Με βάση το εθνικό μας αφήγημα, η Βραζιλία πρέπει να είναι η πιο ευτυχισμένη χώρα του κόσμου: διοργανώνει Ολυμπιακούς Αγώνες, τής δώσαμε και τη φλόγα μας. Παράξενοι άνθρωποι οι Βραζιλιάνοι όμως, είναι στα πρόθυρα (πολιτικού) εμφυλίου λόγω σκανδάλων, ενώ η οικονομία τους κατακρημνίζεται. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα από αρχαίο πνεύμα αθάνατο και ολυμπιακό μεγαλείο.
Αν κάτι μας προσφέρει η Βραζιλία είναι μια αλήθεια την οποία ειδικά στην Ελλάδα επιμένουμε να μη βλέπουμε. Οτι οι αθλητικές διοργανώσεις, και ιδίως οι γιγαντωμένοι Ολυμπιακοί Αγώνες (μας), είναι μια υπόθεση απίστευτα δαπανηρή και με εξαιρετικά αμφίβολα οικονομικά οφέλη – ούτε καν αυτήν την πολυδιαφημισμένη διεθνή προβολή μιας χώρας δεν μπορούν να εγγυηθούν.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: Η Βραζιλία που σε 100 μέρες φιλοξενεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο έχει επίσημη ανεργία 8,2%. Το ΑΕΠ της το 2016 – έτος Ολυμπιακών Αγώνων – θα υποχωρήσει κατά 3,2%. Το 2015, έτος προετοιμασίας της διοργάνωσης, η οικονομία της συρρικνώθηκε επίσης, κατά 3,1%. Η Βραζιλία των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων της Λατινικής Αμερικής θα δει στο τέλος της χρονιάς την οικονομία της να είναι κατά 1/10 μικρότερη από ό,τι ήταν το καλοκαίρι του 2014, όταν τελείωνε το Παγκόσμιο Κύπελλο – άλλη πονεμένη ιστορία και αυτή.
Η Βραζιλία υπέκυψε και αυτή στον πειρασμό του μεγαλοϊδεατισμού. Προτίμησε από το να χτίσει σχολεία, να χτίσει στάδια. Από το να δημιουργήσει περισσότερο κοινωνικό κράτος, να σπαταλήσει πόρους και προσπάθεια σε ολιγοήμερες φιέστες. Επισήμως το κόστος του Μουντιάλ του 2014 άγγιξε τα 14 δις. δολάρια – χτίστηκαν στάδια ακόμα και στη μέση του δάσους του Αμαζονίου, εντελώς άχρηστα για οποιαδήποτε μελλοντική χρήση. Το κόστος του Ρίο 2016 θα ξεπεράσει τα 11 δις. δολάρια.
Ασφαλώς η συρρίκνωση της βραζιλιανικής οικονομίας δεν οφείλεται μόνο στις σπατάλες του Μουντιάλ και των Ολυμπιακών Αγώνων. Η πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, χτύπησε κάθε πετρελαιοπαραγωγό χώρα – από τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία ως τη Βενεζουέλα, και η Βραζιλία δεν αποτέλεσε εξαίρεση.
Αλλά δεν θυμάμαι κάποιος να υποσχέθηκε ότι το βαρέλι θα κάνει 100 δολάρια για πάντα, ώστε να έχουν οι Βραζιλιάνοι να ξοδεύουν για ολυμπιακές φλόγες, αρχαίο πνεύμα αθάνατο και άλλα προϊόντα της ΔΟΕ.
Οι παραλληλισμοί με την Ελλάδα δεν είναι δύσκολοι. Και εδώ πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες πιστεύαμε ότι λεφτά θα υπάρχουν για πάντα. Αρα γιατί να μη χτίσουμε και το Σπίτι της Αρσης Βαρών στη Νίκαια και το παλάτι του Τάε Κβον Ντο και τις Βερσαλίες του Μπιτς Βόλεϊ και κλειστά γυμναστήρια σε κάθε γειτονιά και να πληρώνουμε διάφορους στρατούς προπαγάνδας για να μας γράφουν στα έντυπα για το ωραίο και το αληθινό και για να μας καλούν να γίνουμε εθελοντές – όχι ότι μας χρειάζονταν, αφού το μεγαλείο των Αγώνων του 2004 το είχαμε καταπιεί αμάσητο και με όρεξη.
Στην Ελλάδα επιμένουμε να μη συνδέουμε τη χρεοκοπία της χώρας με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και επειδή πρόκειται για συνειδητή εθνική επιλογή αυτή η μη σύνδεση, δεν έχει και νόημα να επιχειρηματολογήσουμε για το αντίθετο, αν και είναι νόμιμο να υποστηρίξει κανείς ότι τα λεφτά που δαπανήθηκαν και η οικονομική φούσκα που γεννήθηκε πριν και μετά το 2004 χρηματοδοτήθηκαν αφειδώς με δανεικά.
Αυτό όμως που είναι αδιαμφισβήτητο είναι ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν σε γλιτώνουν από μια πιθανή κατάρρευση παρά μόνο όταν ξέρεις γιατί τους αναλαμβάνεις και γιατί τους διοργανώνεις.
Το Σίδνεϊ το 2000 ήταν επιτυχημένο επειδή η Αυστραλία ήξερε τι θα έκανε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες – τους χρειαζόταν για να αναβαθμίσει τον γεωπολιτικό ρόλο της ως «σερίφη» του Ειρηνικού. Η Βαρκελώνη το 1992 έγινε χάρη στους Αγώνες η τουριστική πρωτεύουσα του κόσμου. Το 1988 οι Αγώνες στη Σεούλ χρησίμευσαν για να πει η Νότια Κορέα στον κόσμο ότι είναι μια βιομηχανική (υπερ)δύναμη – αλλά είχε και τις βιομηχανίες για να το υποστηρίξει.
Εμείς γιατί τους κάναμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες; Για να πούμε στον κόσμο ότι μπορούμε; Ε, και; Το ίδιο αναρωτιώνται τώρα και οι Βραζιλιάνοι.