Κατά τη διάρκεια της επίσημης τελετής του δήμου Διστόμου για την επέτειο της σφαγής του Διστόμου στις 10 Ιουνίου 1944 από τους Γερμανούς, η Ζωή Κωνσταντοπούλου προσπάθησε να εμποδίσει το γερμανό πρεσβευτή από την κατάθεση στεφανιού στη μνήμη των θυμάτων.
Επικράτησε αμηχανία, κάποιος παράγων έλεγε στον πρεσβευτή δρα Πέτερ Σοφ «μπίτεσεν», εκείνος δίσταζε να προχωρήσει, ενώ ο κόσμος φώναζε για την κυρία Κωνσταντοπούλου «έχει δίκιο!», «μπράβο της!», «υποκριτές!».
Ο Μανώλης Γλέζος παρακολουθούσε τη σκηνή από την καρέκλα στην οποία καθόταν. Σηκώθηκε, πήρε τον πρεσβευτή από το χέρι και τον οδήγησε στο μνημείο, ώστε εκείνος να καταθέσει το στεφάνι. Και το πλήθος ξέσπασε σε χειροκροτήματα, ενώ δεν έλειψαν και οι ειρωνείες. Η τελετή ολοκληρώθηκε χωρίς περαιτέρω ευτράπελα.
Αργότερα, ο Μανώλης Γλέζος θέλησε να εξηγήσει την κίνησή του αυτή και, στη διάρκεια ομιλίας του στο Δίστομο, είπε ότι «το παιδί του εγκληματία, όσα εγκλήματα κι αν έχει κάνει ο πατέρας και η μάνα του, δεν ευθύνεται για αυτά».
Αναρωτιέμαι, βλέποντας τη σκηνή ξανά και ξανά, τι θα συνέβαινε εάν δεν ήταν εκεί ο Μανώλης Γλέζος. Αλήθεια, ποιος είχε την ευθύνη για την ομαλή διεξαγωγή της τελετής; Η Αστυνομία δεν ήταν παρούσα στο χώρο; Είναι δυνατόν ένας και μόνον άνθρωπος να παρεμποδίζει την ομαλή διεξαγωγή μιας τελετής; Οι άνθρωποι του δήμου δεν έχουν κάτι να πουν γι αυτό που συνέβη;
Εάν δεν ήταν εκεί ο Μανώλης Γλέζος, θα βρισκόταν κάποιος άλλος να κάνει την κίνηση που έκανε ο 94χρονος; Εάν κάποιος άλλος έκανε την κίνηση του Μανώλη Γλέζου (π.χ. ο βουλευτής του Ποταμιού Γιώργος Μαυρωτάς ο οποίος πρώτος έγραψε στο τουίτερ για το περιστατικό) θα αντιμετωπιζόταν με τον ίδιο θαυμασμό ή μήπως θα άκουγε τις κραυγές «γερμανοτσολιάς» να τον ακολουθούν; Θα άφηνε το πλήθος κάποιον άλλον να κάνει αυτό που έκανε ο Μανώλης Γλέζος;
Σε μια οποιαδήποτε χώρα λειτουργεί με θεσμούς και υπηρεσίες να κάνουν τη δουλειά τους, δε θα υπήρχαν αυτά τα ερωτήματα. Δυστυχώς, όμως, στη δική μας υπάρχουν.