Ο Τσίπρας χειρονομεί, ο Δραγασάκης γελάει. Ολα σε μια προσπάθεια να περάσουν ως θετική την έξοδο στις αγορές | INTIMENEWS/ΚΩΤΣΙΑΡΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Απόψεις

Αντέχεις μια επανάληψη του «η ελπίδα έρχεται»;

Η έξοδος από το μνημόνια «σε έναν χρόνο από τώρα» που επαναλαμβάνει ο Αλέξης Τσίπρας είναι ψέμα αντίστοιχο του «η ελπίδα έρχεται» του 2015. Και πλαίσιο εποπτείας θα υπάρχει και δεν θα μπορούμε να δανειστούμε. Αυτό -παρά τους πανηγυρισμούς- απέδειξε και η πρόσφατη «έξοδος» στις αγορές
Αλέκος Παπαναστασίου

«Σε έναν χρόνο εγκαταλείπουμε οριστικά τα μνημόνια». Το λέει και το ξαναλέει τις τελευταίες ημέρες ο Αλέξης Τσίπρας, το αναπαράγει ο μηχανισμός της προπαγάνδας του Μαξίμου, τα «καταναλώνουμε» οι υπόλοιποι με φρέντο και καρπουζάκι. Είναι όμως ένα ακόμη ψέμα αντίστοιχο με το σύνθημα «Η Ελπίδα έρχεται» των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015.

Γιατί άραγε είναι ψέμα αυτό που λέει ο Πρωθυπουργός;

Πρώτον, διότι έχει ήδη ψηφίσει τα μέτρα της διετίας 2019-2020, έχει αποδεχθεί δηλαδή τη βάση του νέου πλαισίου εποπτείας. Αυτό που μένει είναι το εποικοδόμημα, η μορφή και η διάρκεια του μνημονίου.

Ο ίδιος λέει ότι θα ακυρώσει τα μέτρα που ψήφισε για το 2019 και το 2020 αν δεν του δώσουν το χρέος. Κρατάει επομένως ένα χαρτί για να πάει σε ρήξη, δηλαδή σε ακόμη χειρότερο μνημόνιο μετά τη ρήξη, όπως παγίως συμβαίνει. Η άλλη επιλογή για το καλοκαίρι του 2018, αν οι Ευρωπαίοι του δώσουν αυτό που ζητάει και ξεκλειδώσουν τη λύση που έχει ήδη περιγραφεί για το χρέος, είναι να πει ότι «υπογράψαμε μεν μνημόνιο, αλλά παίρνουμε το χρέος». Χρέος χωρίς εποπτεία δεν πρόκειται να δοθεί, άρα μονά-ζυγά πάλι μνημόνιο. Φυσικά θα φταίνε πάντα (κάποιοι) άλλοι, «εμείς το παλέψαμε».

Δεύτερον, το τέταρτο μνημόνιο (λάιτ ή κανονικό) είναι αναπόφευκτο καθώς παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης η Ελλάδα δεν μπορεί να δανειστεί από τις αγορές με βιώσιμα επιτόκια.

Η έξοδος της περασμένης Δευτέρας ενίσχυσε αντί να αποδυναμώσει αυτή την οπτική. Η χώρα βγήκε δοκιμαστικά με πενταετή ομόλογα για ένα ποσό 3 δισ. ευρώ και πέτυχε απόδοση 4,625%. Στο Μαξίμου άνοιξαν αμέσως σαμπάνιες αφού εκ πρώτης όψεως η απόδοση ήταν λίγο χαμηλότερη σε σύγκριση με το 4,95% των πενταετών του Απριλίου του 2014 της κυβέρνησης Σαμαρά.

Ομως το στοιχείο αυτό είναι παραπλανητικό καθώς εκείνο που μετράει στις αγορές είναι το spread: η διαφορά της απόδοσης με αυτή του αντίστοιχου γερμανικού ομολόγου το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς για τις συνθήκες που κάθε φορά επικρατούν. Στην περίπτωσή μας, το spread αντί να μειωθεί όπως θα περίμενε κανείς, αυξήθηκε: το 2014 η απόδοση για τα πενταετή ομόλογα της Γερμανίας ήταν 0,6%, σήμερα είναι αρνητική (-0,186%). Επομένως παρά τη μείωση της απόδοσης για τα ελληνικά ομόλογα από το 4,95% το 2014, στο 4,625% το 2017, το spread αυξήθηκε από τις 435 μονάδες βάσης το 2014 στις 481 μονάδες βάσης το 2017.

Η αντιπαραβολή των ελληνικών επιτοκίων με αυτά της Πορτογαλίας, που θεωρείται συγκρίσιμη περίπτωση, είναι αποκαλυπτική. Το 2014 τα πενταετή της Ελλάδας είχαν απόδοση 4,95% και της Πορτογαλίας 3,5%. Αν η σχέση παρέμενε σταθερή, σήμερα που η Πορτογαλία δανείζεται με 1,3% για τα πενταετή της ομόλογα εμείς αντί για 4,625% θα έπρεπε να δανειστούμε με 1,85%.

Παράλληλα, με βάση τις μεταβλητές που παρακολουθούν οι αγορές (δημοσιονομικά, πολιτικό ρίσκο κ.ά.) τα πράγματα θα έπρεπε να καλυτερεύουν αντί να χειροτερεύουν:

1. Πριν από λίγες μέρες το ελληνικό κράτος δανείστηκε με όπλο το θηριώδες πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 πού ήταν 7,4 δισ. ευρώ (4,19%). Όταν δανειζόταν το 2014 το αντίστοιχο (κατά πρόγραμμα) επικυρωμένο πλεόνασμα του 2013 ήταν μόλις 1,5 δισ. ευρώ.

2. Το 2014 δεν είχαν νομοθετηθεί τα μέτρα ύψους 14,5 δισ. ευρώ που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ για την εξυγίανση των δημοσιονομικών και του Ασφαλιστικού, κάτι που σήμερα θα έπρεπε να λειτουργεί καθησυχαστικά στα μάτια των αγορών -περιέργως δεν λειτούργησε.

3. Το πολιτικό περιβάλλον έχει βελτιωθεί. Το 2014 το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος σε αντίθεση με το σημερινό κόμμα της αντιπολίτευσης, τη Νέα Δημοκρατία που έχει ψηφίσει Μνημόνιο 3, κάθε άλλο παρά εγγυόταν τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Μιλούσε ακόμη για το σκίσιμο των μνημονίων.

Με εξαίρεση λοιπόν το χρέος, όπου η λύση τότε -όπως και τώρα- στηριζόταν σε υποσχέσεις, όλα τα υπόλοιπα δεδομένα είναι καλύτερα: Υψηλά πλεονάσματα, περισσότερα μέτρα, αντιπολίτευση που στηρίζει τις μεταρρυθμίσεις.

Γιατί άραγε το spread διευρύνθηκε αντί να περιοριστεί; Παρά τις απόψεις του φιλικού προς το Μαξίμου Τύπου ότι «ο Τσίπρας βαδίζει στα χνάρια του Ελευθέριου Βενιζέλου» η απάντηση ίσως να κρύβεται στην αδυναμία της κυβέρνησης να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις επιστροφής στην ευρωπαϊκή κανονικότητα. Έστω, για αρχή, από το τελευταίο βαγόνι.