Αν ήταν ο μακαριστός Χριστόδουλος στον αρχιεπισκοπικό θρόνο όταν η κυβέρνηση νομοθετούσε για το σύμφωνο συμβίωσης, κάθε μέρα στο Σύνταγμα θα ήταν σαν τη Μεγάλη Παρασκευή: ιερείς, ακολουθούμενοι από χιλιάδες ανθρώπους με κεριά στο χέρι.
Αλλά, εδώ που τα λέμε, έτσι και ήταν κοντά μας ο μακαριστός, δεν θα έμενε μόνο έξω από τη Βουλή, θα είχε γραφείο και έδρανο και στο εσωτερικό του κτιρίου. Θα έφτιαχνε δικό του κόμμα; Θα αγκάλιαζε κάποιο άλλο; Δεν έχει σημασία. Στους καιρούς μας ο Χριστόδουλος θα ήταν πολιτικός παράγοντας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δεν θρέφει αντίστοιχες φιλοδοξίες. Δεν πάει να σώσει τη χώρα, θέλει όμως την Εκκλησία ανέπαφη από τα κύματα της κρίσης και τις προθέσεις πολιτικών που είναι επιρρεπείς στις εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις. Το σύμφωνο συμβίωσης είναι ένα καλό παράδειγμα. Ναι, η Εκκλησία εξέφρασε τη δυσφορία της, αλλά δεν άρχισε να χτυπάει και πένθιμα της καμπάνες. Διότι ο Αρχιεπίσκοπος γνώριζε καλά ότι, στις μέρες μας, το σύμφωνο συμβίωσης ήταν μία ήττα που δεν μπορούσε να αποφύγει. Στα σημαντικά όμως, δηλαδή στη σχέση Πολιτείας-Εκκλησίας και στη διδασκαλία των θρησκευτικών, η αρχιεπισκοπική ράβδος μετατράπηκε σε ξίφος που κατευθύνθηκε με εξαιρετική ακρίβεια στο λαιμό του Νίκου Φίλη.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης. Πιθανότατα η Εκκλησία να περίμενε τότε διαφορετική στάση από τον πρόεδρο της ΝΔ. Δεν του το χρέωσε. Διότι στα σημαντικά θέματα, ο Μητσοτάκης πήγε, αναγκαστικά, από εκεί που πήγε ο Τσίπρας. Κάπως έτσι, έφτασε να δηλώσει ότι στη συνταγματική αναθεώρηση η θέση της ΝΔ προβλέπει να μη διαταραχθεί η σχέση του κράτους με την Εκκλησία, αφήνοντας ένα αφηρημένο υπονοούμενο για καλύτερη συνεργασία στην αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Κοινώς και ο Μητσοτάκης είδε το ταμπελάκι που διέκρινε και ο Τσίπρας: «μην εγγίζετε». Και έτσι όπως τα έχει φέρει ο Ιερώνυμος, δεν αποκλείεται να τους δούμε και τους δύο σε ρόλο εξαπτέρυγου στη Μητρόπολη. Ο Μητσοτάκης δεν είναι τρελός για να αφήσει τον Τσίπρα να κάνει παιχνίδι σε ένα πεδίο προνομιακό για τη συντηρητική παράταξη. Αν μη τι άλλο, κανένας δεν περίμενε από τον Μητσοτάκη να θέσει θέμα στις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας. Κάτι τέτοιο το περίμεναν όλοι από τον Τσίπρα. Αλλά και ο Τσίπρας δεν είναι αφελής για να χάσει την ευκαιρία να πάρει κάτι από έναν χώρο που ήταν άγονος για την Αριστερά. Μεταξύ μας, ο Μητσοτάκης πήγε πιο πέρα από το αναμενόμενο. Μίλησε για «διακριτούς ρόλους» Πολιτείας-Εκκλησίας, πρόσθεσε επίσης ότι σε ζητήματα που ανακύπτουν λόγω τεχνολογικών εξελίξεων ή ζητήματα εκπαίδευσης οι σχέσεις θα επανεξετάζονται. Αυτά δεν τα έχει ξαναπεί πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος, λοιπόν, κερδίζει σε όποιο τραπέζι και αν καθίσει ή, τέλος πάντων, κάνει μικρές ήττες. Στέκεται απέναντι τους ως ισότιμος συνομιλητής, έχοντας κατά νου το πρόσκαιρο της παρουσίας τους. Η Εκκλησία θα είναι πάντα εκεί. Για τους άλλους, μόνο ο Θεός μπορεί να ξέρει…