Είστε Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Όχι του καφενείου, κανονικός, με το γραφείο στο Μαξίμου, το Audi στο γκαράζ, τον Κοτζιά στο ΥΠΕΞ και τον Καμμένο στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Εχετε υπογράψει το χειρότερο μνημόνιο, τον σκληρότερο προϋπολογισμό και το μεγαλύτερο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Και όχι μόνο αυτό. Τρέχετε να κλείσετε αξιολόγηση μην τυχόν και μείνετε χωρίς ρευστό στην τσέπη, ενώ ταυτόχρονα κυνηγάτε τις τελευταίες σας ελπίδες για απομείωση του χρέους. H δημοτικότητά σας αγγίζει τα ποσοστά λιπαρών σε light γιαούρτι.
Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι τοποθετημένη στη Δεξιά, με την αντίστοιχη πατριωτική ατζέντα. Το τρίτο σε απήχηση κόμμα της χώρας είναι η Χρυσή Αυγή. Εσείς έχετε κυβερνητικό εταίρο τους Ανεξάρτητους Ελληνες και στο υπουργείο Εξωτερικών μία τάση που αυτοπροσδιορίζεται ως «πατριωτική Αριστερά» και απειλεί να μετατρέψει το υπουργείο σε Κούγκι. Τώρα βάλτε το χέρι στην καρδιά και απαντήστε με όση ειλικρίνεια επιτρέπει το αξίωμα σας: θα μπαίνατε, μέρες που είναι, στο αεροπλάνο για να υπογράψετε λύση του Κυπριακού; Μόνο αν δεν σκοπεύατε να επιστρέψετε στη χώρα.
Μεταξύ μας, ο Πρωθυπουργός που θα πάρει επάνω του λύση του Κυπριακού κινδυνεύει να λουστεί με μία ιστορική μομφή. Διότι εδώ μιλάμε για μία πρωτόγνωρη κατάσταση. Από τη μία το Κυπριακό είναι το κεντρικό από εκείνα που ονομάζουμε «εθνικά θέματα». Από την άλλη, όμως, έχει αποφορτιστεί πλήρως. Για την Κύπρο δεν τρέχαμε στου Νταλάρα, δεν ρίχναμε χρυσοπράσινα φύλλα σε ποτάμια από δάκρυα; Τι απέγιναν τα πατριωτικά προσκυνήματα στο νησί και οι περίπατοι της οργής στην Πράσινη Γραμμή; Πού πήγαν η συγκίνηση, η αγωνία και η λαχτάρα; Εκεί που πήγαν τα χρόνια που έφυγαν, μαζί με τις γενιές που έζησαν την τραγωδία. Για να θυμάσαι τα γεγονότα πρέπει να έχεις καβαλήσει για τα καλά τα πενήντα. Οι δύο τελευταίες γενιές Κυπρίων και Ελλαδιτών γεννήθηκαν και μεγάλωσαν με την Κύπρο διχοτομημένη και το εθνικό θέμα μέσα σε δαιδαλώδεις διατυπώσεις και μακρές, ατελείωτες συζητήσεις. Ακόμα και αν δεν αποδέχεσαι μία κατάσταση, τίποτα δεν σε εμποδίζει να τη συνηθίσεις.
Προσέξτε, όμως, τι συμβαίνει: ενώ είναι ένα θέμα με το οποίο ασχολούνται ελάχιστοι, από τη μία μέρα στην άλλη μπορεί να εξελιχθεί σε σεισμό που, ακόμα και αν δεν γκρεμίσει, θα επιδεινώσει σημαντικά τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης. Πώς εξηγείται αυτό; Μα, είναι ο τρόπος με το οποίο το αντιλαμβανόμαστε στην Ελλάδα. Στο μυαλό του μέσου Ελλαδίτη η λύση του Κυπριακού σχεδόν συνεπάγεται αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, επιστροφή προσφύγων και μία ενιαία χώρα υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Δείτε το και αλλιώς: είναι τόσο μεγάλη η άγνοια στην ελληνική κοινή γνώμη, ώστε οποιαδήποτε λύση μπορεί εύκολα να παρουσιαστεί και ως εθνική ήττα. Πώς νομίζετε ότι θα υποδεχθεί ο ελλαδίτης τηλεθεατής τον τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο; Πώς θα του φανεί που υπουργός δεν θα είναι πια μόνο κάποιος «Γιαννάκης», αλλά και κάποιος «Αχμέτ»; Εκτός βέβαια και αν βγουν στους δρόμους της Λευκωσίας για να πανηγυρίζουν. Όμως κάτι τέτοιο αποκλείεται να συμβεί. Αυτή η διαπραγμάτευση γίνεται για να εξασφαλίσει τον λιγότερο επώδυνο συμβιβασμό.
Την κυβέρνηση, λοιπόν, τη συμφέρει να στείλει το θέμα όσο γίνεται πιο μακριά, μέχρι το σημείο που δεν θα μπορεί να κάνει αλλιώς. Αυτό ήταν. Ο Αναστασιάδης ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό για τη συμπαράσταση του και η Αθήνα, καθαρή και ξέγνοιαστη από ευθύνες μπορεί πάλι να σηκώσει το χαλάκι για να σπρώξει από κάτω το θέμα. Ακόμα και αν ο Κοτζιάς απείλησε με παραίτηση, ίσως ήταν λύτρωση για τον Πρωθυπουργό. Το παγώνουμε και βλέπουμε. Και δεν θα μιλήσει κανείς, δεν θα τραγουδήσει ούτε ο Νταλάρας.