθαλμα περιστατικά βίας που έρχονται διαδοχικά στο φως τον τελευταίο καιρό. Όταν χαροπαλεύουν εβδομάδες ολόκληρες άνθρωποι στις εντατικές νοσοκομείων, συγγενείς θρηνούν πάνω από πτώματα και υπέργηροι προβαίνουν σε πράξεις αυτοδικίας μέσα στα ίδια τους τα σπίτια, δεν μπορεί κανείς να μιλά – και μάλιστα με αυτά τα φραστικά σχήματα – για μείωση της εγκληματικότητας και τις ανθρωποκτονίες που από εκεί που ήταν χίλιες, έγιναν πεντακόσιες…
Το γεγονός ότι ο νόμος Παρασκευόπουλου έχει τροποποιηθεί δεν σώζει την παρτίδα. Αν δεν μπει στο τραπέζι το θέμα των φυλακών και των πολιτικών σε αυτές με σύγχρονα εργαλεία, το πράγμα δεν μπορεί να πάει μακριά. Πέρασε ο καιρός του άσπρου-μαύρου. Και η απουσία επιστημονικού λόγου στο συγκεκριμένο πεδίο είναι επικίνδυνη, γιατί πολύ απλά αφήνει χώρο σε αστυνομικές λογικές, από τη μια, σε θέσεις γιαλαντζί προοδευτικές και εύκολες συνθηματολογίες, από την άλλη.
Οσο για τον κ. Παρασκευόπουλο, τι να πει κανείς… Οταν ανέλαβε τον θώκο της Δικαιοσύνης, πολλοί ήταν αυτοί που αμφισβήτησαν την ικανότητα ενός καθηγητή, θεωρητικού, ρομαντικού, να κινηθεί με ευελιξία στα μονοπάτια της Πολιτικής. Ο καθηγητής τους διέψευσε. Όχι γιατί κατάφερε να ασκήσει επιτυχώς την «τέχνη του εφικτού», αλλά γιατί επέτυχε να αποκτήσει μπόλικο από τον κυνισμό της.