Το 2015 ήταν η χρονιά της μεγάλης αβεβαιότητας, τι θα είναι το 2016; Αν πιστέψουμε τις απαντήσεις που δίνουν οι Ελληνες στις δημοσκοπήσεις και μάλιστα σε συντριπτικά ποσοστά, ένα είναι βέβαιο: η νέα χρονιά θα είναι χειρότερη ή, για την ακρίβεια, ελάχιστοι πιστεύουν ότι θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη.
Δύο είναι τα ερωτήματα, που περιμένουν απάντηση:
1. Θα έχουμε πολιτική σταθερότητα, θα αναζητηθούν νέα κυβερνητικά σχήματα ή μήπως θα στηθούν ξανά κάλπες; Το ερώτημα δεν είναι καθόλου θεωρητικό. Το 2012 έγιναν δύο απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις. Το 2015 έγιναν δύο, με διαφορά οκτώ μηνών, συν το δημοψήφισμα.
2. Ακόμα κι αν δεν έχουμε πολιτικές εξελίξεις, πόσες ελπίδες υπάρχουν να δούμε οικονομική ανάκαμψη ή μήπως τα περί ανάκαμψης είναι όνειρα θερινής νυκτός και προπαγανδιστική καλλιέργεια φρούδων ελπίδων;
Σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του Πρωθυπουργού και υπουργών, η πολιτική σταθερότητα είναι εξασφαλισμένη και η κυβέρνηση «θα πάει μέχρι το τέλος της τετραετίας». Πού βρίσκεται η αλήθεια και πού η, τετριμμένη και προπαγανδιστική, ανάγνωση της πραγματικότητας;
Σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις, όλα θα κριθούν τον Φεβρουάριο, όταν οι βουλευτές της πλειοψηφίας θα κληθούν να ψηφίσουν τα δυσκολότερα μέχρι σήμερα νομοσχέδια, για τις συντάξεις και τη φορολόγηση των αγροτών. Ωστόσο, τόσο οι συνεχείς αναφορές κυβερνητικών στελεχών στο ενδεχόμενο να χρειαστεί διεύρυνση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, όσο και το φλερτ προς το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη, δημιουργούν την εντύπωση ότι στο κυβερνητικό επιτελείο υπάρχουν φόβοι για «ανταρσία» εκ μέρους κάποιων βουλευτών της πλειοψηφίας.
Όμως, μια προσεκτικότερη ανάλυση των δεδομένων οδηγεί σε άλλο συμπέρασμα. Ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του, επισείοντας τον κίνδυνο «κάτι να γίνει» κατά την ψήφιση αυτών των νομοσχεδίων, επιδιώκουν ακριβώς να αποτρέψουν αυτόν τον κίνδυνο, με τη μέθοδο της πρόληψης.
Εκμεταλλευόμενοι την, κατηγορηματική πλέον, απόρριψη από τα κόμματα της αντιπολίτευσης κάθε ιδέας να επαναληφθεί αυτό που έγινε το καλοκαίρι (δηλαδή να ψηφίσουν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης νομοσχέδια που θα καταψηφίσουν συνάδελφοί τους από τη συμπολίτευση), ο κ. Τσίπρας και το επιτελείο του προειδοποιούν από τώρα τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ ότι δεν υπάρχει πια αυτή η πολυτέλεια. Οι κυβερνητικοί βουλευτές, που σκέφτονται να μην υπερψηφίσουν κάποιο νομοσχέδιο, προειδοποιούνται ότι θα αναλάβουν την ευθύνη μιας ενδεχόμενης πτώσης της κυβέρνησης.
