Από τότε που το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής απέκτησε σοβαρή υπόσταση (2012) ο πολιτικός κόσμος αντιδρά με προφανή αμηχανία. Οι καταγγελίες ότι το κόμμα αυτό εξυπηρετεί τις επιδιώξεις πότε της μιας και πότε της άλλης κυβέρνησης εντάσσονται στην (βλακώδη επί του προκειμένου) «πολιτική αντιπαράθεση», αλλά επί της ουσίας είναι απότοκες αυτής της αμηχανίας. Με άλλα λόγια, επειδή τα κόμματα δεν ξέρουν τι να κάνουν με τους νεοναζιστές, ανταλλάσσουν μεταξύ τους (ανόητες) κατηγορίες.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Μέχρι η συμμορία των χρυσαυγιτών να δολοφονήσει τον Παύλο Φύσσα, η τότε κυβέρνηση Σαμαρά εμφανιζόταν δίβουλη. Από τη μια μιλούσαν επισήμως για «ναζιστές», από την άλλη ορισμένοι δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο κάποιας συνεργασίας μαζί τους στη Βουλή, αν χρειαζόταν. Κατά βάθος πίστευαν, αφελώς βεβαίως, ότι έτσι θα μπορούσαν να ελπίζουν σε επαναπατρισμό κάποιων ακροδεξιών ψηφοφόρων, που είχαν μετακομίσει στο νεοναζιστικό κόμμα. Από την πλευρά τους τα κόμματα της Αριστεράς, με πρωτοστατούντα τον ΣΥΡΙΖΑ, χαρακτήριζε την Χρυσή Αυγή «μακρύ χέρι του συστήματος» και κατηγορούσε την τότε κυβέρνηση για «εκλεκτικές σχέσεις» μαζί της.
Η δολοφονία του Φύσσα τα ανέτρεψε όλα αυτά. Η τότε κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τη φρικτή πραγματικότητα. Και μέχρι ένα σημείο το έκανε καλά, με στοχευμένες ενέργειες του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης Νίκου Δένδια, τον οποίο από τότε έχουν στη μπούκα οι χρυσαυγίτες (εδώ μια εκτενέστερη περιγραφή της τότε κατάστασης). Ο αρχηγός και βουλευτές τους προφυλακίστηκαν.
Ο καιρός πέρασε, η κυβέρνηση άλλαξε. Οι χρυσαυγίτες αποφυλακίστηκαν, αφού το υπέροχο δικαστικό μας σύστημα δεν είχε καταφέρει να αρχίσει τη δίκη τους (ακόμα γίνεται με συνεχείς διακοπές). Στην αρχή οι χρυσαυγίτες ήταν «μαζεμένοι», σε τέτοιο βαθμό που και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να κάνει διάφορα ακατανόητα (εδώ). Για να τους εξευμενίσει και να τους εντάξει στον «εθνικό κορμό»; Ή από σκέτη ανοησία;
Και φτάσαμε στις σημερινές αθλιότητες στη Βουλή. Οι ρόλοι έχουν πλέον αντιστραφεί. Ο Αδωνις Γεωργιάδης αποφάνθηκε αμέσως ότι έχουμε να κάνουμε με «κρυφή συμμαχία» ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής. Η επίσημη ΝΔ το είπε λίγο διαφορετικά, ότι η Χρυσή Αυγή «διευκολύνει» τον ΣΥΡΙΖΑ. Τη θεωρία του «αποπροσανατολισμού» υιοθέτησε και ο Ανδρέας Λοβέρδος του ΠΑΣΟΚ.
Όλα αυτά κινούνται στη σφαίρα της υπερβολής και φανερώνουν την αμηχανία των κομμάτων. Δηλαδή, η επίθεση του Κασιδιάρη στον Δένδια θα εμποδίσει τον Μητσοτάκη, την Γεννηματά, τον Θεοδωράκη και τους λοιπούς να αποκαλύψουν τι περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο του Ευκλείδη Τσακαλώτου; Αστειότητες. Όλα είναι γνωστά. Υπάρχει Ελληνας που δεν γνωρίζει τον βαρύ πέλεκυ που θα πέσει στα εισοδήματα; Θα τον «κρύψουν» οι βρισιές και τα μπουκάλια των τραμπούκων της Χρυσής Αυγής; Αν δεν τύχαινε να περάσει ο Δένδιας μπροστά από το έδρανο του Κασιδιάρη, θα αποκαλυπτόταν αυτή η… κρυφή συμμαχία;
Ας σοβαρευτούν όσοι τα λένε αυτά. Και ας σταματήσουν να εντάσσουν τους νεοναζιστές στην πολιτική αντιπαράθεση. Χτες το έκανε ο αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα το κάνει η ΝΔ. Όμως, το παιχνίδι αυτό είναι αδιέξοδο και το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει τους νεοναζιστές.
Τα κόμματα καλούνται να βγουν από τη αμηχανία που νιώθουν απέναντί τους, κάτι που φαίνεται και από την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Τι θα πει ότι χρειάζεται ένα «δημοκρατικό μέτωπο, που θα θέσει ιδεολογικό, κοινωνικό και πολιτικό φραγμό στη δράση της»; Αυτά είναι λόγια. «Μέτωπο» υπάρχει, αλλά η δράση της Χρυσής Αυγής ουδέποτε ανακόπηκε. Τώρα κυβέρνηση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως πρέπει, επιτέλους να τελειώσει η δίκη, για να μάθουμε αν, εκτός από τον φυσικό, υπάρχουν και ηθικοί αυτουργοί, όπως ακούσαμε από έγκυρα χείλη; Και μετά να δούμε αν τέτοιοι πρέπει να έχουν στέγη στο Κοινοβούλιο.
Εντάξει, η δημοκρατία ανέχεται κάθε καρυδιάς καρύδι, ακόμα και τους φασίστες και τους νεοναζιστές. Ομως, πρέπει να είναι τόσο γαλαντόμα που θα τους δώσει και το σκοινί, με το οποίο κάποια στιγμή μπορεί να την κρεμάσουν; Κι επειδή αυτό δεν το θέλει κανένας, ας μάθουν τα κόμματα τι έλεγε ο υπουργός Προπαγάνδας του Χίτλερ Γιόζεφ Γκέμπελς.
Και μετά ας βρουν τρόπο να ξεπεράσουν την αμηχανία τους -και σίγουρα να σταματήσουν να κοκορομαχούν- για τους εγχώριους απογόνους του.