«Το σουρεαλιστικό αντιστρόφως ανάλογο της ψήφου των Βρετανών για έξοδό τους από την ΕΕ, ήταν η παράξενη, αλλόκοτη προσπάθεια κάποιων να ωθηθεί η Ελλάδα έξω από την Ευρωζώνη. Δεν έχω συναντήσει ποτέ μου πιο πληθωρικό μάτσο Ελλήνων από εκείνους που ήταν στην πτήση από τις Βρυξέλλες στην Αθήνα στις 24 Απριλίου του 2015.
Ήταν μέρος μίας κυβερνητικής αντιπροσωπείας, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, που επέστρεφε στην Ελλάδα έπειτα από μία ακόμα ευρωπαϊκή σύνοδο στις Βρυξέλλες. Κάθονταν στην διακεκριμένη θέση (business class) – κάτι που δεν θα περίμενε κάποιος από μέλη του κόμματος της άκρας αριστεράς, ΣΥΡΙΖΑ. Διαρκώς αστειεύονταν μεταξύ τους και ξεσπούσαν σε ηχηρά γέλια. Δεν έδειχναν να ανησυχούν για τίποτα απολύτως, και σίγουρα όχι για το ότι η Ελλάδα ήταν στο χείλος της κατάρρευσης και σχεδόν ανίκανη να συγκεντρώσει τα χρήματα που χρειαζόταν για να πληρώσει τις συντάξεις και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Ούτε ότι η επικείμενη δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα θα μπορούσε να απλωθεί σαν μετάσταση σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, απειλώντας την πολιτική διάλυση της ίδιας της ΕΕ».
Ο Γκυ Φέρχοφσταντ, 64, Βέλγος πολιτικός, ηγέτης της Συμμαχίας Φιλελεύθερων και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) από το 2009, και εκπρόσωπος τώρα του ΕΚ στις διαπραγματεύσεις για το Brexit, σημειώνει τα πιο πάνω στο νέο του βιβλίο Europe’s Last Chance, (Η Τελευταία Ευκαιρία της Ευρώπης), που κυκλοφορεί από την Basic Books.
O Φέρχοφσταντ είναι από τους πολιτικούς που, σε αντίθεση με όσους ξέρουμε, δεν μασάνε τα λόγια τους, και ό,τι έχουν να σου πουν το λένε ευθέως και κατάμουτρα. Την συγκεκριμένη ιστορία που αναφέρει, δεν του την μετέφερε κάποιος. Ήταν συνεπιβάτης με το «πληθωρικό μάτσο Ελλήνων», στο ίδιο αεροπλάνο, ταξιδεύοντας στην Αθήνα για να συμμετάσχει σε μία εκδήλωση του κόμματος Το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη.
Προσωπικά, δεν με ξενίζει καθόλου η εικόνα που περιγράφει. Παρόμοιες μαρτυρίες έχω μάθει από άλλους ανθρώπους που επίσης παραβρέθηκαν σε στιγμές όπου το κυβερνητικό ιερατείο «είχε ξεφύγει», όπως π.χ. κατά τις πρώτες μέρες εγκατάστασής του στο Μέγαρο Μαξίμου όπου τα επιφωνήματα χαράς και αγαλλίασης είχαν και μία έντονη σεξουαλική αύρα, όμοια με εκείνη που καταλαμβάνει τους φανατικούς οπαδούς του ποδοσφαίρου όταν η ομάδα τους κερδίζει έναν αντίπαλο, και ξεσπούν σε μία οργασμική εκτόνωση. Αντί να χαρούν απλώς για την επιτυχία της ομάδας τους, στρέφονται προς τον αντίπαλο και, είτε λεκτικά, είτε με χειρονομίες, του λένε «σε σκίσαμε» – το ηπιότερο.
H εν πτήση περιγραφή του Φέρχοφσταντ για το κυβερνητικό κλιμάκιο που επέστρεφε από τις Βρυξέλλες έπειτα από Σύνοδο Κορυφής, σε περίοδο που παιζόταν η τύχη της Ελλάδος, δεν διαφέρει πολύ από την γνωστή γηπεδική εικόνα, που κατά κόρο απορρέει από -και χαρακτηρίζει ευθέως- τις λεγόμενες «παρέες».
Ο βέλγος πολιτικός δεν δίστασε, λίγο περισσότερο από δύο μήνες μετά από εκείνη την εμπειρία του στο αεροπλάνο, να απευθυνθεί στον κ. Τσίπρα κατά πρόσωπο και να τον εγκαλέσει για πολλά πράγματα που έκρινε πως είναι αντιφατικά προς το αξίωμα και την ευθύνη που αυτός έχει απέναντι στη χώρα, στους συμπολίτες του και στους εταίρους που δάνεισαν χρήματα για να μείνει η Ελλάδα ζωντανή, μέσα στο παιχνίδι.
