«Σας θυμάμαι. Ροκάδες, άγριους. Να φοράτε καμπάνες στις ντίσκο και να ακούτε Μπάρι Γουάιτ». Το είχε πει ο Τζίμης Πανούσης το 2005 σε παράσταση που είχε δώσει στο Club 22 στην Πειραιώς. Μια φράση τόσο κοντά στην πραγματικότητα που πήγε άγραφτη. Η ιστορία του ροκ στην Ελλάδα μοιάζει με την ιστορία της αντίστασης στη δικτατορία. Oλοι ακούγανε Μπομπ Ντίλαν και Mothers of Invention, όταν η πίστα του «On the Rocks» στέναζε με το που ακουγόταν Μπάρι Γουάιτ.
Αφορμή το Νομπέλ Λογοτεχνίας του Μπομπ Ντίλαν. Το οποίο ξεσήκωσε θύελλα ενθουσιασμού στις τάξεις των παλαιοροκάδων που στήριξαν το παλικάρι από το Νταλούθ της Μινεσότα, από τον πρώτο του δίσκο μέχρι σήμερα. Close but not cigar, που λέμε και εμείς από τη Μινεσότα.
H μαύρη αλήθεια είναι ότι ο κόσμος λάτρευε τα τραγούδια του Ντίλαν. Φτάνει να τα λέγανε άλλοι. To «Blowing in the Wind» είναι επιτυχία του Ντίλαν όσο και των Peter, Paul and Mary. To «Mr Tambourine Man» όμως είναι πιο γνωστό από τους Byrds παρά από τον Ντίλαν, ενώ το «All Along the Watch Tower» είναι περισσότερο επιτυχία του Τζίμι Χέντριξ· στα Αγγλικά αφού στα ελληνικά όλοι το ξέρουν σαν «Ο Παλιάτσος και ο Ληστής», στην εκτέλεση όχι των Κατσιμιχαίων αλλά του Σαββόπουλου.
Ο Ντίλαν που αγάπησε η Ελλάδα δεν είναι των 60’ς του Πιτ Σίγκερ, του Αλεν Γκίνσμπεργκ και των υπολοίπων της Paul Butterfield Blues Band. Ούτε των 80’ς όταν το live album του από το tour με τους Grateful Dead προκάλεσε την κριτική του AllMusic: «πιθανόν το χειρότερο άλμπουμ του Ντίλαν ή των Dead».
Ο Ντίλαν των Eλλήνων, είναι ο Ντίλαν των διασκευών και του εμπνευσμένου schmaltz. Tου «Knocking on Heaven’s Door» και του «One More Cup of Coffee» από το φιλμ «Pat Garret and Billy the Kid». Και του «Hurricane», στον μετά την δικτατορία αντιαμερικανισμό του ’70. Προσθέστε το «Like a Rolling Stone» για τους ψαγμένους. Το «Just Like a woman» για τους πολύ ψαγμένους. Βάλτε και το «Man Gave Name to All the Animals», από την εποχή που από Εβραίος έγινε χριστιανός και έχετε μια σφαιρική ντόπια εικόνα.
Βρείτε όμως έναν Ελληνα που να ξέρει έστω και ένα τραγούδι εκτός από το «Lay Lady Lay» από το άλμπουμ «Nashville Skyline» και ξέρετε τον άνθρωπο που στον σεισμό του ’81 έπεσε ο τείχος επάνω στους δίσκους του και του έμεινε μόνο ένας.
Ο Ντίλαν για την Αμερική είναι ό,τι ο Διονύσης Σαββόπουλος για την Ελλάδα. Εξαιρετικός στιχογράφος, με αίσθηση της καθημερινής γλώσσας. Και οι δύο μετρ στα «μουσικά δάνεια», με τον Σαββόπουλο να παίρνει στοιχεία κυρίως από τα ρεμπέτικα και την βαλκανική δημοτική μουσική και τον Ντίλαν από την φολκ του ’30 και την κάουντρι. Αμφότεροι στη διαδρομή δημιούργησαν μια persona που να τους ταιριάζει. Ο Σαββόπουλος από τραγουδιστής διαμαρτυρίας, υπέρμαχος της παράδοσης και παραμυθάς ενηλίκων. Ο Ντίλαν από δεύτερης γενιάς καταραμένος μπίτνικ ποιητής του ’60, καουμπόι του ’70 και αναγεννημένος χριστιανός του ’80. Και αμφότεροι σαν εκτελεστές είναι acquired taste. Οπως το ουίσκι. Την πρώτη φορά που τους ακούς λες ότι δεν θα τους ξαναβάλεις στο αυτί σου μέχρι να τους συνηθίσεις και να τους αγαπήσεις. Οχι ολόκληρους, γιατί αυτό δεν γίνεται. Αλλά πουά. Τόπους, τόπους.