Πέρασε ένας χρόνος. Το βράδυ που ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τις εσωκομματικές εκλογές, πήγα για ρεπορτάζ στο πολιτικό του γραφείο, στη Χαλκοκονδύλη. Ακόμα και αν δεν γνώριζες το κτίριο, στο έδειχνε το πλήθος που βούιζε γύρω από τα βαν των καναλιών και τα αυτοκίνητα της Αστυνομίας.
Ανέβηκα με τα πόδια στον πέμπτο και, βάζοντας τους αγκώνες μπροστά, άρχισα να ανοίγω δρόμο μέσα στο πλήθος. Θα έκανα πάνω από είκοσι λεπτά για να φτάσω μέχρι την πόρτα του Μητσοτάκη επί της οποίας είχαν «χτιστεί» επιπροσθέτως δύο τεράστιοι τύποι. Πέρασα ανάμεσα από ενθουσιώδεις Κρητικούς της τρίτης ηλικίας, ένα-δύο παράγοντες του φιλελεύθερου χώρου, ψηφοφόρους της Β’ Αθηνών, κυρίες με τα καλά τους, συνταξιούχους σε έκσταση, παραληρούντες ΟΝΝΕΔίτες, αποτυχημένους ή φιλόδοξους πολιτευτές. Μπροστά στη μύτη μου ήταν η κλειστή πόρτα του Μητσοτάκη και πίσω μου μία χώρα. Η Ελλάδα ολόκληρη. Προσπάθησα να υπολογίσω πόσο χρόνο θα χρειαζόταν ο Κυριάκος για να συνομιλήσει με όλους αυτούς. Ελάχιστο. Με τους περισσότερους δεν είχε να πει απολύτως τίποτα.
Το έχουν βέβαια αυτό τα κόμματα εξουσίας. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στην κεφαλή τους πρέπει να συνθέσουν έναν κώδικα επικοινωνίας, συμβατό με τη γλώσσα που μιλάει το μεγαλύτερο κομμάτι του εκλογικού σώματος. Και όχι μόνο. Δεν πρέπει να λένε στο ακροατήριο μόνο αυτά που καταλαβαίνει, αλλά, κυρίως, εκείνα που θέλει να ακούσει. Ο Μητσοτάκης δεν τα έχει καταφέρει σε αυτό. Για να είμαι δίκαιος, δεν νομίζω καν να προσπάθησε να το κάνει. Ομως δεν ξέρω και αν μπορεί. Οταν το επιχειρεί βγαίνει άγαρμπο, αμήχανο. Αλλωστε ένας από τους λόγους για τους οποίους εξελέγη είναι η αποστροφή του προς τον λαϊκισμό. Για αυτό και η εκλογή του υπηρετεί μία αντίφαση: από τη μία η παράταξη του τον εξέλεξε για να την οδηγήσει στην εξουσία και από την άλλη, το ρεύμα που τον ενίσχυσε είναι εκείνο που αποστρέφεται την παραδοσιακή συνταγή της επιτυχίας, τον λαϊκισμό.
Ο Μητσοτάκης δεν προσπαθεί να γοητεύσει τους ψηφοφόρους. Προσπαθεί να τους πείσει. Αυτό στην πατρίδα μας δεν αρκεί. Δεν φτιάχνει ρεύμα σε ένα εκλογικό σώμα εθισμένο στον λαϊκισμό. Ακόμα και αν κερδίσεις εκλογές, εισπράττοντας τη φθορά του αντιπάλου, δεν έχεις στην κοινωνία τα ερείσματα που χρειάζεσαι για να την πάρεις με το μέρος σου. Δημοκρατία δεν είναι να υποτάσσεται ο πολιτικός στη βούληση του λαού, αλλά ο λαός να πείθεται, ακολουθώντας το δρόμο του ανδρός. Αυτά στην Ελλάδα, λυπάμαι Κυριάκο, γίνονται πιο εύκολα αν πίνεις ρακές στα χωριά και περνάς σταυρουδάκια σε λαιμούς βουτηχτάδων.
