Ηταν δυσάρεστο να ακούς την Ελένη Βιτάλη να χαρακτηρίζει δημοσίως τον Αντώνη Ρέμο «τίποτα». Δυσάρεστο όχι τόσο επειδή καταβαράθρωσε την καλλιτεχνική του υπόσταση (για την οποία πολλά μπορούμε να πούμε), όσο επειδή από έναν άνθρωπο όπως εκείνη, χορτασμένο από αναγνώριση, περιμένεις αν όχι γενναιοδωρία και μεγαλοψυχία (που αυτά περιμένεις) τουλάχιστον τη στοιχειώδη ευγένεια, ακόμα και απέναντι στους… αντιπάλους.
Εξέφρασε την άποψή της, είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει. Ομως, ως γνωστόν, σημασία δεν έχει μόνο τι λέμε, αλλά κυρίως πώς το λέμε. Ακόμα λοιπόν και αν δεχτούμε πως η Βιτάλη εκπροσωπεί το καλό ελληνικό τραγούδι και ο Ρέμος το κακό ελληνικό τραγούδι, ο τρόπος με τον οποίο επιτέθηκε αυτή η, όπως τη χαρακτηρίζουν, «μεγάλη φωνή» στον, όπως τον χαρακτήρισε, κύριο… τίποτα, περισσότερο εκθέτει την ίδια και συρρικνώνει το μέγεθος της προσωπικότητάς της, παρά βάζει τα πράγματα στη θέση τους.
Κανένας άνθρωπος δεν είναι τίποτα! Την ίδια στιγμή, για να δανειστώ τα λόγια του Τόμας Γουάτσον (του ευφυή και ευρηματικού ιδρυτή της IBM) «οι πραγματικά σπουδαίοι άνθρωποι είναι ευγενικοί, νοιάζονται και είναι γενναιόδωροι». Θέλω να πιστεύω πως η Βιτάλη παρασύρθηκε από το θυελλώδες θυμικό της και μίλησε έτσι. Δεν μπορεί να μην το έχει μετανιώσει (επαναλαμβάνω, όχι να μετανιώσει για την άποψη που έχει για έναν καλλιτέχνη, αλλά για τις λέξεις που χρησιμοποίησε για να την εκφράσει), ειδικά μετά την αναπαραγωγή των δηλώσεών της μέσα από το Internet.
Εχοντας κάνει πολλά χρόνια ραδιόφωνο, γνωρίζω πόσο «ύπουλο» μπορεί να γίνει το μικρόφωνο που έχεις μπροστά σου, πόσο εύκολα μπορεί να σε εκθέσει, παραδίδοντας το λάθος που έκανες (μια ασύντακτη πρόταση, μια βρισιά που σου ξέφυγε, κάτι που δεν έπρεπε να πεις) «αφιλτράριστο», γυμνό, στο κοινό. Κάτι παρόμοιο υποθέτω έπαθε και η Βιτάλη όταν χωρίς δεύτερη σκέψη ξεστόμισε τις πρώτες λέξεις που ήρθαν στο μυαλό της μπροστά στην κάμερα. Αν μπορούσε να ξαναδεί το πλάνο πριν προβληθεί, πιθανώς και να το είχε αποσύρει. Δεν είχε αυτή τη δυνατότητα. Την πάτησε. Ας πρόσεχε. Οταν είσαι δημόσιο πρόσωπο πρέπει να διπλοφιλτράρεις τις σκέψεις σου πριν τις εκφράσεις. Γιατί εκτός από τα τραγούδια σου θα μείνουν πίσω και τα λόγια σου.
Εχουμε δει και άλλους επώνυμους να επιτίθενται όχι με τον πιο ευγενικό και κόσμιο τρόπο σε καλλιτέχνες που δεν τους γεμίζουν το μάτι. Ο Χρήστος Λούλης είχε περιποιηθεί σε μία συνέντευξή του τη Ζέτα Μακρυπούλια και έτρεχε μετά να τα μαζέψει. Η Ελένη Γερασιμίδου πυροβόλησε εκ νέου την νεαρή παρουσιάστρια – ηθοποιό όταν αφού παραδέχτηκε πως δεν είχε δει το «Παρά πέντε» δήλωσε «ξέρω πως η Μακρυπούλια έκανε ένα “λι” και ένα “νι” αλλά αυτό δεν είναι ερμηνεία». Ο Νίκος Ορφανός είχε δηλώσει (κάνοντας τη Δέσποινα Στυλιανοπούλου να κλάψει): «Η κατάσταση θ’ αλλάξει με την οριστική απόσυρση των ραμολιμέντων που περιφέρονται από δω κι από κει και νομίζουν πως παίζουν. Έχω μπουχτίσει να βλέπω γέρους.» Η Χρυσούλα Διαβάτη ζήτησε την παρέμβαση της Αστυνομίας Θεάτρου για να μαζέψει τον ηθοποιό Σάκη Ρουβά.
Ολες αυτές οι επιθέσεις, δίκαιες ή άδικες, σίγουρα άκομψες, έβλαψαν μόνο εκείνους που τις εξαπέλυσαν, κανέναν άλλο. Αυτό ακριβώς συνέβη τώρα και με τη Βιτάλη, είτε παρασύρθηκε, είτε είναι αποφασισμένη να εκφραστεί με τον ίδιο τρόπο για τον Ρέμο και για τον όποιο Ρέμο, όταν ρωτηθεί εκ νέου – γιατί υπάρχει και αυτή η πιθανότητα.
Κατάφερε, ενώ ξεκίνησε να πει κάτι με το οποίο οι περισσότεροι θα συμφωνούσαμε (να καταγγείλει την κατάντια του ελληνικού τραγουδιού με την ευθύνη και των ανθρώπων που το υπηρετούν), να εμφανιστεί τελικά ως μια αγενής και μικρόψυχη κυρία, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την γενναιόδωρη και ευγενική τραγουδίστρια που έχει κερδίσει την εκτίμηση και την αγάπη του κοινού.