Ο Εμπενίζερ Σκρουτζ είναι γκρινιάρης, παράξενος, μίζερος, γεροξεκούτης. Πικρόχολος αλλά και σπαγκοραμένος τόσο στα λεφτά όσο και στα αισθήματα. Τίποτα δεν του αρέσει, για όλα έχει κάτι κακό να πει. Μέχρι που τον καταλαμβάνει το Πνεύμα των Χριστουγέννων, μετανιώνει για την άσχημη συμπεριφορά του, για τον τρόπο που ταλαιπωρεί και εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους και μεταλλάσσεται.
Αυτά είναι γνωστά για όσους έχουν διαβάσει τη «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» που ο Κάρολος Ντίκενς έγραψε το 1843. Αυτό που ίσως λιγότεροι ξέρουν είναι ότι η μεγάλη, εκείνη την εποχή, εκδοτική επιτυχία της «Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας» ήταν η αφορμή να καθιερωθεί, πρώτα στην Αγγλία και στη συνέχεια παγκοσμίως, ο εορτασμός των Χριστουγέννων. Ως θρησκευτική αλλά και κοινωνική γιορτή.
Εκατόν εβδομήντα χρόνια μετά, οι Εμπενίζερ Σκρουτζ εξακολουθούν να ζουν ανάμεσα μας. Στην Ελλάδα και ειδικά στην Αθήνα μάλιστα, τα τελευταία χρόνια λες και πολλαπλασιάζονται έτσι όπως πολλαπλασιάζονται οι ιδέες και οι τάσεις στο Διαδίκτυο.
Μόνο που οι Εμπενίζερ της εποχής μας δεν είναι ρυτιδιασμένοι, κακομούτσουνοι γέροι. Είναι νέοι άνθρωποι, επαγγελματίες, οικογενειάρχες και, συνήθως, μέσης και ανώτερης μόρφωσης. Δραστηριοποιούνται στα σόσιαλ μίντια και έχουν άποψη για όλα. Και, συνήθως, την κακή κουβεντούλα στην άκρη του στόματος. Ή, μάλλον, στην άκρη των δαχτύλων καθώς πληκτρολογούν. Διότι νομίζω ότι αυτή η ξινίλα απελευθερώνεται μόνο στο Διαδίκτυο. Θεωρώ ότι, στην πραγματική ζωή, οι περισσότεροι, είναι μια χαρά άνθρωποι. Όταν βρίσκονται όμως απέναντι στην οθόνη, λες και ενεργοποιείται αυτός ο ψυχαναγκασμός που επιβάλλει, ως σωστό σχόλιο, το κακό σχόλιο, το αρνητικό, το απαξιωτικό. Το σχόλιο που θα αποδομήσει, θα χλευάσει, θα ειρωνευτεί, θα καταγγείλει. Γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια βρε παιδί μου. Η χριστουγεννιάτικη γκρίνια ως κακοποιημένος ελιτισμός. Ή ξερολισμός.
«Κουραστήκαμε να βλέπουμε στα σόσιαλ σπίτια στολισμένα σαν χριστουγεννιάτικες λατέρνες». «Βλέπεις πώς εννοεί ο μέσος Ελληνας τα Χριστούγεννα και λες μνημόνια μέχρι να σβήσει ο ήλιος». «Μας πρήξατε με τις συνταγές σας για κουραμπιέδες». «Μελομακάρονα με σοκολάτα; Ιεροσυλία». «Μέσα στη μιζέρια οι χριστουγεννιάτικες βιτρίνες». «Γιατί είναι μέσα στην τρελή χαρά οι χριστουγεννιάτικες διαφημίσεις;». «Καρακιτς τα εορταστικά ντεκόρ των τηλεοπτικών εκπομπών». «Η πραγματική επανάσταση θα γίνει εκείνα τα Χριστούγεννα που δεν θα ακουστεί ούτε μια φορά από τα ραδιόφωνα το Last Christmas». «Αν ξανακούσω το Feliz Navidad σε σούπερ μάρκετ θα βιαιοπραγήσω». «Ποιος εδώ μέσα έχει βγάλει φωτογραφία στο χριστουγεννιάτικο ΜΙΝΙΟΝ;». Ποιος πήγε κι άπλωσε τον Αη Βασίλη στην ταράτσα;
Πιο πρόσφατος στόχος, το δέντρο του Δήμου Αθηναίων στην πλατεία Συντάγματος. Πριν ακόμη ολοκληρωθεί, με το που στήθηκαν οι σκαλωσιές, άρχισαν τα όργανα. «Πώς είναι έτσι;». «Γιατί είναι έτσι;». «Είναι σαν κοτέτσι». «Ποιος το έκανε;». «Είναι αντιγραφή». «Είναι δήθεν».
Ψυχραιμία παιδιά. Ενα χριστουγεννιάτικο δένδρο είναι. Ενα στολίδι. Λίγες ημέρες θα μείνει, να δώσει μία απαραίτητη ψευδαίσθηση χαράς στο κέντρο μίας πόλης που λίγα χρόνια πριν, στα κλαδιά του αντίστοιχου δένδρου, κάποιοι κρεμούσαν σακούλες με σκουπίδια. Και που κανείς δεν ξέρει αν αύριο το πρωί δυο-τρεις Ρουβίκωνες ξυπνήσουν με αντιεορταστικό mood και αποφασίσουν να γκρεμίσουν τον καπιταλισμό αρχίζοντας από τα χριστουγεννιάτικα στολίδια. Που σημαίνει ότι το πιθανότερο είναι να πρέπει να τηρηθούν προδιαγραφές και να ληφθούν προφυλάξεις ως προς τον σχεδιασμό και την κατασκευή του. Δεν είναι, έτσι το φανταστήκαμε, έτσι το φτιάξαμε. Και άντε, του χρόνου να ζητήσουμε να γίνει δημοψήφισμα. Να εκτεθούν τα σχέδια στη δημοσιότητα και να αποφασίσει ο λαός. Να εκτονώσουμε το πάθος μας για αμεσοδημοκρατία στολίζοντας δένδρα.
Εδώ που τα λέμε, μια χαρά είναι το δένδρο στο Σύνταγμα όπως και όλο το κόνσεπτ του στολισμού της Αθήνας φέτος. Αποτέλεσμα της συνεργασίας του Γιάννη Κακλέα, του Μανόλη Παντελιδάκη και της Φρόσως Λύτρα αναπτύσσεται με θεατρικούς κώδικες μέσα από λέξεις κλειδιά. Οπως η φαντασία που αποτυπώνει το σμάρι από πεταλούδες στην πλατεία Κλαυθμώνος, το όνειρο που περιτριγυρίζουν οι φιγούρες στο Μοναστηράκι, το φως που συμβολίζει το φεγγάρι που έχει στηθεί στους Στύλους του Ολυμπίου Διός για να φωτίσει τη μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου.
Ας αφήσουμε λοιπόν για λίγο τη γκρίνια κι ας περπατήσουμε σε αυτήν τη στολισμένη πόλη χωρίς να την ανταγωνιζόμαστε. Οχι για λόγους ονειρικού πασιφισμού αλλά για να κάνουμε, με το άλλοθι του διάκοσμου, λίγο πιο φιλική την καθημερινότητά μας. Εστω για λίγες ημέρες. Και μετά τα Φώτα, εδώ είμαστε, ξαναβγάζουμε τον Εμπενίζερ Σκρουτζ στην επιφάνεια.