Το πρόβλημα του Μητσοτάκη γίνεται μεγαλύτερο όταν ο ίδιος δεν έχει χρωματιστές χάντρες για να ανταλλάξει με τους ψηφοφόρους του. Ακόμα και ο Σημίτης, που ήταν, σχεδόν, αντίστοιχης πολιτικής αισθητικής, είχε το Χρηματιστήριο, την ΟΝΕ, τους Ολυμπιακούς Αγώνες, την «Ελλάδα της ευημερίας». Το έλεγε όλο αυτό «εκσυγχρονισμό». Ο Καραμανλής πήγε ταμείο με την «επανίδρυση του κράτους», ο ΓΑΠ με τα λεφτά που υπήρχαν, ο Σαμαράς με τα Ζάππεια και ο Τσίπρας με τα σκισμένα μνημόνια. Ο Μητσοτάκης με τι ακριβώς πορεύεται; Ποιο είναι το σύνθημα; Οι… μεταρρυθμίσεις που θα ξεπαγώσουν την οικονομία; Καλό, αληθινό, αξιοπρεπές. Αλλά ο άλλος το ξεπερνάει με μερικές χιλιάδες προσλήψεις. Στην πραγματικότητα η Νέα Δημοκρατία δεν έχει περιγράψει ένα ρεαλιστικό και αξιόπιστο σχέδιο εξόδου από την κρίση και τα μνημόνια. Προφανώς επειδή δεν μπορεί. Πρόκειται για πολιτική που σχεδιάζεται στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον, όχι στην Αθήνα. Ομως είναι εμφανής η αδυναμία της ΝΔ να παρουσιάσει στον απλό κόσμο, στο μέσο ψηφοφόρο, ένα λειτουργικό, ελκυστικό σχέδιο διακυβέρνησης. Τρέχει πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ με ένα τεφτέρι και σημειώνει τα κακώς κείμενα. Και δεν θέτει την ατζέντα. Η κίνηση των πολιτικών εξελίξεων παραμένει προνόμιο της κυβέρνησης.
Ο Μητσοτάκης δέχεται κριτική επειδή δεν συγκρούστηκε με το κομματικό κατεστημένο, όμως από την άλλη βλέπεις ότι κάποια από τα γνωστά cartoons έχουν εξαφανιστεί από τα πάνελ. Την ίδια στιγμή, η άρνηση του να αποδεχθεί ευθύνες της διακυβέρνησης Καραμανλή για τον εκτροχιασμό της οικονομίας, είναι από κωμική ως εξοργιστική και δικαιώνει όσους τον επικρίνουν ως άτολμο απέναντι στο κομματικό κατεστημένο.
Βέβαια μπορεί να γυρίσει και να σου πει ότι κάποια πράγματα θέλουν τον χρόνο τους. Ειδικά οι μεγάλες αλλαγές χρειάζονται βαθιά και επίμονη σπορά για να καρπίσουν. Ηρθε η σειρά του να παίξει και δεν ολοκλήρωσε ακόμα την κίνηση του. Κάποιες από τις επιλογές του έχουν και το ρίσκο τους. Ας πούμε το Μητρώο Στελεχών δείχνει καλή ιδέα για τη συγκρότηση του στελεχιακού κομματικού κορμού, αλλά στις εκλογές ο επαρχιακός κομματάρχης μπορεί να πάρει την εκδίκησή του.
Εχω την αίσθηση ότι δεν είναι ειλικρινής όταν ζητάει εκλογές. Φανταστείτε να τον πάει ο Τσίπρας τώρα στις κάλπες, με σταυρό προτίμησης και την εν ενεργεία κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ στην πρώτη σειρά… Ο Μητσοτάκης θέλει χρόνο. Πρώτον για να περάσει τις αλλαγές στο κόμμα του και δεύτερον για να εξοικειωθεί η κοινωνία, να πειστεί από το ύφος του. Το τέλος του λαϊκισμού τον ευνοεί συγκυριακά, ωστόσο τον υποχρεώνει να γίνει εκείνος που θα παρουσιάσει κάτι γοητευτικό και συνάμα ρεαλιστικό. Ομως ακόμα και αν έχει τα λόγια για να το περιγράψει, δεν είναι βέβαιο ότι υπάρχουν εκεί κάτω τα αφτιά για να το ακούσουν.