Ήταν 8 Ιουλίου του 2015, αμέσως μετά το δημοψήφισμα του «όχι» στα μέτρα που πρότεινε η ΕΕ, όταν παρόντος του έλληνα πρωθυπουργού στη συνεδρίαση της ολομέλειας του ΕΚ ο κ. Φέρχοφσταντ είπε στον κ. Τσίπρα «είμαι θυμωμένος μαζί σας, γιατί διαρκώς μιλάτε για μεταρρυθμίσεις, αλλά ποτέ δεν βλέπουμε στέρεες και συγκεκριμένες προτάσεις για μεταρρυθμίσεις». Επίσης, πρόσθεσε, «μας θυμίζετε συνέχεια τις θυσίες που πράγματι έχει κάνει ο ελληνικός λαός, αλλά το πρόβλημα είστε εσείς, η πολιτική τάξη της Ελλάδας, που δεν καταβάλατε ποτέ καμία παρόμοια με τον λαό προσπάθεια».
«Κι αποφασίστε», του είπε καταλήγοντας, «εάν θέλετε να σας θυμούνται σαν ένα εκλογικό ατύχημα που έκανε τους πολίτες της χώρας του φτωχότερους, ή ως έναν πραγματικό επαναστάτη μεταρρυθμιστή».
Ο κ. Τσίπρας χαμογελούσε εμφανώς αμήχανος.
Την ημέρα που, κατά τον Φέρχοφσταντ, επέστρεφε το ελληνικό κλιμάκιο στην Αθήνα από τις Βρυξέλλες, έπειτα από έκτακτη Σύνοδο Κορυφής για το μεταναστευτικό, εμείς οι δημοσιογράφοι λαμβάναμε ένα non paper από το Μαξίμου που μιλούσε για «εποικοδομητικό και θετικό κλίμα των συναντήσεων του Αλέξη Τσίπρα με τους Ανγκελα Μέρκελ, Φρανσουά Ολάντ και Ζαν Κλοντ Γιούνκερ την προηγούμενη μέρα, όπου εκφράστηκε», λέει, «η πολιτική βούληση να βρεθεί λύση». Παρόλα αυτά, οι κύκλοι του Μαξίμου, δηλαδή ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, αισθάνθηκαν ότι γίνεται προσπάθεια να αντιστραφεί (σ.σ.: αυτό που εισέπραξαν ως «θετικό κλίμα» στις Βρυξέλλες, από μία μάλλον τυπική διαβεβαίωση περί «βούλησης ανεύρεσης λύσης») στο άτυπο Eurogroup της Λετονίας. Και εξ αυτών όλων, συμπεραίνεται -τότε- από το Μαξίμου, ότι «οι πιέσεις κατά της χώρας είναι αναμενόμενο ότι θα ενταθούν όσο θα πλησιάζει η ώρα της υπογραφής της συμφωνίας».
Αυτή η ανησυχία, σίγουρα δεν αντικατοπτρίζεται στην εικόνα του χαβαλέ που μεταφέρει στο βιβλίο του ο Φέρχοφσταντ που, όσοι τον ξέρουν, θεωρούν βέβαιο ότι δεν θα έκανε ποτέ θέμα ένα τέτοιο περιστατικό εάν δεν ήταν βέβαιος ότι δεν ήταν απλώς μια «εύθυμη παρένθεση» έπειτα από σκληρή διαπραγμάτευση.
Αντιθέτως, η εικόνα που μεταφέρει από την business class του αεροπλάνου, είναι ενδεικτική μίας «ψυχολογίας υπεροχής» που εκδηλώθηκε από την πρώτη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε, μαζί με τον Καμμένο, κυβέρνηση. Ένα πολύ χαρακτηριστικό στιγμιότυπο είναι καταγεγραμμένο άλλωστε και από λήψη ξένου τηλεοπτικού συνεργείου, τη στιγμή κατά την οποία, μέσα στους πανηγυρισμούς στα κεντρικά γραφεία του κόμματος στην πλατεία Κουμουνδούρου, εμφανίστηκε και ακούστηκε ο κ. Τσίπρας να λέει περιχαρής για το κλίμα που επικρατούσε εκεί μέσα «μόλις γίναμε κυβέρνηση και μερικοί κλαίνε εδώ ρε γαμώτο». Δεν εννοούσε πολιτικούς του αντιπάλους, απλώς τόνιζε, με τη δική του προσέγγιση, ένα γεγονός που «επιτέλους συνέβη».
Η εικόνα «της παρέας του Μαξίμου» μάς μεταφέρεται και από πολλές πηγές. Συνοδεύεται από παρατηρήσεις του τύπου «αυτοί γουστάρουν πολύ που κυβερνούν», «τους αρέσει όλο αυτό το πράγμα», κι ότι είναι σαν να ζουν μια παρατεταμένη αγωνιστική κινητοποίηση. Αμφιθεατρικού τύπου.
Ένα πρόσωπο που έτυχε να ταξιδέψει δύο τρεις φορές μαζί τους στο εξωτερικό, διευκρινίζει ότι «δεν τίθεται θέμα ανάρμοστης συμπεριφοράς», αντίθετα ο κ. Τσίπρας περιγράφεται ως πολύ ευγενικός και προσιτός με όποιον και εάν συναντάται. Όμως, όταν βγαίνει από το επίσημο πλάνο και επιστρέφει στην ζεστή συντροφικότητα της παρέας του, θυμίζει κάποιον που, σαν σε ταινία επιστημονικής φαντασίας, ενώ δεν έχει βγει ποτέ από τα σύνορά του, μπαίνει σε έναν εντελώς καινούργιο, εκθαμβωτικό κόσμο, και αντιδρά σαν να του ανήκει όλος. Και εκεί, ξεφεύγει εντελώς.