Πρώτο συμπέρασμα: Μπορεί οι έως σήμερα υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις Τσίπρα- Καμμένου να αποδείχθηκαν έπεα πτερόεντα, αλλά επί του προκειμένου μάλλον έχουν δίκιο. Η κυβέρνησή τους δεν κινδυνεύει από νέους «Λαφαζάνηδες» (του ΣΥΡΙΖΑ) ή «Νικολόπουλους» (των ΑΝΕΛ). Οσο για τα, δήθεν, σύννεφα στις σχέσεις των δύο συνεταίρων, λόγω κάποιων «ανάρμοστων» ενεργειών και προτάσεων του κ. Καμμένου, αυτά είναι μάλλον περισσότερο δημοσιογραφική φιλολογία παρά πραγματικότητα. Οι δυο τους είναι δεμένοι με τις αλυσίδες της εξουσίας, που είναι πολύ ανθεκτικές. Κατά το κοινώς λεγόμενον, «αν δεν ταιριάζανε, δεν θα συμπεθεριάζανε». Ούτε το, μάλλον αφύσικο, αριστεροδεξιό αυτό συμπεθεριό θα κρατούσε τόσο πολύ.
Eνα είναι βέβαιο: τα εισοδήματα θα περιοριστούν και οι φόροι θα αυξηθούν. Και με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται καμιά ουσιαστική υποχώρηση της ανεργίας, η συνολική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και των νοικοκυριών ξεχωριστά, στην καλύτερη περίπτωση θα μείνει στάσιμη
Αν, λοιπόν, το ενδεχόμενο πολιτικής αποσταθεροποίησης συγκεντρώνει μικρές πιθανότητες, δεν συμβαίνει το ίδιο με την κατάσταση στην οικονομία. Βεβαίως, η κυβέρνηση διαβεβαιώνει κι εδώ ότι, με τη συμφωνία του καλοκαιριού, ο κίνδυνος του Grexit πέρασε οριστικά, οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν με επιτυχία και μέσα στο 2016 η οικονομία θα μπει σε τροχιά ανάπτυξης και η χώρα θα βγει στις αγορές. Όλα αυτά, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού, θα σημάνουν την αρχή της απαλλαγής από την κατάσταση της επιτροπείας.
Πόση αλήθεια εμπεριέχει αυτή η αισιόδοξη περιγραφή της κατάστασης και η καλλιέργεια θετικών προσδοκιών;
Θεωρητικά, ο κίνδυνος εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ αποφεύχθηκε με την υπογραφή του νέου Μνημονίου το καλοκαίρι, παρά την επαναφορά του θέματος στο προσκήνιο ακόμα και από κάποιες πλευρές του κυβερνώντος Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας. Η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να τηρήσει τις μνημονιακές υποχρεώσεις της και, αν αυτό συνεχιστεί και το 2016, δεν θα υπάρξει κίνδυνος για τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Και, συνεπώς, ο κίνδυνος του Grexit απλώς θα αναλύεται στις εκθέσεις διεθνών οίκων και ινστιτούτων.
Τι θα γίνει, όμως, στην εσωτερική οικονομία; Eνα είναι βέβαιο: τα εισοδήματα θα περιοριστούν και οι φόροι θα αυξηθούν. Και με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται καμιά ουσιαστική υποχώρηση της ανεργίας, η συνολική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και των νοικοκυριών ξεχωριστά, στην καλύτερη περίπτωση θα μείνει στάσιμη, αν δεν επιδεινωθεί κι άλλο.
Η κυβέρνηση έχει επενδύσει πολλά και στην, αναμενόμενη μέσα στο 2016, έναρξη της συζήτησης για τη μείωση του ελληνικού χρέους, με στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την προσέλκυση επενδύσεων.
Οι Eυρωπαίοι το έχουν υποσχεθεί. Μένει και να υλοποιηθεί η υπόσχεση. Και το τελικό αποτέλεσμα, αν προκύψει μέσα στο 2016, να αποδειχθεί ικανό να σπρώξει επιτέλους την ελληνική οικονομία έξω από το θανατηφόρο σπιράλ, στο οποίο έχει παγιδευτεί τα τελευταία έξι χρόνια.
Το 2015 ήταν χρονιά ανατροπών στην πολιτική σκηνή. Όμως, αυτές οι ανατροπές δεν επιβεβαίωσαν τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για καλύτερες μέρες στην οικονομία και στην προσωπική ζωή της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών.
Η απαισιοδοξία είναι διάχυτη με το που μπήκε το 2016. Και δεν αρκεί η καλλιέργεια νέων ελπίδων για να μεταβάλει την πραγματικότητα. Διότι η καλλιέργεια αυτή γίνεται σε μάλλον σαθρό έδαφος.