Προσπαθώ να καταλάβω τι μας τρόμαξε περισσότερο τότε, εκείνον του Ιούλιο του 2012 με εκείνο το γελοίο tweet της Βούλας Παπαχρήστου – «Με τόσους Αφρικανούς στην Ελλάδα… Τουλάχιστον τα κουνούπια του δυτικού Νείλου… θα τρώνε σπιτικό φαγητό!!!». Οχι, δεν ήταν ο κραυγαλέος ρατσισμός που εξέπεμπε αυτό που σόκαρε. Ρατσισμός υπήρχε πάντα στην Ελλάδα, απλά οι περισσότεροι κάναμε πως δεν τον βλέπαμε και δεν τον ακούγαμε. Για να μην πω ότι το 2004, όταν η Χρυσή Αυγή δεν φαινόταν καν ως κακοήθης όγκος, πάρα πολλοί χειροκροτούσαν τη Φανή Χαλκιά που έλεγε ότι «οι Ελληνες είμαστε γεννημένοι για να είμαστε πρώτοι» – πιο ρατσιστικό πεθαίνεις.
Αυτό που μας σόκαρε τότε με την Παπαχρήστου, ήταν ο βαθμός διείσδυσης της χρυσαυγίτικης ρητορικής στον δημόσιο λόγο, ότι ο κακοήθης όγκος είχε κάνει πολλές μεταστάσεις. Για αυτό το tweet η Παπαχρήστου αποκλείστηκε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου και έκανε την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή να ανακοινώσει πως οι δηλώσεις της «αντίκεινται στις αξίες και τα ιδεώδη του Ολυμπισμού».
Η κατακραυγή που δέχτηκε τότε η Παπαχρήστου μοιάζει δυσανάλογη τώρα. Αλλά δεν πρέπει να τη βλέπει κανείς έξω από το χρονικό της πλαίσιο. Τον Ιούλιο του 2012 είχαν περάσει μόλις δύο μήνες από την είσοδο της φασιστικής οργάνωσης στο κοινοβούλιο, δύο μήνες με «εγέρθητου» και μπουνίδια του Κασιδιάρη στην Κανέλλη. Ολα αυτά έδιναν την εικόνα ενός περιθωριακού μορφώματος τραμπούκων που είχε απήχηση μόνο σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες – σε κόσμο που τόσα χρόνια λαθροβιούσε στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας και που οργίστηκε όταν (λόγω κρίσης, όχι πολιτικής βούλησης) κόπηκαν τα ρουσφέτια και οι διορισμοί. Με την Παπαχρήστου όμως, καταλάβαμε ότι η χρυσαυγίτικη προπαγάνδα είχε αναβαθμιστεί σε μόδα και πολιτικό lifestyle, την ασπάζονταν όμορφες νεαρές κοπέλες, τη βλέπαμε ξαφνικά στο timeline μας, τη διαφήμιζαν κυριακάτικες φυλλάδες παρουσιάζοντάς μας την πρωταθλήτρια ως φιλενάδα του Κασιδιάρη.
Ορθά τιμωρήθηκε η Παπαχρήστου το 2012, ήταν τα αντανακλαστικά μιας κοινωνίας που δεν μπορούσε ακόμα να πιστέψει τι ήταν αυτό που της συνέβη. Σαν τους καρκινοπαθείς που δεν το ξέρουν, νιώθαμε ότι ζούσαμε κανονικά αλλά ο καρκίνος είχε μεγαλώσει αθόρυβα μέσα μας. Φαινομενικά όλα ήταν ωραία, μέσα όμως ήταν σάπια. Και όπως στα στάδια του πένθους, αφού ξεπεράσαμε την άρνηση, βρεθήκαμε στον θυμό. Και αναζητήσαμε έναν ένοχο.
Τώρα όμως δεν χρειάζεται τέτοια οργή για τη χαμένη μας αθωότητα. Τώρα ξέρεις, έχεις μάθει να ζεις με το πρόβλημα, έχουν περάσει τέσσερα χρόνια, είναι άλλη η φύση του και άλλες οι προτεινόμενες θεραπείες.
Η Παπαχρήστου μπορεί να είναι χρυσαυγίτισσα μπορεί και όχι – φιλενάδα του Κασιδιάρη πάντως, δεν είναι, αν υπήρξε ποτέ.
Η Παπαχρήστου είναι μια πρωταθλήτρια που μπορεί να πάρει μετάλλιο και μπορεί να μην πάρει. Δεν ανάγεται σε πολιτική δήλωση το να χαρείς με μια επιτυχία της ή να τη συγχαρείς για αυτήν. Μία επιτυχία με το εθνόσημο αναγνωρίζεις, όχι αυτά που μπορεί να είναι στο μυαλό ή στα λόγια της αθλήτριας.
Από την ώρα που προκρίθηκε στον τελικό του τριπλούν στο Ρίο, γράφονται διάφορα για την αμηχανία, λέει, που θα υπάρξει στα μηνύματα της πολιτικής ηγεσίας. Αλλοι γράφουν ότι δεν πρέπει να υπάρξουν συγχαρητήρια και άλλοι πάλι, να «μην τολμήσουν» οι πολιτικοί να τη συγχαρούν, γιατί προ τετραετίας την έβριζαν. Τρικυμία σε φλιτζάνι. Αν δεν αισθανόμασταν, ως χώρα, άνετα με μία ενδεχόμενη επιτυχία της Παπαχρήστου, τότε δεν έπρεπε να τη στείλουμε εκεί. Γιατί εκεί, εκτός από τον εαυτό της, εκπροσωπεί και εμάς.