Για τα δελτία ειδήσεων το τηλεοπτικό γεγονός των ημερών είναι οι άδειες λειτουργίας των καναλιών. Για το τηλεοπτικό κοινό, όμως, είναι η προβολή της δεύτερης σεζόν του Narcos στο Netflix. Και τα δέκα επεισόδια είναι εκεί, έτοιμα προς κατανάλωση, μαζί με πίτσες και ποπ κορν μέσα στο Σαββατοκύριακο. Και, μεταξύ μας, όσοι δεν έχουν συνδρομή στο Netflix, έχουν τον τρόπο τους για να το δουν. Αν μη τι άλλο, όλοι αμερικανικές σειρές βλέπουν τα τελευταία χρόνια.
Κάποια στιγμή μέσα στο μήνα θα αρχίσει το πρωτάθλημα. Η Αγγλία ήδη ξεκίνησε. Και όταν δροσίσει λίγο παραπάνω, θα κουνήσουμε σεντόνια σε Champions και Europa League. Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι διαθέσιμο στην ελεύθερη τηλεόραση, σε εκείνη, δηλαδή, που κοστίζει στους επιχειρηματίες 246 εκατ. ευρώ για δέκα χρόνια. Η αντίφαση είναι πολύ μεγάλη για να την αγνοήσεις: παλικάρια σφάχτηκαν, μάτωσαν τα πορτοφόλια τους για μία αγορά που φθίνει και ένα περιεχόμενο που το παρακολουθούν όλο και λιγότεροι άνθρωποι. Εδώ και χρόνια η ελληνική τηλεόραση δεν παράγει περιεχόμενο ελκυστικό προς το λεγόμενο δυναμικό κοινό. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να δημιουργήσει αυτό το περιεχόμενο. Από τότε που τα διεθνή δίκτυα και οι παράλληλες πλατφόρμες μετάδοσης έδωσαν άλλη διάσταση στην τηλεοπτική αγορά, κανάλια όπως τα ελληνικά περιήλθαν σε δυσμενή θέση. Την ώρα που το συνδρομητικό έπαιζε House of Cards και Barcelona, το ελληνικό είχε κακοπληρωμένο σίριαλ. Η ύφεση και η καθίζηση στη διαφημιστική αγορά δεν έδωσαν καν στα δίκτυα την ευκαιρία να δημιουργήσουν ανταγωνιστικό εναλλακτικό πρόγραμμα μήπως και συγκρατήσουν τη διαρροή τηλεθεατών. Και η διαρροή είναι μετρήσιμη. Όταν ξεκίνησε η κρίση, η άνοδος της ανεργίας οδήγησε σε αύξηση της τηλεθέασης, με τους Ελληνες να διαθέτουν ένα τετράωρο στον καναπέ. Και σταδιακά, η παρακολούθηση μη «μη συμβατικού» τηλεοπτικού προγράμματος άρχισε να κερδίζει όλο και περισσότερο χρόνο. Όχι μόνο εδώ, αλλά παγκοσμίως. Σύμφωνα με την έκθεση Ericsson ConsumerLab TV & Media Report, η παρακολούθηση βίντεο μέσω streaming είναι πλέον σχεδόν στα ίδια επίπεδα με την παρακολούθηση παραδοσιακής τηλεόρασης, τείνει δε να την ξεπεράσει. Συνεπώς προς τι ο χαμός; Για μια Ελένη. Τη Μενεγάκη.
Τα τελευταία χρόνια η ελληνική τηλεόραση προσπαθεί να επιβιώσει βράζοντας στο ζουμί της. Και μετά το πίνει. Η έλλειψη πόρων έχει οδηγήσει τα κανάλια στη δημιουργία ενός νέου είδους τηλεόρασης που ασχολείται με την τηλεόραση. Είναι πλέον πολλές οι ώρες του προγράμματος που αφιερώνονται στην αναμετάδοση πλάνων από άλλα κανάλια και, φυσικά, από το Youtube. Πρόκειται για δωρεάν πρόγραμμα, ευχάριστο στην παρακολούθηση και δεκτικό στο σχολιασμό με διάθεση φθηνού κουτσομπολιού. Γιατί ναι, ο σχολιασμός είναι το άλλο πεδίο στο οποίο διαπρέπει η ελληνική τηλεόραση. Τα talk shows, οι εκπομπές συνεντεύξεων και σχολιασμού, κοστίζουν λίγα και διεκδικούν το μερίδιο τους στην τηλεθέαση, έστω και αν ανακυκλώνουν τα ίδια πρόσωπα. Πόση Μενεγάκη να δείξεις πια; Αντίστοιχα φθηνή είναι και η ενημέρωση. Το μοντέλο του ΣΚΑΙ είναι το πλέον χαρακτηριστικό: ένα στούντιο, το ίδιο σκηνικό και το ίδιο concept εκπομπών, σχεδόν για όλη τη μέρα. Διαφορετικοί άνθρωποι συζητούν τα ίδια πράγματα. Όπως συμβαίνει και στις πρωινές ή στις μεσημεριανές εκπομπές. Και από την άλλη, το κανάλι που έχει επενδύσει περισσότερο από όλους στην ανάπτυξη ελληνικού περιεχομένου, ο Alpha, μένει εκτός αδειοδότησης επειδή δεν έπαιξε καλά το παιχνίδι των προσφορών. Δεν είναι εξωφρενικό;
Όλα δείχνουν ότι η εικόνα που σχηματίζεται στις οθόνες μας δεν πρόκειται να αλλάξει δραματικά. Το εγχώριο τηλεοπτικό περιεχόμενο θα εκφράζεται πρωτίστως με «Τατιάνες», μάγειρες, αναμάσημα της επικαιρότητας και κανένα low budget σίριαλ με έξυπνες ατάκες. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Και δεν ξέρουμε τι θα τελειώσει πρώτο. Οι τηλεθεατές ή τα λεφτά;