Ξεφυλλίζοντας το φωτογραφικό άλμπουμ από την πολιτική διαδρομή της Ζωής Κωνσταντοπούλου δεν μπορείς να μην σταθείς: α) στις φωτογραφίες έξω από τα κάγκελα της ΕΡΤ τον Νοέμβριο του 2013, β) στην εμφάνισή της στο Προεδρικό Μέγαρο για την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, τον Ιανουάριο του 2015, με το πολυσυζητημένο κατακίτρινο παλτό και το φούξια παντελόνι που συνδυασμένα αλλά και καθένα χωριστά φώναζαν «προσέξτε με!», γ) στο πέρασμά της από τη gay parade της Αθήνας τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, δ) στη συμμετοχή της τον Μάιο του 2016 στην πορεία κατά των νέων μέτρων που επέβαλλε η κυβέρνηση, ε) στα πρόσφατα ενσταντανέ με την ίδια να παραβιάζει τα διόδια.
Παρατηρώντας αυτές τις φωτογραφίες, μπορεί καθένας να εξάγει τα συμπεράσματά του. Αλλος θεωρώντας πως η Ζωή Κωνσταντοπούλου (εξακολουθεί να) το παρακάνει, άλλος πως ασκεί έναν ιδιόμορφο ακτιβισμό. Υπάρχει όμως και μια φωτογραφία που ακόμα και αν αντιμετωπίζεις με συμπάθεια τις «εκρήξεις» του πληθωρικού πολιτικού ταμπεραμέντου της αποτελεί μαχαιριά στην καρδιά της Δημοκρατίας: Είναι η άγρια πόζα της τη στιγμή που σηκώνει τη σφιγμένη γροθιά της έξω από το Κοινοβούλιο, το βράδυ του δημοψηφίσματος χαιρετώντας εκείνους που πανηγύριζαν το «Οχι» στην πιο διχαστική εμφάνιση που έχει κάνει Πρόεδρος της Βουλής· δηλαδή πρόεδρος όλων των Ελλήνων.
Δεδομένου ότι ήταν και η πρώτη Πρόεδρος της Ελληνική Βουλής που συμμετείχε σε gay parade δηλώνοντας «ναι στα δικαιώματα, όχι στις διακρίσεις κάθε είδους από όπου και αν προέρχονται» αναρωτιέμαι τι θέση θα είχε άραγε στον δικό της ιδανικό κόσμο, τον κόσμο που παρουσίασε και πρόσφατα κατά την ομιλία της στην συνάντηση των κινημάτων της «ανυπακοής», ένας όχι απαραιτήτως gay, ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος που στο δημοψήφισμα θα είχε ψηφίσει υπέρ του «Ναι», που δεν θα συμφωνούσε μαζί της. Υποπτεύομαι πως δεν θα ήταν ευτυχισμένος.
Τα δεδηλωμένα όνειρα της κυρίας Κωνσταντοπούλου για τη δική της Ελλάδα (όπως ακούστηκαν και στην εναρκτήρια ομιλία της στη «Συνάντηση Εργασίας “Πλεύσης Ελευθερίας” και Κινημάτων») όπως και οι συμπεριφορές της (το σόου στα διόδια κ.ά), έρχονται για να επιβεβαιώσουν κάτι που γνωρίζαμε: πώς κάνει ανταρτοπόλεμο έχοντας εκδώσει ετυμηγορία κατά του συστήματος (όπως το αντιλαμβάνεται) χωρίς να ακούει τον αντίλογο, αρνούμενη να αποδεχτεί κανόνες και πλαίσια – εκτός από αυτά που θέτει η ίδια. Προσκαλώντας στην Αθήνα τον πρόεδρο της «Ανυπότακτης Γαλλίας» Ζαν-Λυκ Μελανσόν (είχε πάει και εκείνη στο Παρίσι για να τον στηρίξει στις εκλογές) επιχειρεί να εξάγει αυτόν τον ανταρτοπόλεμο στη Γηραιά Ηπειρο.
Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία ευρωπαία πολιτικός που εκφράζει ακραίες απόψεις και που επιμένει σε διχαστικές κορώνες.
Στην περίπτωσή της όμως ο αγώνας κατά του συστήματος (και εναντίον όσων δεν συμφωνούν με το ύφος και το ήθος της) άρχισε αφού προηγουμένως το σύστημα, το οποίο υπηρέτησε και ως βουλευτίνα και ως Πρόεδρος της Βουλής, την απομόνωσε.
Τώρα η θεαματική ανυπακοή της μοιάζει με την αντίδραση ενός κακομαθημένου και πεισμωμένου παιδιού που του πήραν το παιχνίδι του. Οι αναρτημένες και στη σελίδα της στο Facebook προτροπές «αν δεν πιστεύεις στα κόμματα, πάρε την ευθύνη να χτίσεις μαζί μας ένα πολιτικό κίνημα που δεν θέλει να είναι κόμμα» και «αν πιστεύεις στην πολιτική ανυπακοή, αλλά δεν τολμάς να την αρχίσεις μόνος σου, πάρε την ευθύνη να είσαι μέρος του κινήματος που θα την προετοιμάσει» ακούγονται σαν ανέκδοτα όταν προέρχονται από έναν άνθρωπο που πίστεψε και επένδυσε σε ένα συγκεκριμένο κόμμα. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου διαψεύστηκε. Ομως, η κυβέρνηση που έχουμε αυτή τη στιγμή είναι αποτέλεσμα και των δικών της αγώνων.
Αντί τώρα να μας προτρέπει «Πάρε την ευθύνη», θα έπρεπε πρώτα να αναλογιστεί τις δικές της ευθύνες. Η πανευρωπαϊκή επανάσταση στην οποία μας καλεί και μέσα από τη «Συνάντηση Εργασίας “Πλεύσης Ελευθερίας” και Κινημάτων» μπορεί να περιμένει, προέχει η αυτοκριτική. Αλλιώς όσες μπάρες διοδίων και αν σηκώσει, με όσους Μελανσόν και αν συμπράξει, όσο τολμηρή και αν νομίζει πως εμφανίζεται καλώντας όλη την Ευρώπη σε ανυπακοή, κινδυνεύει να παραμένει άλλη μια άτολμη πολιτικός καριέρας που όταν έμεινε χωρίς καριέρα συνέχισε να σταδιοδρομεί με την ιδιότητα της γραφικής.