Πέρυσι τέτοιες μέρες βρισκόμουν στην Αγιούταγια, την αρχαία πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης. Εφτασα εκεί μια εξαιρετικά ζεστή μέρα. Δεν γνωρίζω τι έδειχνε το θερμόμετρο, όμως ο δυνατός ήλιος και τα υψηλά επίπεδα υγρασίας έκαναν την ατμόσφαιρα αφόρητη. Αυτό δεν απέτρεψε χιλιάδες τουρίστες να κυκλοφορούν και να επισκέπτονται τα διάσπαρτα σε όλη την πόλη μνημεία. Οι τυχεροί, όσοι είχαν πάει με γκρουπ, μεταφέρονταν με κλιματισμένα πούλμαν. Εμείς, περπατήσαμε αρκετά χιλιόμετρα μέσα στον λάλαρο, φορώντας καπέλα (που καταβρέχαμε), ανανεώνοντας διαρκώς το αντηλιακό και αγοράζοντας κάθε λίγο και λιγάκι μπουκαλάκια παγωμένο νερό από μικροπωλητές που περίμεναν έξω από κάθε αρχαιολογικό χώρο. Επειτα από έξι περίπου ώρες πεζοπορίας νιώθαμε σαν τις αφυδατωμένες ντομάτες που ξεραίνουν στις ταράτσες των ελληνικών νησιών. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτή την αίσθηση αλλά και το έντονο κάψιμο στις πατούσες μου. Πιο αχνές, επειδή είναι αρκετά παλαιότερες, αλλά εξίσου καυτές και οι αναμνήσεις μου από την Κοιλάδα των Βασιλέων στην Αίγυπτο, και από την Πέτρα στην Ιορδανία. Ομως ζέστη ξε-ζέστη, παντού πήγα, όλα τα είδα, χωρίς κανένα εμπόδιο, χωρίς προβλήματα. Ιδρώνοντας λίγο παραπάνω.
Αν όμως ήμουν τουρίστας στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αθήνα σήμερα και είχα προγραμματίσει να ανέβω το απόγευμα στην Ακρόπολη θα την είχα πατήσει. «Ως και την Κυριακή η τελευταία είσοδος θα γίνεται στις 2.30», με ενημέρωσαν από τηλεφώνου «λόγω καύσωνα» ή μάλλον «λόγω του ακραίου καύσωνα» όπως αναγράφεται στον διαδικτυακό κόμβο «Οδυσσέας» (με πληροφορίες και για τα ωράρια λειτουργίας των αρχαιολογικών χώρων) του υπουργείου Πολιτισμού. Ε, όχι και ακραίου!
Οπως διάβασα, σύμφωνα με τον νόμο, σε ανοιχτούς χώρους όταν η θερμοκρασία υπερβαίνει τους 40 βαθμούς οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν από θερμική καταπόνηση, επομένως μπορούν να απέχουν της εργασίας τους. Προσθέτουμε από δίπλα και την… έγνοια για τους τουρίστες (εύκολη δικαιολογία αυτή) που μπορεί να πάθουν θερμοπληξία (τους ίδιους τουρίστες που π.χ. έχουν επισκεφθεί το Αμπου Σίμπελ με την έρημο γύρω να καίει) και ό,τι είδατε είδατε, ως τις 3 το μεσημέρι. Αυτό σημαίνει πως δεν θα κλείνει πριν της ώρας της μόνο η Ακρόπολη; «Οχι, όπως φαίνεται το μέτρο ισχύει για όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της χώρας», μου είπε φίλος ξεναγός εξηγώντας μου την αναστάτωση που έχει προκαλέσει αυτή η πιθανότητα σε γκρουπ και γραφεία ξεναγήσεων που έχουν ήδη προγραμματίσει τις εκδρομές τους. Πώς π.χ. μπορείς να χωρέσεις μία προγραμματισμένη ξενάγηση στην Επίδαυρο και στις Μυκήνες, ξεκινώντας με πούλμαν από την Αθήνα, ώστε το αργότερο στις τρεις το μεσημέρι να έχεις τελειώσει; Είναι σχεδόν αδύνατον.
Τηλεφώνησα (Πέμπτη, 9 το πρωί) στον αρχαιολογικό χώρο της Επιδαύρου. Ενας ευγενέστατος κύριος μου είπε πως περιμένουν (ακόμα;) ειδοποίηση από το υπουργείο για το αν θα κλείσουν στις 3 ή αν θα συνεχίσουν ως το βράδυ: «Θα ήταν καλύτερο να ξανακαλέσετε αργότερα, μέχρι στιγμής δεν μπορώ να σας πω τίποτε με σιγουριά γιατί δεν έχουμε ενημερωθεί. Περιμένουμε και εμείς, τις επόμενες ώρες». Τα ίδια μου είπαν και οι των Μυκηνών: «Περιμένουμε ενημέρωση από το υπουργείο, δεν ξέρουμε ακόμα τι θα κάνουμε, λογικά όμως θα μας είχαν ειδοποιήσει για να οργανωθούμε –χρειάζεται μια προεργασία για να είσαι σε θέση να κλείσεις νωρίτερα– οπότε μάλλον δεν θα κλείσουμε. Δεν μπορώ όμως να σας πω κάτι σίγουρα, καλύτερα να τηλεφωνήσετε ξανά προς το μεσημέρι».
Οπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα μέσα στη μέρα, ανέβει δεν ανέβει και άλλο ο υδράργυρος, προγραμματίστε αν μπορείτε μέσα σε αυτό το αλαλούμ του «κλείνω, δεν κλείνω» την επίσκεψή σας. Αναλογιστείτε, επίσης, τι προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει αυτή η ασάφεια στους ξένους τουρίστες που συχνά έχουν προγραμματίσει τις κινήσεις τους και τις επισκέψεις τους εβδομάδες για να μην πω μήνες πριν. Αλλά και βρείτε μου ένα λογικό επιχείρημα που να δικαιολογεί το κλείσιμο της Ακρόπολης, ενός από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς της Ελλάδας, επειδή κάνει λίγη ζέστη παραπάνω.