«Μεγάλης κλίμακας παρεμβάσεις για την Αθήνα, που θα αλλάξουν την όψη της πρωτεύουσας, μελετά η κυβέρνηση σε συνεργασία με τον δήμαρχο Αθηναίων, Γιώργο Καμίνη. Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, για τις οποίες έχει εξασφαλιστεί λέει και η χρηματοδότηση, θα καταστήσουν την Αθήνα μία βιώσιμη πόλη, αλλάζοντας την ποιότητα ζωής, ενώ θα ενισχύσουν την απασχόληση, δίνοντας, παράλληλα, ισχυρή ώθηση και στον τουρισμό της», διαβάζω σε non paper του Μαξίμου σήμερα.
Ωραία σχέδια. Μακάρι να υλοποιηθούν κι ας έχω απορία πού θα βρούμε τα λεφτά. Η απορία μου δε, είναι άμεσα συναρτημένη με τη σκέψη ότι για να αλλάξει η ποιότητα ζωής της πόλης, όπως λέει ο Τσίπρας, και να ενισχυθεί η απασχόληση, θα πρέπει προηγουμένως να διασφαλίσει (πρώτον, διότι είναι Πρωθυπουργός, και δεύτερον διότι αυτό που θα πω αφορά κυρίως τον δικό του «χώρο») την «ηρεμία της πόλης», βασικώς του κέντρου της. Και ας ακολουθήσει μετά η ανάπλαση. Η αλλαγή της όψης της.
Oσο θα είναι στο χέρι κάθε συνδικαλιστικής ένωσης, μικρής ή μεγάλης, να κλείνει τους δρόμους, κάθε αναρχοαυτόνομης και χαβαλετζίδικης ομάδας να προκαλεί επεισόδια και ζημιές (τις προάλλες, κάτι επαναστάτες μαζεύτηκαν έξω από τη Κουμουνδούρου, στον ΣΥΡΙΖΑ, και ζητούσαν να επιτραπεί να βγαίνουν από τη φυλακή για άδεια ο Κουφοντίνας και άλλοι), τα ωραία λόγια του κ. Πρωθυπουργού θα μείνουν σε ένα ωραίο ράφι να μας υπενθυμίζουν τον κλασικό ορισμό της φράσης «κενού περιεχομένου».
Ας μαζέψει λοιπόν πρώτα τους πρώην και νυν αγανακτισμένους του –και αυτό μόνο με νομοθετική ρύθμιση και αυστηρή εφαρμογή της μπορεί να επιτευχθεί– και έπειτα ας απλωθεί επάνω σε χάρτες και σχέδια για να δώσει ποιότητα στη ζωή μας.
It’s a matter of priorities, όπως λένε κι οι φίλοι μου οι Εγγλέζοι.