Iσως να ακουστεί παράδοξο αλλά η τρομοκρατική απόπειρα κατά του πρώην Πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να γίνει ο καταλύτης για την ευόδωση της ενότητας του ευρύτερου χώρου της Κεντροαριστεράς και ακολούθως να αποτελέσει το ανάχωμα στην επικράτηση της ρητορικής του μίσους που ξεχείλισε μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα ακόμη και με δημόσιες προτροπές βίας.
Είναι γεγονός πως η δυσκοιλιότητα με την οποία καταδίκασε η κυβερνητική ηγεσία την τρομοκρατική απόπειρα κατά του κ. Παπαδήμου και όσοι, κυρίως από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, χαιρέκακα εκφράστηκαν θετικά για αυτήν, ενισχύουν τον διχασμό και τη μισαλλοδοξία στην ελληνική κοινωνία ενώ αναθερμαίνουν τον αντιμνημονιακό λαϊκισμό της εποχής των Αγανακτισμένων που ωφέλησε δυστυχώς τα μάλα ώστε να ανέλθουν αυτοί στην εξουσία, βυθίζοντας με την αλλοπρόσαλλη πολιτική τους ιδεοληψία την Ελλάδα βαθύτερα στα μνημόνια.
Οντας Αριστεροί, όπως δηλώνουν, κι έχοντας κάνει τη θεαματική πιρουέτα προσαρμογής στα μνημόνια, αντί να κάνουν τα πάντα για να επικρατήσει ο δημοκρατικός ανταγωνισμός με μετριοπάθεια, διάλογο και αλληλοκατανόηση ώστε να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή, αναζωπυρώνουν τον διχαστικό λόγο εντείνοντας την πόλωση. Η επιδίωξη είναι προφανής. Να συσπειρώσουν περί τον ΣΥΡΙΖΑ τους νεόπτωχους των μεσαίων εισοδημάτων που οι ίδιοι δημιούργησαν και να μείνουν στην εξουσία όσο πάει.
Εξ αντανακλάσεως, η ισχυρή αντίληψη της λαϊκής Δεξιάς από την οποία διακατέχεται η ΝΔ, αντιδρά -παρά τις προσπάθειες του Κυριάκου Μητσοτάκη- με ανάλογη ρητορική καθώς έχει μόνη επιδίωξη να διώξει τον ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία και να «πάρει το μαγαζί γιατί οι συριζαίοι δεν ξέρουν και το διαλύουν», όπως ψιθυρίζεται στους διαδρόμους της Βουλής. Αποτέλεσμα; Στο πολιτικό επίπεδο η αναζωογόνηση ενός άφρονος δικομματισμού αλλά το σημαντικότερο, σε κοινωνικό επίπεδο η διατήρηση της διαίρεσης σε «μεν και δε».
Ποιος λοιπόν μπορεί να επιφέρει την εθνική συμφιλίωση αίροντας τον διχασμό και τη διαίρεση, αποκαθιστώντας τον κοινωνικό ιστό, που συνιστούν απαραίτητα στοιχεία για τη συνεννόηση και την ανάταξη της οικονομίας και της χώρας; Οπως μας έχει δείξει η νεώτερη ιστορία μας, ο ενδιάμεσος χώρος της σοσιαλδημοκρατίας , του προοδευτικού Κέντρου και της ανανεωτικής Αριστεράς.
Στα χρόνια του Μεσοπόλεμου, ο «φιλελεύθερος κεντρώος» Ελευθέριος Βενιζέλος αποκατέστησε κατά πολύ τις συνέπειες του Εθνικού Διχασμού, συνεπικουρούμενος από σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις της εποχής (Α. Παπαναστασίου). Λίγο πριν από τον Εμφύλιο, ο σοσιαλιστής Αλέξανδρος Σβώλος, πρωθυπουργός της κυβέρνησης του ΕΑΜ, προσπάθησε να αποφύγει τον εμφύλιο σπαραγμό με δημοκρατία, ανεκτικότητα και μετριοπάθεια για να αποφευχθεί η εθνική και κοινωνική καταστροφή που τελικά επέφερε το διαλυτικό μίσος, δεξιών και αριστερών και να γεφυρώσει τον διχασμό Δεξιάς και Αριστεράς. Λίγο πριν πέσει η δικτατορία, η ιδέα της ΕΑΔΕ που διατύπωσε ο Λεωνίδας Κύρκος, κόντρα στην κομμουνιστική παντογνωσία της εποχής και οι πρωτοβουλίες του Ανδρέα Παπανδρέου, από το 1981, αποκατέστησαν την εθνική και κοινωνική συμφιλίωση προσδιορίζοντας σαράντα χρόνια υγιούς δημοκρατικής ανάπτυξης και κοινωνικής προκοπής ενώ έδωσαν ευρωπαϊκή υπόσταση στην Ελλάδα.
Ανάλογες είναι και σήμερα οι προκλήσεις. Ιδίως με την εμφανέστατη πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει, per mare per terra, στην εξουσία μετερχόμενος κάθε τρόπου. Ακόμη και του διχασμού τον οποίο δείχνει καθημερινά με τον λόγο του.
Ελπίδα και προοπτική μπορεί να δώσει η συνεργασία των δυνάμεων της ευρύτερης Κεντροαριστεράς.
Υπό μία ικανή και αναγκαία συνθήκη. Να βρει το συντομότερο ένα ενωτικό πλαίσιο συνεργασίας όλων των κομμάτων και κινήσεων του χώρου με τις απαραίτητες υπερβάσεις όλων συγκροτώντας ενιαίο πολιτικό φορέα και προτείνοντας σχέδιο συνολικής ανάταξης της χώρας. Ετσι πρόκειται να εκπληρώσει τον ρόλο της, συμφιλιώνοντας τη κοινωνία . Ιδού λοιπόν η ιστορική πρόκληση γι όλους.